United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ημείς θέλομεν ξεδικηθή, μου έλεγεν· ο φίλος μας που ενόμιζε να γένωμεν παίγνιον εις τον κόσμον θέλει γένη αυτός μύθος της χώρας. Και κατά αλήθειαν ευθύς που η Ζεμπρούδα εμίσευσεν από τον κριτήν, αυτός έστειλεν ένα μουχξούρι εις το σπήτι του Ουστά Ομάρ, και τον έκραξε διά να έλθη εμπροστά του. Ο βαφιάς ήρθεν όλος τρεμάμενος έμπροσθέν του τον οποίον βλέποντας ο κριτής, τον έβαλε να καθήση κοντά του.

ΔΙΟΓ. Αλλά, καλέ Μαύσωλε, ούτε την δύναμιν εκείνην πλέον έχεις, ούτε την μορφήν και αν καλέσωμεν ένα κριτήν ωραιότητος, δεν βλέπω διατί θα προτιμηθή το δικό σου το κρανίον από το δικό μου• διότι και τα δύο είνε φαλακρά και άσαρκα, και των δύο φαίνονται τα δόντια ομοίως, και οι δύο έχομεν χάσει τα μάτια και η μύτες μας έχουν γείνει σιμές• ο δε τάφος και τα πολυτελή εκείνα μάρμαρα ίσως μεν χρησιμεύσουν εις τους Αλικαρνασσείς διά να τα επιδεικνύουν εις τους ξένους και να υπερηφανεύωνται, ότι έχουν ένα τόσο μέγα οικοδόμημα• αλλά συ, φίλε μου, δεν βλέπω τι απολαύεις εξ αυτού, εκτός αν θέλης να 'πης ότι αχθοφορείς περισσότερον από ημάς τους άλλους, διότι ευρίσκεσαι υπό το βάρος τόσων μεγάλων λίθων.

Έτσι λοιπόν να κάμετε, και εάν θέλετε να με ακούσετε, εκλέξατε ένα ραβδούχον και διευθυντήν και πρόεδρον ο οποίος να σας κρατή το μέτρον του μήκους των ομιλιών και του ενός και του άλλου. — Αυτά ήρεσαν εις τους παρευρισκομένους και όλοι τα επεδοκίμασαν, και ο Καλλίας είπεν ότι δεν θα με αφήση να φύγω και με παρεκάλουν να εκλέξω κριτήν της συζητήσεως. Είπον τότε εγώ.

ΘΕΡΣ. Έχω ήδη ένα πλεονέκτημα, ότι ο Μένιππος σε αναγνωρίζει όμοιον με εμένα και δεν διαφέρεις όσον ο τυφλός εκείνος Όμηρος ηθέλησε να παραστήση λέγων ότι είσαι ο ωραιότερος όλων. Εγώ ο κρομμυδοκέφαλος και φαλακρός δεν εφάνηκα χειρότερος εις τον κριτήν. Τώρα δε, Μένιππε, κύτταξε να μας 'πης και ποίος είνε ο ευμορφότερος. ΝΙΡ. Έγω γε, ο Αγλαΐας και Χάροπος, ως κάλλιστος ανήρ υπό ήλιον ήλθον

