United States or Samoa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εις ταύτα δε δυστυχώς και πάντοτε, ταχέως ή βραδέως, λήγει συνήθως το στάδιον της εν τη πτωχεία σπατάλης· τοιαύτη ως επί το πλείστον είνε η λυπηρά έκβασις της μανίας εκείνης, ης τα ατυχή θύματα ουδέν άλλο επιδιώκουσιν ή την στίλβουσαν επιφάνειαν και προς ουδέν άλλο ζώσιν ή προς απάτην του κόσμου.

Δεν ηκούετο δε εις την πολυάριθμον εκείνην ομήγυριν ειμή η λυπηρά ψαλμωδία και ο γοερός τόνος των ιερέων διακοπτόμενος εν τω μεταξύ από τους στεναγμούς του λαού και τους συγκεχυμένους και διακεκομμένους θρήνους των συνακολουθούντων γυναικών και παιδίων.

Ήταν πολύ λυπηρά η διήγηση, γιατί το κορίτσι στο τέλος είχε φύγει με κάποιον άνθρωπο πολύ κατώτερό της στην κοινωνική θέση, μα και στο χαρακτήρα όπως και στο μυαλό.

Διότι αυτά διαρκούν εις όλην την ζωήν, και εξασκούν ροπήν και δύναμιν διά την αρετήν και την ευτυχισμένην ζωήν. Διότι τα μεν ηδονικά τα προτιμούν, τα δε λυπηρά τα αποφεύγουν. Ίσως λοιπόν δεν πρέπει διόλου να παραμελήσωμεν αυτά, αφού μάλιστα επιδέχονται πολλήν αμφισβήτησιν.

Και πάλιν εις όποιον υπάρχουν ολίγα και τα δύο και μικρά και ήσυχα, αλλά είναι ανώτερα τα λυπηρά, δεν τον θέλομεν, εις όποιον δε υπάρχουν τα αντίθετα, τον θέλομεν. Εις όποιον δε βίον πάλιν ισορροπούν, πρέπει να φρονούμεν, καθώς προηγουμένως, ότι τον ισόρροπον βίον, εφ' όσον είναι ανώτερα τα ευχάριστα εις ημάς, τον θέλομεν, εφόσον όμως είναι ανώτερα τα μισούμενα, δεν τον θέλομεν.

Και όμως δεν έχουν μικράν ποικιλίαν τουλάχιστον εις τους ανθρώπους. Διότι τα ίδια πράγματα άλλους μεν ευχαριστούν, άλλους δε ενοχλούν, και εις άλλους μεν είναι λυπηρά και μισητά, εις άλλους δε ηδονικά και αγαπητά. Και εις τα γλυκά ακόμη το ίδιον συμβαίνει. Δηλαδή δεν φαίνονται όμοια εις τον θερμασμένον και εις τον υγιή, ούτε το ίδιον φαίνεται θερμόν εις τον αδύνατον και εις τον εύρωστον.

Και επάνω εις τον γειτονικόν του Γκρίντελβαλντ παγώνα ευρέθη· αυτό όμως είναι λυπηρά ιστορία· εκεί ηύρε η μητέρα του τον θάνατον, εκεί έγινεν άφαντος η παιδική του Ρούντυ χαρά, το έλεγε ο παππούς. «Όταν το παιδί δεν ήτο ακόμη ενός έτους περισσότερον &εγέλα παρά έκλαιε»&, είχε γράψει η μητέρα τουτον παππού.

Ακόμη δε φαίνεται ότι τα ακούσια είναι λυπηρά, ενώ τα επιθυμητά είναι ευχάριστα. Έπειτα δε ποίαν διαφοράν έχουν ως προς το εκούσιον τα σφάλματα τα προερχόμενα από σκέψιν ή από έξαψιν; Διότι και τα δύο πρέπει να τα αποφεύγωμεν, και φαίνεται ότι όχι ολιγώτερον είναι ανθρώπιναι αι παράλογοι εξάψεις. Επομένως πρέπει να αποφεύγωμεν και τας πράξεις τας προερχομένας από έξαψιν και από επιθυμίας.

Σ' ένα αγκωνάρι ενός σπιτιού, καθισμένος διπλοπόδι ένας στραβός ζητιάνος, έπαιζε λυπηρά στο λογγάρι του μ' ένα δοξαράκι, ένα τραγούδι παραπονεμένο, ξενητεμμένο τραγούδι, και τα χείλη του έψαιλναν τρεμουλιαστά λόγια πολύ λυπηρά, πολύ πονεμένα: Ανάθεμά σε ξενητιά, εσύ και το καλό σου...

Εάν δε υπάρχη η αισθητική, θα υπάρχη και η ορεκτική• διότι η όρεξις είναι επιθυμία, πάθος και βούλησις. Πάντα δε τα ζώα έχουσι μίαν τουλάχιστον εκ των αισθήσεων, την αφήν. Αλλά το έχον αίσθησιν έχει και ηδονήν και λύπην, και τα πράγματα αισθάνεται ότι είναι ηδέα και λυπηρά, τα δε έχοντα ταύτα έχουσι και επιθυμίαν, διότι η επιθυμία είναι όρεξις του ηδέος.