United States or South Africa ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τον κυρίεψε όμως τον κόσμο με τη δύναμη της τέχνης, της επιστήμης, της ιδέας. Βάσταξε, είναι αλήθεια, η εξουσία του αιώνες κ' αιώνες, πότε με τη μια, πότε με την άλλη μορφή, πότε σ' ένα, πότε σάλλο Έθνος, ώσπου τώρα πια βασιλεύει και πάει σε κάθε χώρα που παινιέται πως έχει πολιτισμό και τέχνη.

Δεν μπορώ να λησμονήσω την αγωνία, που με κυρίεψε τον καιρό αυτό. Η αγωνία μου ερχότανε τη νύχτα, όταν καθόμουνα μόνος μπρος στο τραπέζι μου. Με ακολουθούσε, σαν πήγαινα να ησυχάσω, και κάθιζε στην άκρη του κρεβατιού μέσα στο σκότος, εκεί που έμενα άγρυπνος κι ακροαζόμουνα την αναπνοή της γυναικός μου για να βεβαιωθώ πως κοιμάται. Μια σιωπή, παράξενη σιωπή βασίλευε αναμεταξύ μας τον καιρό αυτό.

Είδαμε πόσο πολεμήσανε μερικοί αυτοκρατόροι να την κάμουνε γλώσσα του κράτου. Με τέτοια δύναμη πολέμησαν, κι ως τόσο η ρωμαίικη την είχε καταδικασμένη σε θάνατο άμα πρωτοφάνηκε στην Ανατολή. Η γλώσσα που λες και κυρίεψε τον κόσμο, κυριεύτηκε τέλος κι αυτή από τη ρωμιοσύνη. Άρχισε ο τελικός ο αφανισμός της λατινικής στην Ανατολή ύστερ' από τον έχτον αιώνα.

Η γυναίκα μου κάθησε σήμερα στο πιάνο. Δε θέλει βέβαια να τραγουδήση ακόμα, ωστόσο άκουσα μουσική στο σπίτι μου κ' οι αλλοτινές μελωδίες δώσανε στο πνεύμα μας μια νέα φωτεινότερη διάθεση. Γενικά τον τελευταίον καιρό την κυρίεψε κάτι νέο, κάτι που τάζει περσότερα από το πρωτητερινό. Ξύπνησε στη ζωή και φέρνεται μαζί μας, όπως μια φορά.

Δίπλωσα την εφημερίδα και σαν κεραυνός με τράνταξε η σκέψη: «Πηγαίνεις σπίτι σου να βρης εκείνο που φοβήθηκες. Δεν μπορείς ναρνηθής πως το φοβήθηκες πάντα. Ποτέ δεν πίστεψες πως θα ζήση, Ήθελες μόνο να γελάσης τον εαυτό σου. Τώρα σήμανε η ώρα και δεν την ξεφεύγεις». Μια γαλήνη αφύσικη με κυρίεψε.

Την εποχή αυτή ήρθε ένα κρυολόγημα και ξαναέρριξε τη γυναίκα μου στο κρεβάτι. Έμεινε αρκετές βδομάδες στο κρεβάτι και τις βδομάδες αυτές τις περάσαμε με φόβους. Πάλι κυρίεψε η σιγή το σπίτι. Πάλι τα παιδιά και γω καθόμαστε αμίλητοι στο τραπέζι, όπου έμενε άδεια η θέση της. Πάλι σωπάσανε οι φωνές σ' όλο το σπίτι και πάλι ήρθε η αρρώστεια και μας έκοψε τις ελπίδες.

Του αγγελόκαρδου ιεράρχη ως τόσο δεν του έρχουνταν τα τυραννικά εκείνα τα μέτρα, που άλλος πιο φιλόδοξος θα τα χαιρότανε· μόνο του φάνηκε, λέει, σα να περνούσε κείνη τη μέρα από κουρσεμένη πόλη, που κάποιος βάρβαρος καταχτητής ήρθε και την κυρίεψε. Κ' έτσι είναι. Η βία, και μάλιστα η στρατιωτική η βία, ποτές δε φαίνεται θεάρεστο πράμα.

Τι ήταν εκείνο το λεπτό φύλλο χαρτιού σε σύγκριση με τους θησαυρούς των μεγάλων της Ρώμης; Καθώς όμως η τοκογλύφος του έλεγε ότι δεν ήθελε τη συναλλαγματική, κατάλαβε ότι εκείνη του έκανε ελεημοσύνη και τον κυρίεψε ένα αβάσταχτο άγχος.

Η εποχή αυτή είτανε τόσο πικρή, γιατί τότε είταν η μόνη φορά στη ζωή μου, που η καρδιά μου φάνηκε σκληρή σ' αυτή, και φάνηκε γιατί εννοούσα τόσο λίγο. Τέλος κατάντησε να κλειστώ και γω στον εαυτό μου, όπως αυτή, γιατί με κυρίεψε η θλίψη κ' η θλίψη πήρε φωνή και τα τραχιά λόγια τρέμανε στον αέρα γύρω μας.

Δε θα λησμονήσω ποτέ την απελπισιά, που με κυρίεψε, όταν κάθε βδομάδα που περνούσε παρατηρούσα ολοένα καθαρότερα πως όλα όσα έβλεπε γλυστρούσαν εμπρός της, σα να μην είτανε πραματικά γι' αυτή. Μου έκρυβε πολλά, μου έκρυβε ακόμα και τα δάκρυά της κ' εννόησα πως το έκανε γιατί είδε πως ζούσα μόνο με την ελπίδα να την ξαναφέρω στη ζωή κ' ήθελε να κρατήσω όσο το δυνατό περσότερο την ελπίδα αυτή.