United States or Tanzania ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η Νοέμι φοβήθηκε εκείνη τη φωνή και το αίσθημα αξιοπρέπειας την επανέφερε στην τάξη. Της φάνηκε ότι οι γείτονες βγήκαν για ν’ ακούσουν το χάλι της. «Έλα μέσα, Πρέντου. Θα σου τα πω όλαΚι εκείνος μπήκε στο σπίτι που το κατώφλι του είχε να το περάσει είκοσι χρόνια.

Οι γονέοι, λες, αν θέλησαν; Καλά!.. Τους έφεξε για καλά. Είδες τύχη η ψωροΡηνιώ τους, όλο και λίρα ο Εγγλέζος. Από παιδιά λες; Χάθηκαν τα κουτσοβέλια. Γεμάτο είνε το σπιτικό τους.... Του τόδοσαν και το συνέβγαλαν ως εδώ.... Κι αποστράγγισε την κούπα. Εκεί απάνω φάνηκε ο Άγγλος κι οι σύντροφοί του, μασσώντας ακόμα.

Και καθώς διάβαινε από την πύλη της Πόλης, παρουσιάζεται κάποιος ομπρός του, αρπάζει τα χαλινάρια του βασιλικού του άλογου, και φωνάζει «Δικαιοσύνη!». Ο Βασιλέας, και πριν αναγνωρίση τον Αθανάσιο, μα και κατόπι, φάνηκε πολύ χολιασμένος με τέτοια τόλμη.

Και πάλι πετούσε η Λιόλια πιο πέρα και μάζευε γαλανά ματάκια άνθινα, που την κυττάζανε λυπητερά και σα δακρυσμένα, και γέμιζε την ποδιά της όλο μαργαρίτες, χωρίς νάχη καιρό να τις ξεφυλλίση, κ' έτρεχε κ’ έκοβε κάτι ασπρολούλουδα σ' αψηλά κλωνιά που ανθίζανε δέσμες-δέσμες κ' ήτανε γεμάτα μέλισσες. . . Δεν τα χωρούσε πια η αγκαλιά της κ' η ποδιά της τα λουλούδια κι ανασήκωνε και τη φουστίτσα της και φάνηκε το μισοφοράκι τάσπρο χιόνι κ' η παχουλή γαμπίτσα της.

Τα πουλάκια απάνω απ' τα κλαδιά και οι κύκνοι μέσα απ' τα νερά μια μέρα, που είχε κλάψει πολύ, τη συμπόνεσαν κ' έσκυψαν πονετικά απάνω της. Και της είπαν όλα μαζή: — Μη κλαις, όμορφη βασίλισσα. Εμείς θα σου χαρίσωμε μια βασιλοπούλα, που τα κάλλη της δε μετασταθήκανε στον κόσμο. Η όμορφη βασίλισσα αναστέναξε βαθιά και δεν εμίλησε. Της φάνηκε πως ονειρεύεται.

Μου φάνηκε, αλήθεια, πως στάθηκα λίγο σκεπτικιστής στη θεωρία αυτή. Ίσως όμως να σε αδίκησα.

Μα μου φάνηκε τότεςπώς να σου το πω; — πως το πρόσωπό μας δεν είταν ακόμα για τα στολίδια της τέχνης· πως το σύστημά μας ζητούσε τονικό για να δυναμώση, ο νους μας Ιστορία για να μελετήση και να νοιώση το τι είταν, τι είναι, και τι μπορεί να ξαναγίνη το Έθνος.

Ένοιωσε επάνω στα δάχτυλά του τα χείλη της βρεγμένα από δάκρυα σαν να ήταν ένα λουλούδι υγρό από τις σταγόνες της δροσιάς και ανατρίχιασε. Του φάνηκε ν’ απομακρύνεται ο εφιάλτης που τον τυραννούσε τρεις μέρες. «Θα γυρίσει», είπε δυνατά. «Και όλα θα πάνε καλά. Θα βάλει μυαλό, θα μετανιώσει, θα είστε ευχαριστημένοι και όλα θα πάνε καλά…Οι δυο γυναίκες έφυγαν καθησυχασμένες.

Θα ξαναπιάσουν τη συζήτηση που είχε διακοπεί τόσους μήνες πριν και ίσως μπορέσει να φέρει την καλή είδηση στον ντον Πρέντου. Τότε άρχισε να προσεύχεται, σιγά σιγά, έπειτα όλο και πιο δυνατά, μέχρι που του φάνηκε ότι είχε αρχίσει να ψέλνει όπως έκαναν οι προσκυνητές εκεί πάνω, στη Θαυματουργή Παναγία. Αύριο… Όλα θα πάνε καλά αύριο∙ όλα θα τελειώσουν, όλα θα ξεκαθαρίσουν.

Του αγγελόκαρδου ιεράρχη ως τόσο δεν του έρχουνταν τα τυραννικά εκείνα τα μέτρα, που άλλος πιο φιλόδοξος θα τα χαιρότανε· μόνο του φάνηκε, λέει, σα να περνούσε κείνη τη μέρα από κουρσεμένη πόλη, που κάποιος βάρβαρος καταχτητής ήρθε και την κυρίεψε. Κ' έτσι είναι. Η βία, και μάλιστα η στρατιωτική η βία, ποτές δε φαίνεται θεάρεστο πράμα.