United States or Rwanda ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είχα αποτυφλωθή κυριολεκτικώς και αποσβολωθή από την μεγαλοπρέπειάν του. Ήξευρα ότι ο νέος μου φίλος ήτο πλούσιος. Η κοινή φήμη ωμιλούσε περί της περιουσίας του τόσον πομπωδώς, που και εγώ αυτός με ελαφρότητα διεμαρτυρόμην διά την υπερβολήν.

Κι' όταν, από τους άνδρες μας κρυφά, στης αποθήκες πάμε για φρούτα και κρασί, πάντα μπροστά μας βγήκες, και μολονότι εγκληματείς μαζύ μας τόσους χρόνους, ποτέ δεν το μαρτύρησες, λυχνάρι, στους γειτόνους! Ο μονόλογος ούτος της Πραξαγόρας πρέπει ν' απαγγέλληται υπό του ηθοποιού όσον οίον τι πομπωδώς, διότι διά τούτου παρωδεί και σατιρίζει ο Αριστοφάνης το ύφος των τραγικών ποιητών.

Άκουσε λοιπόν. Η Αϊμά ετοποθετήθη καλλίτερον επί του σκίμποδος εφ' ου εκάθητο, και ητοιμάσθη ν' ακούση απλήστως τας τοσούτον πομπωδώς προαγγελλομένας αποκαλύψεις της αδελφής Σιξτίνης. Ιππόται και πειραταί. Η Σιξτίνα ήρχισεν ως εξής·Προ δέκα ετών ήμην εν Ρόδω περιποιουμένη τους ασθενείς και τους πληγωμένους.

Την απαισίαν ταύτην χρήσιν των Αγγλικών χρημάτων μαρτυρούσι πάντες σχεδόν οι ιστορικοί , περιγράφει δε μετά πλείστων λεπτομερειών και προφανούς χαιρεκακίας ο Finlay, όστις κατηγορεί τα μέλη του εκτελεστικού ως εξοδεύσαντα τα χρήματα μετ' ατιμίας και αφροσύνης , τους κυριοτέρους οπλαρχηγούς ως δωροδοκουμένους όπως επιτεθώσι κατά των συμπατριωτών αυτών, και τα μέλη του νομοθετικού ως καταναλώσαντα ουχί μικρά ποσά εν συντροφία πολυαρίθμων πολιτικών οπαδών, πομπωδώς ονομαζομένων δημοσίων υπαλλήλων.

Ο Πρωταγόρας ιδίως, διά να επιβληθή και εις αυτόν τον Σωκράτην και εις τους άλλους παρισταμένους, πληροφορεί σοβαρώς και πομπωδώς ότι διδάσκει την τέχνην της διοικήσεως των ιδιωτικών και δημοσίων υποθέσεων, δηλ. την πολιτικήν. Ο Σωκράτης δεικνύει απορίαν περί του αν είναι δυνατόν να διδάσκηται η πολιτική.

Τότε ο κύριος Δε-Κοκ εχαιρέτησε τον εαυτόν του, εφίλησε το ίδιόν του χέρι πομπωδώς και συνέκρουσε το ποτήρι του με το της κυρίας. — Επιτρέψατε, φίλε μου, είπεν ο κ. Μαγιάρ απευθυνόμενος προς εμέ, επιτρέψατε να σας στείλω ολίγο μοσχαράκι και περιμένω την κρίσιν σας.

Αλλ' όμως Πλατωνικός εγώ, δεν δύναμαι να αποκηρύξω τα του Πλάτωνος. Τούτο θα ήτο τερατώδες. Εν τούτοις δεν ενθουσιώ πλέον. Το πυρ της διανοίας μου εσβέσθη, και έμεινε τέφρα και σποδός. Αισθάνομαι το κενόν περί εμέ, το κενόν και εν εμοί. Οποίος σαρκασμός διά το όνομα όπερ πομπωδώς ανέλαβον! Μετά τοσούτους δισταγμούς και ταλαντεύσεις επιθυμώ να επανέλθω εις τον κατά φύσιν άνθρωπον.