Αυτά 'πα και μου απάντησεν η σεβαστή μητέρα• 180 «και με πολλήν υπομονήτα μέγαρα σου ακόμη εκείνη μένει, κ' έρημη, χωρίς παρηγορία, τα ημερονύκτια δαπανάτα κλάυματα η θλιμμένη. ούτε την εξουσία σου κανείς σου πήρε ως τώρα, αλλ' ήσυχα ο Τηλέμαχος έχει τα κλείσματά σου, 185 και εις τα συμπόσια τον τιμούν ως εις κριτήν αρμόζει, ότι καθένας τον καλεί• και ο γέρος σου ο πατέρας εις τον αγρό του κατοικεί, και ούτ' έρχεταιτην πόλι, ούτ' έχει κλίναις με λαμπρά παπλώματα στρωμέναις• πλην τον χειμώνα σπίτι του κοιμάτ' όπου και οι δούλοι, 190την στάκτη, 'ς την γωνιά σιμά, κ' είναι κακενδυμένος• και άμ' έλθη ο θέρος και ο καλός καιρός του φθινοπώρου, 'ς το κάρπιμο κηπάρι του παντού τ' αμπελωμένο χαμηλαίς κλίναις έχει αυτός τα πεσημένα φύλλα• κείτεται αυτού και αδημονεί ποθώντας να γυρίσης, 195 κ' ενώ πληθαίνει ο πόνος του τα γέρα τον πλακόνουν. ότι απαράλλακτος καϋμός κ' εμ' έφερετον τάφο• ούτε η καλότοξη θεά μ' ηύρετα δώματά μου και μ' έσβυσεν, η Άρτεμις, με τα λεπτά της βέλη• αλλ' ούτε αρρώστια μ' εύρηκεν απ' όσαις καταλύουν 200 με μαρασμόν ελεεινό την ζήσι των ανθρώπων• αλλ' ο καϋμός σου, η φρόνησι, του ήθους σου η γλυκάδα, αυτά μου εκόψαν την ζωή, λαμπρότατε Οδυσσέα».

Εσβύσθη αμέσως η προθυμία και η τόλμη, την οποίαν έδειχνεν εις όλας τας πράξεις του, εις τας οποίας είχεν οδηγόν, θεατήν και κριτήν τον Καραϊσκάκην, και ωμοίαζεν ως σώμα χωρίς ψυχήν. Όλαι δε αι προσπάθειαι και του αρχιστρατήγου και των αξιωματικών του να το παρηγορήσωσι και να το εμψυχώσωσιν απέβησαν μάταιαι, καθώς τα μετά ταύτα συμβάντα το απέδειξαν.

Μετ' ολίγον όμως ήλθεν εκ Φρυγίας εις Λακεδαίμονα εκείνος, τον οποίον αι τρεις θεαί εξέλεξαν κριτήν του κάλλους των κατά την εις το Άργος διαδεδομένην φήμην, νέος περικαλλής, λαμπρά ενδεδυμένος περίχρυσα ενδύματα βαρβαρικής πολυτελείας και, ερασθείς της Ελένης, ήτις και αυτή τον ηγάπησεν, επωφεληθείς δε της εκείθεν αποδημίας τότε του Μενελάου, απήγαγε την Ελένην και έφυγε μετ' αυτής εις την βουτρόφον χώραν της Ίδης.

Εις τούτην την ομιλίαν ο βαφιάς εκύτταξε τον κριτήν εις το πρόσωπον με θαυμασμόν, και του είπε· αν έχης επιθυμίαν, αφέντη, να με εμπαίξης είσαι νοικοκύρης, και ημπορείς να γελάσης όσον σου αρέσει με την θυγατέρα μου. Όχι, μη γένοιτο, απεκρίθη ο Κατής, εγώ δεν γελώ με κανένα, μα αγαπώ την θυγατέρα σου, και διά τούτο σου την γυρεύω. Ο τεχνίτης ακούοντας έτσι, εδόθηκεν εις ένα μεγάλον γέλωτα.

Μα την αλήθειαν, καθώς εγώ νομίζω, σας είναι αδύνατον να εκλέξετε κανένα σοφώτερον από τον Πρωταγόραν απ' εδώ· εάν δε εκλέξετε μεν κανένα ο οποίος να μη είναι διόλου καλύτερος, είπετε δε ότι είναι καλύτερος, θ' απετέλει και τούτο προσβολήν εις τούτον εδώ, διότι θα ήτο ωσάν να εκλέγατε κριτήν ενός ανικάνου ανθρώπου· επειδή όσον αφορά εις εμέ αυτό δεν μ' ενδιαφέρει διόλου.

Ούτω μετά πραότητος έκρινεν ο Ιησούς τον κριτήν Του. Εις τα βάθη της ψυχής του ο Πιλάτος ησθάνθη την αλήθειαν των λόγων, σιωπηλώς ανεγνώρισε την υπεροχήν του δεσμίου και του μεμωλωπισμένου θύματος. Παν ό,τι ανθρώπων έμενεν εν αυτώ ερρίγησεν ασύνηθες ρίγος προς τας ολίγας ταύτας αταράχους λέξεις του Υιού του Θεού.