Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


αλλ' ήδη εις το πάθος αντιτάσσεται η σκέψις· ο Αμλέτος δεν σπεύδει προς το έργον^ μόνον ορκίζεται να έχη ως προορισμόν του την παραγγελίαν του πατρός του· ό,τι κατά πρώτον και μακρόθεν του παρουσιάσθη απλούν και εύκολον, τώρα, άμα έθεσε τον πόδα εις το πρακτικόν έδαφος, του φανερόνεται σύνθετον και δύσκολον^ εις όλο το φονικόν εκείνο δράμα αυτός βλέπει την εικόνα καθολικής αποσυνθέσεως, φρίττει και αδημονεί ότι εις αυτόν έτυχεν ο βαρύτατος κλήρος της αναπλάσεως·

Διότι ζαλίζεται ωσάν κρεμασμένος υψηλά και βλέπει με βλέμμα μετεωρισμένον και επειδή είναι ασυνήθιστος και αδημονεί και απορεί και τραυλίζει, δεν λέγω ότι γίνεται γελοίος εις τας Θρακίσσας ούτε και εις κανένα άλλον απαίδευτον, διότι αυτό δεν το εννοούν, γίνεται όμως γελοίος εις τους λαβόντας αντίθετον ανατροφήν από την ανδραποδώδη.

Μα τι, το κρυφτό παίζουν; Κακό χρόνο νάχουν! Αδημονεί ως εάν επλήρωσε θεωρείον εις παράστασιν βραδύνουσαν και είνε έτοιμη να πετάξη το μαξιλάρι της εις την σκηνήν. Οι χαρτοπαίκται λέγουν ότι των ανθρώπων ο χαρακτήρ φαίνεται εις τα χαρτιά.

Αυτά 'πα και μου απάντησεν η σεβαστή μητέρα• 180 «και με πολλήν υπομονήτα μέγαρα σου ακόμη εκείνη μένει, κ' έρημη, χωρίς παρηγορία, τα ημερονύκτια δαπανάτα κλάυματα η θλιμμένη. ούτε την εξουσία σου κανείς σου πήρε ως τώρα, αλλ' ήσυχα ο Τηλέμαχος έχει τα κλείσματά σου, 185 και εις τα συμπόσια τον τιμούν ως εις κριτήν αρμόζει, ότι καθένας τον καλεί• και ο γέρος σου ο πατέρας εις τον αγρό του κατοικεί, και ούτ' έρχεταιτην πόλι, ούτ' έχει κλίναις με λαμπρά παπλώματα στρωμέναις• πλην τον χειμώνα σπίτι του κοιμάτ' όπου και οι δούλοι, 190την στάκτη, 'ς την γωνιά σιμά, κ' είναι κακενδυμένος• και άμ' έλθη ο θέρος και ο καλός καιρός του φθινοπώρου, 'ς το κάρπιμο κηπάρι του παντού τ' αμπελωμένο χαμηλαίς κλίναις έχει αυτός τα πεσημένα φύλλα• κείτεται αυτού και αδημονεί ποθώντας να γυρίσης, 195 κ' ενώ πληθαίνει ο πόνος του τα γέρα τον πλακόνουν. ότι απαράλλακτος καϋμός κ' εμ' έφερετον τάφο• ούτε η καλότοξη θεά μ' ηύρετα δώματά μου και μ' έσβυσεν, η Άρτεμις, με τα λεπτά της βέλη• αλλ' ούτε αρρώστια μ' εύρηκεν απ' όσαις καταλύουν 200 με μαρασμόν ελεεινό την ζήσι των ανθρώπων• αλλ' ο καϋμός σου, η φρόνησι, του ήθους σου η γλυκάδα, αυτά μου εκόψαν την ζωή, λαμπρότατε Οδυσσέα».

Μετέχουσα δε των δύο τούτων αισθημάτων και αδημονεί διά τον παράδοξον χαρακτήρα του πάθους, και μη δυναμένη να το εξηγήση λυσσά και πλήρης μανίας δεν δύναται να ησυχάση όπου διαμένει ούτε την νύκτα ούτε εν καιρώ ημέρας, αλλά τρέχει με πόθον όπου ήθελε νομίσει ότι θα ίδη τον έχοντα κάλλος· άμα δε τον ίδη και μεταφέρη ως δι' οχετού εντός της ίμερον, ανοίγει μεν τους τότε συμπεφραγμένους πόρους, λαβούσα δε αναπνοήν παύει από του να κεντάται και να υποφέρη, και καρπούται πάλιν κατά τας στιγμάς ταύτας την γλυκυτάτην αυτήν ηδονήν.

Λέξη Της Ημέρας

ισχνά

Άλλοι Ψάχνουν