Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Κι' εκείνοι οι διο δεν ξέφυγαν το μάτι του βροντολάλητου Διός σαν πρόβαλαν στον κάμπο, Μον είδε και συμπόνεσε το γέρο ο γιος του Κρόνου, κι' αμέσως είπε στον Ερμή το γιο του εκεί μπροστά του «Ερμή, π' απ' όλους πιο πολύ σούναι χαρά σου εσένα 335 χωριό να κάνεις με θνητούς και συνακούς σαν κράζουν, έλα να πας, κι' ως τα γοργά τον Πρίαμο καράβια σύρε τον έτσι, π' Αχαιός να μην τον δει πριν άλλος, να μην τον νιώσει καν κανείς, πριν φτάσει ως στ' Αχιλέα.»
Κι' αφτούς τους λόγους έλεγε κάθ' Αχαιός και Τρώας «Δία κι' αθάνατοι θεοί, μεγάλοι δοξασμένοι! όπιοι τους όρκους βλάψουνε και πρωτοκακουργήσουν, έτσι όπως τρέχει το κρασί αφτό, και τα μιαλά τους 300 χάμου να τρέξουνε στη γης, κι' αφτών και των παιδιών τους, και το γυναικολόγι τους ας το χορτάσουν άλλοι.»
Θεριά λες πολεμούσαν· να θε τους δει θεά Αθηνά, να θε αντροσκιάχτης Άρης, λόγο αχαμνό δε θάλεγαν, όσο κι' αν είχαν πάθος. 399 Έτσι πολέμαε, κι' έλεγε κάθε Αχαιός λεβέντης 414 «Ντροπής, αδρέφια, κι' ατιμιά να τραβηχτούμε πίσω! 415 Δεν έχει, σ' όλους μας εδώ μπροστά ας ανοίξει πρώτα η μάβρη γης!
Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησέ της κ' είπε· «Άλλος, μητέρα μ', Αχαιός την δύναμι δεν έχει, 'πώχω να δώσω ή ν' αρνηθώ το τόξο 'ς όποιον θέλω. 345 όχι, ούδ' όσ' είναι της σκληρής Ιθάκης ή των νήσων προς την αλογοβόσκητην την Ήλιδα ηγεμόνες, αυτών δεν δύναται κανείς να μ' εμποδίση, αν θέλω, το τόξο και μονόφορα του ξένου να χαρίσω. αλλ' άμε σπίτι, έχε τον νου 'ς τα έργα τα δικά σου, 350 την αλακάτη, τ' αργαλειό, και πρόσταξε ταις κόραις να εργάζωνται, και άφησ' εδώ του τόξου την φροντίδα 'ς τους άνδραις κ' έξοχα 'ς εμέ 'που 'μαι 'ς το σπίτι κύριος».
Έτσι είπε, κι' λοων κόπηκαν τα ήπατα απ' τον τρόμο, και κάθε Τρώας κοίταζε πού να σωθεί οχ το χάρο. Και τώρα, Μούσες, πέστε μου, των ουρανών νυφούλες, πιος τάχα πρώτος Αχαιός να πήρε ματωμένες αρματωσές, σαν έγυρε τη μάχη ο Τραντοσείστης. 510
Μα η Κρέουσα, που το παιδί τώχε κρυφά γεννήση, τον Ξούθον επανδρεύθηκε για μιαν αιτία τέτοια: Οι κάτοικοι των Αθηνών και οι Χαλκωδοντίδες, που κατοικούν την Εύβοια, είχαν πολέμους στήση• με το να βγη λοιπόν κι' αυτός για συμπολεμιστής την Κρέουσα γυναίκα του επήρε γι' αμοιβή του μόλο που ήταν Αχαιός, και όχι απ' την Αθήνα ντόπιος, και του Αιόλου γυιός, που ήταν γόνος τού Διός.
Κι' ο γοργοπόδης Αχιλλεύς τον στραβοκύτταξ', κ' είπε· Όιμε, δολερόγνωμε, 'ντυμέν' αναισχυντίαν Πώς πρόθυμ' ένας Αχαιός τους λόγους σου θ' ακούση, Ή να 'ρθη δρόμον, ή γερά να πολεμάη ανθρώπους; Διατί για τους κονταρευτάς εγώ τους Τρωαδίτας Δεν ήρθ' αυτού να πολεμώ· ότ' αίτιοι δεν μ' είναι.
Από τον Ξούθο κι' από σε κοινό παιδί θα γίνη, ο Δώρος, όπου η Δωρίς, θα δοξασθή η πόλις• ο δεύτερος, ο Αχαιός, στου Πέλοπος τη χώρα, στου Ρίου τα παράλια ο βασιληάς θα γίνη, και ο λαός του απ' αυτόν θα πάρη τόνομά του.
Κι' αφτούς τους λόγους έλεγε κάθε Αχαιός και Τρώας «Δία πατέρα π' αψηλά ορίζεις απ' την Ίδα, 320 μεγάλε μυριοδόξαστε! όπιος αφτά τα πάθια ανάμεσό μας τάβαλε, ναι κάνε αφτός να πέσει και στ' Άδη τα εφτάβαθα ως μέσα να κατέβει, κι' εμείς ας κάνουμε ξανά όρκους πιστούς αγάπης.» Έτσι είπανε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν