United States or New Zealand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αυτά 'πεν ο Αντίνοος, και αδιαφορούσ' εκείνος. 275 και από την πόλιτο πυκνό του μακροβόλου Φοίβου δάσος έφερναν κήρυκες την θείαν εκατόμβη, 'ς των κομοφόρων Αχαιών τα συναγμένα πλήθη.

Μετ' ολίγον πάλιν επανήρχετο ο Αλέξανδρος με στολήν ιεροφάντου και εν μέσω γενικής σιωπής έλεγε μεγαλοφώνως «ιή Γλυκών» • απήντων δε οι ακολουθούντες, δήθεν Ευμολπίδαι και κήρυκες, οίτινες ήσαν Παφλαγόνες με υποδήματα εξ ακατεργάστου δέρματος και αναδίδοντες βαρείαν οσμήν σκόρδου, «ιή Αλέξανδρε».

Στο σπίτι μου κανείς σας να μην έλθη. Κι' αν είναι και με κήρυκες ναπαρνηθώ το σπίτι, το σπίτι που γεννήθηκα, βεβαίως θα το κάμω. Κ' εμάς που βρήκε η συμφορά τώρ' ας την υποστούμε και ας το πάμε στην πυρά το σώμα του νεκρού μας. ΧΟΡΟΣ Αλλοίμονο, η δύστυχη, το θύμα αυτό της τόλμης. Χαίρε, ω γενναία γυναίκα, εσύ, χαίρε, εσύ η μεγάλη. Είθε ο Χθόνιος Ερμής κι' ο Άδης να δειχθούνε ευνοϊκοί σε σένα.

Ενώ έσπευδαν για το Καρδουέλ οι κήρυκες, απεσταλμένοι του Μάρκου στο Βασιληά Αρθούρο, μυστικά η Ιζόλδη έστειλε στον Τριστάνο τον ακόλουθό της Περινίς, τον Ξανθό, τον Πιστό. Ο Περινίς έτρεξε μέσα στα δάση, αποφεύγοντας τα πατημένα μονοπάτια, ως ότου έφθασε στην καλύβα του δασοκόμου Όρρι όπου, από πολλές ημέρες, τον περίμενε ο Τριστάνος.

Κατ' αυτόν τον χρόνον οι πρέσβεις και οι κήρυκες θα μετέβαινον παρ' αμφοτέροις τοις συμβαλλομένοις, διά να συζητήσουν περί των μέσων της καταπαύσεως του πολέμου.

Πολλοί αντέστησαν εις τα την δημοκρατίαν αφορώντα, και το καθ' εαυτούς, οι εχθροί του Αλκιβιάδου εφώναζαν ότι θα έπρατταν έγκλημα, εάν επέτρεπαν εις αυτόν να επιστρέψη εις την πατρίδα του, της οποίας παρεβίασε τους νόμους. Οι Ευμολπίδαι και οι Κήρυκες διεμαρτύροντο επίσης εναντίον της ανακλήσεώς του, προφασιζόμενοι τα μυστήρια, αιτίαν της εξορίας του, και καταρώμενοι αυτόν.

Και οι άλλοι λοιπόν κήρυκες παρήγγελλον ταύτα, και ο εις την Αίγυπτον πεμφθείς, ευρών τον Καμβύσην και τον στρατόν εις τα Εκβάτανα της Συρίας, και σταθείς εις το μέσον έλεγε τα εντεταλμένα υπό του μάγου.

Κ' εκείνην μεν οι Αχαιοί με το γοργό καράβι Την παντην Χρύσαν· και τον παν τον βασιλέα δώρα· Προτώρα δε απ' την σκηνήν οι κήρυκες μ' επήραν Την κόρην, 'πού οι Αχαιοί μ' έδωκαν του Βρισέως. Αλλά εσύ, αν δύνασαι, βοήθα το παιδί σου. Πήγαινε εις τον Όλυμπον, κ' ικέτευσε τον Δία, Αν την καρδιάν τον έκαμες μ' έργον ποτέ, ή λόγον.

Ο μάγος με παρέλαβε και κατ' αρχάς μεν επί είκοσι εννέα ημέρας, αρχίσας από την νέαν σελήνην, με έλουε• κατά την αυγήν με ωδήγει εις τον Ευφράτην, όταν δε ανέτελλεν ο ήλιος μου απήγγελλε λόγια τα οποία μου ήσαν ακατάληπτα• όπως οι αμαθείς κήρυκες των αγώνων, έλεγε τους λόγους του βιαστικούς και ακατανοήτους• ηδύνατό τις όμως να μαντεύση ότι κάποιους θεούς επεκαλείτο.

Οι δε κήρυκες, οι πρέσβεις και οι ακόλουθοι, όσους κρίνουν ότι πρέπει να έχουν αμφότερα τα μέρη, θέλουν διατελεί υπό την εγγύησιν της δημοσίας πίστεως, ενόσω διαρκεί η μετάβασις και η επιστροφή αυτών, είτε διά ξηράς είτε διά θαλάσσης, εν τη Πελοποννήσω ή εν ταις Αθήναις προς διαπραγμάτευσιν της ειρήνης ή ρύθμισιν των διαφορών.