United States or Uzbekistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τούμαθε να χειρίζεται το κοντάρι, το ξίφος, την ασπίδα, και το τόξο, να ρίχνη τους πέτρινους δίσκους, να πηδάη με μιας τα πειο πλατειά χαντάκια. Τον έμαθε να μισή το ψέμμα και την απιστία, να βοηθή τους αδυνάτους, να κρατάει τον όρκο του. Τούμαθε διάφορους τρόπους άσματα, τον έμαθε να παίζη άρπα, καθώς και την τέχνη του αρχικυνηγού.

Κάτι μεγάλα και κόκκινα τριαντάφυλλα, κάποιες ωχρόδροσες μοσκιές και ρόδα απριλιάτικα, έζωναν τους τίμιους λαγόνες της, σαν ουράνιο τόξο. Κάτω οι μυρτιές και οι βιόλες και παρακάτω τα δαφνόκλαδα ψήλωναν και θέριευαν, λες και βρήκαν εκεί την αληθινή πατρίδα τους. Μα στο χλωμόδροσο πρόσωπό της κάθονταν ανάλαφρα ο πόνος κ' η θλίψη του χωρισμού. Για κείνη όχι· αλλά για κείνους που άφινε.

Εκείνης ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· «Του Λαερτιάδη σεβαστή γυναίκα του Οδυσσέα, τέτοιον αγώνα σπίτι σου να θέσης μην αργήσης· ότι πρώτα ο πολύγνωμος θα φθάση Οδυσσέας, 585 πριν ή εκείνοι, ψάχνοντας το στιλβωμένο τόξο, και την χορδή τανύζοντας, τα σίδερα περάσουν».

Κι' όμως λίγη σκέψη, που τρέμει σαν καλάμι, μπόρεσε να σας κλείση στα σιδερένια κλουβιά της αρετήςκαι να! ο Στωικός με το μαστίγιο έκαμε τα φοβερά σας σώματα να ζαρωθούν σε μια γωνιά της φυλακής και να σωπάση η μεγάλη σας κραυγή προς την ελευθερία! Ευτυχισμένοι και ράθυμοι, χωρίς ηθική και χωρίς εργασία, κυρτώνουν το τόξο της ράχης των απάνω στους πύργους των βιβλίων μαςοι γάτοι.

Ο Joachim της Flora στέκεται στον ήλιο και στον ήλιο ο Aquinas ξαναδηγιέται την ιστορία του Αγίου Φραγκίσκου και ο Bonaventure την ιστορία του Αγίου Δομινίκου. Μέσ' από τα φλογισμένα ρουμπίνια του Άρη σιμώνει ο Cacciaguida. Μας λέει για τη σαΐτα που πετάει το τόξο της εξορίας και πόσο πικρό είναι το ξένο ψωμί και πόσο ανηφορική η σκάλα του ξένου σπιτιού.

Είπε και χάμαι απόθεσε το τόξο και της θύρας το 'γυρε προς ταις κολληταίς σανίδαις στιλβωμέναις· το ταχύ βέλος έκλινε προς την λαμπρήν κορώνη, κ' εγύρισε προς το θρονί, 'που 'χε καθίσι πρώτα. και ο υιός του Ευπείθη Αντίνοος τότ' είπε προς εκείνους· 140 «Προς δεξιά σηκόνεσθε με την σειράν, ω φίλοι, και όθε κερνά ο κεραστής εκείθε αρχή να γείνη».

Συχώρεσι ζητώ από το Θεό, το Βασιληά του κόσμου, και τον ικετεύω να μου δώση τη δύναμι να παραδώσω πάλι την Ιζόλδη στα χέρια του Βασιληά Μάρκου. Δεν είναι γυναίκα του, που την επήρε με το Νόμο της Ρώμης, μπροστά σ' όλους τους πλουσίους ανθρώπους του τόπου τουΑκουμπάει στο τόξο του, και πολλή ώρα θρηνεί ο Τριστάνος μέσα στη νύχτα.

Ο Τριστάνος της έλεγε: «Βλέπεις αυτές της ωραίες μπούκλες; είναι του Ντενοαλέν. Σου πήρα εκδίκηση απάνω του. Ποτέ του πεια δε θ' αγοράση ούτε θα πουλήση θώρακα ούτε κοντάρι! — Καλά, άρχοντα. Αλλά τεντώστε το τόξο σας, παρακαλώ. Θάθελα να ιδώ αν τεντώνεται εύκολα». Ο Τριστάνος το τέντωσε μ' έκπληξι, χωρίς να καταλαβαίνη καλά.

Είδες Τόξο την αυγή; καλοσύνη το βραδύ. Είδες Τόξο το βραδύ; κακοσύνη την αυγή!

Αυτά 'πε κείνος και άρεσεν ο λόγος και των άλλων· και το νερό τους έχυσαν οι κήρυκες 'ς τ' χέρια, 270 και, αφού κρατήραις με κρασί στεφάνωσαν οι νέοι, έδωκανόλους απαρχήτα γεμιστά ποτήρια· και, αφού σπονδίσαν κ' έπιαν όσ' ήθελε η ψυχή τους, με δόλον ο πολύγνωμος τους είπεν Οδυσσέας· «Ακούτε με, της θαυμαστής βασίλισσας μνηστήρες, 275 να φανερώσω εγώεσάς ό,τ' η ψυχή μου λέγει. εξόχως τον Ευρύμαχον και Αντίνοον τον θείον παρακαλώ, 'που φρόνιμον και αυτόν είπε τον λόγον, τώρα το τόξο ν' αφεθή καιτους θεούς να ελπίζουν· αύριο την νίκην ο θεός θα δώσ' εις όποιον θέλη. 280 αλλά να δώσετεεμέ το στιλβωμένο τόξο, τα χέρια και την δύναμι να δοκιμάσω εμπρός σας, αν ρώμ' υπάρχει ως άλλοτετα λυγιστά μου μέλη, ή χάθη απ' τους παραδαρμούς και απ' την ταλαιπωρία».