United States or Wallis and Futuna ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όταν έμεινε μόνος ξάπλωσε στην ψάθα, αλλά, παρά τη μεγάλη του κούραση, δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Είχε την εντύπωση ότι οι τυφλοί είχαν ξαπλώσει εκεί δίπλα του και ότι τριγύρω και έξω, μέσα στα σκοτάδια, απλωνόταν ένα άγνωστο χωριό.

Τότε του φάνηκε πως είδε τον μπαμπά και τη μαμά, τον Ούλοφ και το Σβάντε, τις δυο υπηρέτριες κι άλλους ακόμα. Φωνάζανε ο ένας δυνατότερα από τον άλλον, ο ένας εδώ κι ο άλλος εκεί. Ο Σβεν δεν μπόρεσε να δη από πού ήρθανε.

Κι άμα γύρισε, έδιωξε μαζί με τους συγκλητικούς και τα δυο ανίψια του Αναστασίου, Υπάτιο και Πομπήιο. Του κάκου αυτοί τονέ βεβαίωναν πως είταν αθώοι. Μαθόντας την Κεριακή εκείνη ο λαός πως ο Υπάτιος κι ο Πομπήιος δώχτηκαν από το Παλάτι, τρέχει στο μέγαρο του Υπατίου και τονέ διορίζει Βασιλέα. Ό,τι μπόρεσε έκαμε η γυναίκα του Μαρία να τον καταπείση ναποφύγη το ζαχαρωμένο αυτό φαρμάκι.

Τόση όμως ταπεινοσύνη, τόση κολακεία ποτές, μήτε στους σκοτεινότερους χρόνους της Τουρκοκρατίας δεν έδειξε. Αν καταπιάστηκε κ' ένα ανθρωπινό έργο ο Νέρωνας, τάνοιγμα του Ιστμού, πρι να μισέψη μια για πάντα από τη χώρα που μόλυνε με την παρουσία του, δε μας φαίνεται να είχε άλλο στο νου του παρά την ανοικονόμητη μεγαλομανία του. Έπειτα δεν μπόρεσε να το βγάλη και πέρα.

Λόγια διαμαρτυρίας της έρχονταν στα χείλη και παρ’ όλο που κατόρθωνε πάντα να συγκρατιέται μπροστά στον υπηρέτη, που φαίνεται πως δεν του έδινε και πολύ σημασία, αυτή τη φορά δεν μπόρεσε να μην τον αντικρούσει. «Δεν έχει καμιά δουλειά εδώ η Θεία Πρόνοια και δεν πρόκειται γι’ αυτό.

Ο Τσαϊπάς σήκωσε το κεφάλι περήφανα. Τ' έκαμε λέει; Όχι θα σταθή, θ' αντιμιλήση, θα τα βάλη μ' όλους ως που να τους ξεστραβώση. Μα δε μπόρεσε να βγάλη λέξη· στόμα είχε, μιλιά δεν είχε. — Πάμε του ξανάειπε ο Σταθόπουλος. Εκείνος έσκυψε το κεφάλι, σούφρωσε τα φρύδια του, άφησε να τον σύρη ο φίλος του. — Ήλιος! φώναξαν δυοτρία παιδιά στο διάβα του.

Το μόνο που μπόρεσε να πη με βεβαιότητα η σημερνή μας επιστήμη, είναι που οι λέξες άνθρωπος, Αθήναι και κάτι άλλα γεωγραφικά ονόματα, δε φαίνουνται ελληνικές λέξες.

Έτσι μιλεί ο Κολοκοτρώνης ο ίδιος · Λοιπόν αν ένας άθρωπος σαν κι αφτόνα, δεν μπόρεσε να κλίνη τα τριτόκλιτά σας, τι κάθεστε και μου λέτε για καθαρέβουσες και μισές γλώσσες; Και μη θαρρήτε πως φταίνε τάχα τα χρόνια που ζούσε ο Κολοκοτρώνης και πώς τότες, όσο Κολοκοτρώνης κι αν είσουνα, μπορούσες πολύ καλά να κάμης τέτοιο λάθος, γιατί δεν ήξεραν πολλά γράμματα. Τίποτις!

Μήπως ο Καρκαβίτσας δεν έγραψε και κείνος μερικά, που τόντις απορεί κανείς πώς μπόρεσε και φάνηκε τέτοιος ψυχολόγος, να μας δείξη την ψυχή του λαού και να μας τη δείξη τόσο απλά και με τόσο βάθος; Δεν πιστέβω μήτε στην Αθήνα μήτε αλλού, να το κατορθώση όποιος τύχη να μας γράψη ένα παραμύθι σαν τον Αφορεσμένο . Άλλη γλώσσα να συνηθίση, και βλέπετε τότες τι ζωή έχει μέσα του ο καλός αφτός ο τεχνίτης.

Όμως άκουσα καθαρά τα λόγια και κανείς άλλος από μένα δεν μπόρεσε να τακούση: — Σας . . . αγαπώ . . . τόσο . . . πολύ. Φαίνεται πως θα φώναξα από τον πόνο. Γιατί αιστάνθηκα πως μ' αγκαλιάσανε χέρια και με βαστάξανε. Κ' η κραυγή που μου ξέφυγε, έφτασε και την ετοιμοθάνατη.