United States or Sint Maarten ? Vote for the TOP Country of the Week !
Κι' οι Δαναοί καμάρωναν θωρώντας, μα των Τρώων τα ήπατα όλων φοβερή τους τάκοψε τρομάρα. 215 Λάχτιζε ακόμα κι' η καρδιά του Έχτορα στα στήθια, μιας όμως κι' αντροκάλεσε, πάει τέλιωσε, δεν είχε πια να ξεκόψει ή να χωθεί στο πλήθος ξαναπίσω.
Έν αφιλότιμον όπλον το οποίον αφού δεν ενικήθη από τα Γκέκικα καρυοφύλλια άφησε να νικηθή τόρα από έν ευτελές όπλον ενός σταυρωτή!. . Κ' αίφνης η φαντασία του γέροντος υπερθερμανθείσα ήρχισε να εκλαμβάνη αυτό ωσεί έμψυχον· εύρισκεν επάνω του μοχθηράν υπουλότητα, επίπλαστον αγιωσύνην διά της οποίας τον ηπάτα επί τόσα έτη, ανάνδρως!
Έτσι είπε, κι' λοων κόπηκαν τα ήπατα απ' τον τρόμο, και κάθε Τρώας κοίταζε πού να σωθεί οχ το χάρο. Και τώρα, Μούσες, πέστε μου, των ουρανών νυφούλες, πιος τάχα πρώτος Αχαιός να πήρε ματωμένες αρματωσές, σαν έγυρε τη μάχη ο Τραντοσείστης. 510
Όλη νύχτα επάλαιβα με τις τρόμπες και ούτε κόπο εκατάλαβα, ούτε κρύο, ούτε νύστα, ούτε τίποτα. Πείσμα μόνον φοβερό, που έλεγα πως ήμουν ικανός να καταπιώ τα πέλαγα. Επατούσα την τρόμπα κ' ενόμιζα πως έβγαινεν άμπουλος το νερό. Μόλις όμως επλάκωσε η ημέρα εκόπηκαν τα ήπατά μου.
Και απάντησε ο πολύγνωμος 'ς εκείνον Οδυσσέας• «Αμφίνομε, μου φαίνεσαι με γνώσι προικισμένος• 125 και του πατρός σου την καλήν την φήμην έχω ακούσει, πως μέγας ήταν και αγαθός ο Νίσος Δουλιχέας. υιός εκείνου λέγεσαι και άνδρας καλός ομοιάζεις• όθεν και λόγον θα σου ειπώ, να τον φυλάξη ο νους σου. απ' όλα εκείν', όσα 'ς την γη κινούνται και αναπνέουν, 130 του ανθρώπ' ουτιδανώτερο κανένα η γη δεν τρέφει• όσο τα ήπατα κρατούν, κ' οι αθάνατοι ευτυχίαις του δίδουν, λέγει ότι ποτέ κακό δεν θα τον εύρη• αλλ' ότε οι μάκαρες θεοί και λυπηρά του δώσουν, τότε και αθέλητα η καρδιά πάλι βαστά κ' εκείνα. 135 ότι ταιριάζει των θνητών ο νους με την ημέρα, οποίαν στέλνει των θεών και ανθρώπων ο πατέρας. ότι κ' εγώ πανευτυχής θε να 'μουν εις τον κόσμον, αλλά πολλ' άνομ' έπραξα, 'ς την δύναμί μου αυθάδης, θαρρώντας 'ς τον πατέρα μου και 'ς τους αυτάδελφούς μου. 140 όθεν κανένας τ' άδικο ποτέ να μη θελήση, αλλά τα δώρ' ας χαίρεται σιγά των αθανάτων• ως βλέπω εδώ πόσ' άνομα τολμούν τούτ' οι μνηστήρες, και καταλύουν τα κτήματα και την γυναίκα υβρίζουν του ανδρός, 'που από τους ποθητούς μακράν και απ 'την πατρίδα, 145 θαρρώ, δεν θα μείνη πολύ• κ' εγγύς είν'. αλλά σένα θεός αν πάρη σπίτι σου, να μην τον αντικρύσης, την ώρα, οπού 'ς την ποθητήν πατρίδα εκείνος θα 'λθη. ότι, άμα εδώ 'ς το μέγαρο πατήση, δεν πιστεύω αναίμακτα να χωρισθούν εκείνος και οι μνηστήρες». 150
