United States or Malaysia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' αύτη ηγέρθη καλώς έχουσα και ήρξατο βαναύσως να υβρίζη και νεκρούς και ζώντας· απαρηγόρητος πλέον, διότι έθραυσε τον ωραίον καθρέπτην, παλαιόν της Βενετίας με κεχρυσωμένον πλαίσιον. Το δε μοιρολόγιον ηκούετο τώρα σπαρακτικώτατον· διεκρίνοντο και οι λυγμοί. — Το βλέπω ότι δεν ημπορούμεν να γιορτάσωμεν έτσι. Ημπορείς κοντά σε τέτοιο νεκροταφείο να χορεύης, να τραγουδήσης, να γελάσης;

Μετά τινας αστείους και δηκτικούς υπαινιγμούς της προς την θάλασσαν δειλίας μου: — Με ήκουες, είπε, πώς εγελούσα πάντοτε δυνατά; επίτηδες το έκαμνα. Δεν ηξεύρεις τι αστείος που είναι ο ιατρός. Ό,τι και αν πη θα σε κάμη να γελάσης. Και επειδή η μητέρα είναι ολίγον ασθενής, και επειδή του αρέσκουν, λέγει, τα γέλοια μου, όλο τον καιρό δεν έλειψεν από την κ α μ π ί ν α μας.

Τούτο δε το πάθος, μάθε, συ ωραίο παιδί, προς το οποίον απευθύνω τον λόγον μου, οι μεν άνθρωποι το καλούσιν Έρωτα, οι δε θεοί το καλούσι με τόσον παράδοξον όνομα, ώστε ευλόγως θα γελάσης, εάν το ακούσης.

ΜΕΝ. Θα γελάσης πολύ, φίλε μου, όταν ακούσης ποίαν αλαζονείαν έχουν και πόσην αγυρτείαν εις όσα λέγουν.

Εις τούτην την ομιλίαν ο βαφιάς εκύτταξε τον κριτήν εις το πρόσωπον με θαυμασμόν, και του είπε· αν έχης επιθυμίαν, αφέντη, να με εμπαίξης είσαι νοικοκύρης, και ημπορείς να γελάσης όσον σου αρέσει με την θυγατέρα μου. Όχι, μη γένοιτο, απεκρίθη ο Κατής, εγώ δεν γελώ με κανένα, μα αγαπώ την θυγατέρα σου, και διά τούτο σου την γυρεύω. Ο τεχνίτης ακούοντας έτσι, εδόθηκεν εις ένα μεγάλον γέλωτα.

Τότε καλά έκαμες που δεν ήλθες. Δεν θα διασκέδασες καλά μητέρα; Σε βλέπω θυμωμένη. Και δεν έχω δίκηο; Ακούς εκεί να υποσχεθής πως θάρθης και να μας γελάσης. Άσκημα παιδί μου, άσκημα καμώματα! Και ο πατέρας σου έγινε πάλι έξω φρενών. Λ έ λ α. Μα ο πατέρας είναι πάντα έξω φρενών. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Σς! μη σας ακούση για το Θεό! Και αυτή τη φορά με το δίκηο του. Κ ώ σ τ α ς.

Κατευχαριστημένα; Όχι πάντοτε δυστυχώς, διότι και η διασκέδασις αυτή έχει ενίοτε την σκιεράν της όψιν. Άκουσε, να γελάσης. Προ ολίγων ημερών ευάριθμος αλλά φαιδρά δομινοφόρων ομάς περιήρχετο εσπέραν τινά τας οδούς των Αθηνών ζητούσα διασκέδασιν και χορόν εις πάσαν οικίαν, της οποίας έβλεπε φωτισμένα τα παράθυρα.

Εις την στιγμήν αυτήν δεν θα έδιδα τον νέον ούτε αντί χιλίων ταλλήρων. Τόσον ευχαριστούμην από τη παρουσία του. — Ο Θεός να σε φυλάξη να μη γελάσης γι' αυτά! Γουλιέλμε, είναι φαντασία όταν είμεθα ευτυχείς; 19 Ιουλίου. Θα την ιδώ! αναφωνώ κάθε πρωί όταν σηκώνομαι και ατενίζω μ' όλην την φαιδρότητα προς τον ωραίον ήλιον· θα την ιδώ! Και τότε για όλη την ημέρα δεν έχω πλέον άλλην επιθυμίαν.

Φρονήσεως δείγμα είνε και το να γελάσης πρώτος διά την αφροσύνην σου, πριν γελάσουν οι άλλοι.

Εταίριαζε να έμενα έως εκεί που πρέπει, και όλ' αυτά να τ' αρνηθώ· αλλά, το καθώς πρέπει ας 'πάγη τώρατο καλόν. — Με αγαπάς; — Το ξεύρω θα μου ειπής πως μ' αγαπάς, κ' εγώ θα σε πιστεύσω αλλά και αν με τ' ορκισθής 'μπορείς να με γελάσης εις απιστίας εραστών ο Ζευς γελά, μας λέγουν. Αν μ' αγαπάς, ειπέ μου το αληθινά, Ρωμαίε.