United States or Democratic Republic of the Congo ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκεί, έμπροσθεν των δύο λίθων, επέζευσεν ο παππά Νάρκισσος. Ο Γεροθανάσης έδεσε διά του σχοινίου τους δύο εμπροσθίους πόδας του όνου, προς περιορισμόν της ελευθερίας του, και εισήλθεν εις τον μικρόν καλλιεργημένον περίβολον, προχωρών προς την καλύβην. Ο ιερεύς τον παρηκολούθει. Μετ' ολίγα βήματα ο χωρικός εστράφη.

Το μαρτύριον της πείνης είναι τόσω μάλλον αλγεινόν, όσον διερεθίζεται από τας επιπροσθέτους βασάνους της φαντασίας. Και αν η ανωτέρω εικασία είναι ορθή, τότε και αυτό το σχήμα και αυτή η θέα των λίθων εκείνων υπεβοήθουν μεγάλως το καταχθόνιον και πονηρόν έργον του πειρασμού. Ο πρώτος πειρασμός απηυθύνετο εις τας αισθήσεις.

Τότε δε λέγεται ότι το φυτόν ξηράνεται και ότι τα δένδρα γίνονται ηλιόβλητα. Διά τούτο κατά τας εποχάς ταύτας θέτουσιν εις τας ρίζας των φυτών είδη τινά λίθων και ύδωρ εντός αγγείων, όπως ψύχωνται αι ρίζαι των φυτών.

Αλλά δευτέρα ραγδαιοτέρα χάλαζα λίθων τον έκαμε να οπισθοδρομήση με δύο πληγάς εις την κνήμην και εις τον βραχίονα. — Να κι' άλλη ζυγιά! εφώναξεν αδιάλλακτος ο Στάμος. — Να κι' άλλη ζυγιά! ηλάλαξαν τα παιδιά.

Στέγη ανώμαλος και μαυρισμένη, πού μεν εισέχουσα, πού δε κυφή, ως να ήτο σεσαλευμένη εκ σεισμού, ραγάδες και εξοχαί εις τας άκρας και τας γωνίας, τεμάχια κιόνων, ανάμικτα μετ' ανεπεξεργάστων λίθων, αποτελούντα τους τοίχους της οικοδομής, τοιούτον ήτο το μέλαθρον του φιλοσόφου.

Οι υετοί ήρχισαν να παρασύρουν έν προς έν του αρχοντικού οίκου τα στολίσματα, τα οποία δεν αντικαθίσταντο καθώς τα φεύγοντα του ανθρώπου έτη, το κάλλος και η υγεία. Το μέγαρον εγήρασεν. Ένας σωρός και αυτό λίθων και πλίνθων και ξύλων. Ο βορράς εσύριζε τον χειμώνα, εισορμών βιαίως διά των θραυσθέντων παραθυροφύλλων.

Ο ακόλουθος επανήλθε μετ' ολίγον φέρων χρυσούν κάνιστρον. Ο Νέρων έλαβεν εκ του κανίστρου λαμπρόν περιδέραιον εκ χονδρών λίθων, το περιέφερεν επί τινα λεπτά εντός της χειρός του·Ιδού κοσμήματα άξια της εσπέρας ταύτης, είπε. — Λάμπουν σαν την αυγήν, είπεν η Ποππέα, ούσα βεβαία ότι το περιδέραιον εκείνο προωρίζετο δι' αυτήν.

Ο είς των ποιμένων πλαγιασμένος εγγύς, ήτο σιωπηλός, αφαιρεθείς προς το ανακάχλασμα της χύτρας, ήτις τεθείσα πλέον επί δύο λίθων εν τη πυρά εμαγείρευε των Χριστουγέννων το φαγητόν, εξάγουσα από των άκρων του καλύμματος ευώδη βράζοντας κρέατος αχνόν, κινούντα την όρεξιν των ποιμένων. — Του κάκου περιμένομε, είπε μετ' ολίγον χασμηθείς πομπωδώς. Παπάς δεν θ' άρθη. Ο Χριστός θα μείνη αλειτούργητος.

Ησθάνετο την ανάγκην να έχη συντροφιάν την πνοήν της μητρός του,. . Ευτυχώς η μήτηρ του τού είχεν αφήσει και άλλην συντροφιάν, την φωτιάν την οποίαν είχε θρέψει με ξύλα πολλά και κουτσούρες επίτηδες, και αφού την περιώρισε μεταξύ πλακών και λίθων, μακράν παντός ξηρού χόρτου ή θάμνου χλωρού ή ρίζης δένδρου, είπεν ότι την αφίνει «για συντροφιά» και δεν την έσβυσε.

Ουδέν τουλάχιστον γνωρίζομεν έπος ποιηθέν εις ανάμνησιν κοινοβουλευτικών αγώνων ή της τεκτονικής των καστόρων βιομηχανίας· περί οιουδήποτε δε άλλου πράγματος εκτός ψήφων και λίθων ούτε φροντίζει ούτε θέλει ν' ακούση ο σήμερον Έλλην.