Μ' αυτά τα λόγια δείλιασεν εκείνος ταις γυναίκαις• 340 τους κόπηκαν τα ήπατα, 'ς τα δώματα εσκορπίσαν τρέμοντας, ότι επίστευαν πως την αλήθειαν είπε. και 'ς τους φανούς, οπ' έκαιαν, ορθός έμεν' εκείνος να φέγγη, και όλους έβλεπε 'ς το πρόσωπ', αλλ' ο νους του άλλα κινούσ', οπ' άπρακτα κατόπι δεν εμείναν. 345 Αλλ' η Αθηνά δεν άφινε τους ανδρικούς μνηστήραις απ' τους πικρούς ονειδισμούς να παύσουν, όπως κάμη του Οδυσσέα πλειά βαθειά να 'μπη 'ς τα σπλάγχα ο πόνος. κ' επείραζεν ο Ευρύμαχος, το τέκνο του Πολύβου, τον Οδυσσέα πρώτ' αυτός, για να γελούν οι φίλοι• 350 «Προσέξετε, της θαυμαστής βασίλισσας μνηστήρες, να φανερώσω εγώ 'ς εσάς ό,τ' η ψυχή μου λέγει. θεόθεν ήλθ' ο άνθρωπος 'ς το δώμα του Οδυσσέα• κύττ', όπως λάμπουν τα δαδιά και η κεφαλή του λάμπει, ότι μεγάλην ή μικρή τρίχα δεν έχει μία». 355
ΜΙΝ. Αυτός εδώ ο ληστής Σώστρατος ας ριφθή εις τον Πυριφλεγέθοντα, ο ιερόσυλος ας σπαραχθή υπό της Χιμαίρας, ο δε τύραννος, ω Ερμή, ας σταυρωθή πλησίον του Τιτυού και να του τρώγουν οι γύπες τα ήπατα• σεις δε οι δίκαιοι, πηγαίνετε αμέσως εις το Ηλύσιον πεδίον και κατοικείτε εις τας νήσους των Μακάρων, εις αμοιβήν των καλών σας πράξεων εις την ζωήν.
Έμοιαζα μ' ένα γερό βαπόρι που έχει τους φούρνους αναμένους, τα λεβέτια ζεστά, γεμάτον τον ατμό και δεν τολμά μηδέ κύμα μηδ’ άνεμος να του κόψη τον δρόμο. Ως τα προχθές που έλαβα το τελευταίο γράμμα στην Πόλη. Μόλις εδιάβασα πως έγινε και της Ρούσας ο γάμος ελύθηκαν ευθύς τα ήπατά μου.
Μου φαίνεται πώς είνε κομμένα τα ήπατά μου. — Μήπως κάθεσαι καμμιά μέρα; Ούλου παλεύεις, είπεν η Δεσποινιώ. Και εχασμάτο η γραία, ενώ αι θυγατέρες της ενεδύοντο. — Θα τα 'ρμάξνι κείνα τα 'κκιά! είπεν η θειά-Ζωίτσα. — Αμ την καρυά; — Καλά λες· είπε ζωντανεύσασα ολίγον η γραία. Κάμετε γλίγωρα.
Ήτο ο σύζυγος της εξαδέλφης φέρων μήνυμα να μη έλθη ο Κ. Λιάκος εις την συνέντευξιν. Η προνοητική προξενήτρια εσκέφθη ότι ήτο καλλίτερον να είναι μόνοι μετ' αυτής ο γαμβρός και η νύμφη. Άλλως δε η νεωτέρα αδελφή δεν θα παρευρίσκεται εις την συνέντευξιν, ώστε όλως περιττή η παρουσία του Λιάκου. Η διαταγή ήτο να συνοδεύση ούτος τον σύζυγόν της εις την λέσχην. Εκόπησαν τα ήπατα του Πλατέα!
Λέξη Της Ημέρας