United States or Slovenia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφτούς αν πιάσουμε τους διο, ολπίζω τους Αργίτες 196 αφτή τη νύχτα στα γοργά πως θαν τους κλείσω πλοίαΚι' αφτοί, όσο ο τράφος έκλεινε απ' το τειχί ως στα πλοία, 213 πεζούρα αντάμα γιόμισε κι' αμάξα, που εκεί μέσα στρυμώνουνταν, κι' ο Έχτορας τους στρύμωνε, παρόμιος 215 μ' Άρη γοργό, όταν τούδωκε τη νίκη ο γιος του Κρόνου.

Κλάφτηκε τότες τα πλατιά κοιτάζοντας ουράνια «Δία πατέρα, μα θεό δεν έχει να με σώσει οχ το ποτάμι τώρα εδώ; Στερνά ότι πάθω ας πάθω. Μα δε μου φταίει άλλος κανείς θεός απ' τα ουράνια, 275 παρά μου φταίει η μάννα μου που με γελούσε η έρμα, και μούπε, κάτου απ' το τειχί των ασπιστάδων Τρώων πως τάχα από φοιβόσταλτες θα σκοτωθώ σαΐτες. Ας μ' είχε αχσφάξει ο Έχτορας, το πρώτο εδώ κοντάρι!

Να! μάλιστα έφτιασε πολλές δουλιές χωρίς εμένα, έχτισε ακόμα και τειχί, κοντά άνοιξε χαντάκι πλατύ μεγάλο, κι' έμπηξε παλούκια απάς στο λάκκο. 350 Μα κι' έτσι τον αντροφονιά γιο του Πριάμου πίσω ναν τον βαστάξει δε μπορεί· μα εγώ όσο πολεμούσα, πού να τολμήσει απ' το καστρί μακριά να ξεμυτίσει! Μον τόσο, ως στη Ζερβόπορτα και στην οξά, κοτούσε.

Και πήγε απάνου στάθηκε στου χαντακιού τον όχτο, 215 παρέκει λίγο απ' το τειχί, μηδέ έσμιγε τους άλλους, τι την ορμήνια 'χε στο νου της μάννας· κι' απ' τον όχτο χούγιαξε ολόρθος στέκοντας, κι' η Αθηνά ως αλάργα έσκουξε, κι' έκοψε η στριγγιά τα ήπατα των Τρώων. 218 Όλους τους έπιασε σπασμόςκι' όλες ξανά οι φοράδες 223 γυρνούν τ' αμάξιατι έβλεπαν μπροστά ανοιχτό τον Άδη.

Κι' ανεμοζάλη ο Δίας οχ' τα βουνά τους έστειλε της Ίδας, που στα πλοία φύσαε γραμμή τον κουρνιαχτό, και ζάβωνε τα μάτια των Αχαιών μα πλήθαινε τη δύναμη των Τρώων. 255 Απ' τα σημάδια του έτσι αφτά κι' απ' την αντριά τους θάρρος πήραν, και το τρανό τειχί να σπάσουν προσπαθούσαν.

Κ' οι Αλαμανοί, απ' άλλη μεριά, από κει πούχαν αφεθή τα τείχι' αφύλαχτα κ' έρημα, χυμάν και κρυφά μπαίνουν στα κάστρα μέσα και την πατούν την πολιτεία και σφάζουν και χαλνούνε και σκλαβώνουν. Απάνω από τριάντα χιλιάδες λαό, λένε οι χωρικοί σήμερα, έπαιρνε η πολιτεία αυτή τότε. Παύλε Αιμίλιε! Σκληρέ κι άπονε πολέμαρχε της Ρώμης!

Γιατί όσο ζούσε ο Έχτορας και χόλιαε ο Αχιλέας 10 κι' είταν το κάστρο απάτητο του βασιλιά Πριάμου, τόσο και το τρανό τειχί των Αχαιών βαστούσε.

Όμως αφτόνε οι διο αδερφοί ενώθηκαν, κι' ο ένας 400 τον σαϊτέβει στο λαμπρό λουρί της αντροσώστρας γύρω στα στήθια ασπίδας τουμα απ' το παιδί του ο Δίας διώχνει το χάρο, μη σφαχτεί σιμά στ' ακροκαράβιακι' ο Αίας την ασπίδα ορμάει και του τρυπάει, μα μέσα δε μπήκε η μύτη, μοναχά τον άμπωξε ενώ ορμούσε. 405 Έτσι λιγάκι κώλωσε οχ το τειχί, μα πάλι δεν τράβαε χέρι, τι η καρδιά τη νίκη του διψούσε.

Είπε, κι' ο Γλάφκος άκουσε με προθυμιά το λόγο, κι' όρμησαν ίσα, τον πυκνό στρατό τους οδηγώντας. 330 Και σαν τους είδε ο Μενεστιάς, του κόπηκε το αίμα, τι αφτόν να σβύσουν έτρεχαν και στο πυργί του ορμούσαν, και το τειχί ζερβόδεξα κοιτάζει, μήπως δει ίσως κάνα αρχηγό π' οχ τα δεινά τους άντρες ναν του σώσει.