Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Η Μπαμπέττα ωμιλούσε και διηγείτο· και της ήρμοζε πολύ καλά, — ενόμιζε ο Ρούντυ· να κάνη παρατηρήσεις διά το γελοίον και υπερβολικόν, που είχαν αι ξέναι κυρίαι εις τα ενδύματά των και εις το βάδισμά των· αυτό δεν το έκαμε διά να τας χλευάση, επειδή ημπορεί να ήσαν ενάρετοι άνθρωποι και μάλιστα αγαπητοί και αγαθοί· αυτό το ήξευρε καλά η Μπαμπέττα, γιατί και αυτή η ίδια είχε μίαν ανάδοχον, που ήτο επιφανής Κυρία Αγγλίς, τοιαύτη.

Ο Βεζύρης, που πάντοτε ωμιλούσε και διά τους τρεις απεκρίθη της· κυρία διά να υπακούσωμεν εις τας προσταγάς σου, ημείς δεν έχομεν άλλο να διηγηθώμεν παρά να επαναλάβωμεν όσα είπαμεν προτού να έμβωμεν μέσα εις το σπήτι σας· ημείς είμεθα πραγματευταί από το Μουσούλ και ήλθαμε εδώ εις την Βαβυλώνα διά να πωλήσωμεν τας πραγματείας μας, τας οποίας έχομεν εις το Βεζυρχάνιον, όπου εκονεύσαμεν· και επειδή διά υποθέσεις της πραγματείας μας ευρισκόμεθα έξω από το κονάκι μακράν, και έως που να γυρίσωμεν επέρασε μέρος της νυκτός και το χάνι εκείνην την ώραν πάντοτε ευρίσκετο κλεισμένον και μη έχοντες άλλο καταφύγιον διά να ξενυκτήσωμεν, περνώντας από το σοκάκι σας κατά τύχην, ακούσαντες λαλούμενα και τραγούδια εκρίναμεν εύλογον να κτυπήσωμεν την θύραν και να παρακαλέσωμεν, εάν είναι ο ορισμός των οικοκυραίων διά να μας φιλοξενήσουν ταύτην την νύκτα· όθεν ηξιώθημεν την καλήν τύχην και τιμήν να λάβωμεν φιλοξενίαν, περιποίησιν, και κάθε άλλην επιδεξίωσιν εδώ εις το αρχοντικόν σας· αυτή λοιπόν είνε η ιστορία μας.

Και εκεί που εστοχαζόμεθα τοιούτης λογής ο Σαέδ μου λέγει· Αυθέντη μου, εγώ στοχάζομαι ότι μη όντας κατοικημένον ετούτο το νησί, είνε ένα σημείον ότι δεν ημπορεί να σταθή κανείς εδώ· αυτό θέλει έχει κανένα πράγμα που το κάνει ακατοίκητον. Αλλοίμονον εις εμέ· οπόταν ο δυστυχής Σαέδ έτσι ωμιλούσε δεν επίστευα ότι λέγει τόσον καλά την αλήθειαν.

Ωμιλούσε διά τα ρούχα της, διά τα έπιπλά της, τα οποία είχεν ακουμβημένα προσωρινώς εις ένα σπήτι, και θα πάη να τα πάρη, και πού να τα βάλη, και πού να τα κουβαλά... και θα φύγη αύριον διά ταξίδι... Τα ίδια επεβεβαίωνε και ο «εξάδελφος» της ο Βαγγέλης.

Αυτά 'πε, και του απάντησα• «τούτα όλα θα σου κάμω, όσα μου λέγεις, άμοιρε, 'ς όλα θα δώσω τέλος». 80 Τέτοιαις ελέγαμε φρικταίς οι δυο μας ομιλίαις• εδώθ' εγώ το ξίφος μουτο αίμα επάνω εκράτουν, κείθε πολλά του φίλου μου το φάντασμα ωμιλούσε.

Εγώ εις εκείνο το αναμεταξύ, που ο βασιλεύς ευρίσκονταν μαζί με τον Αλή, ήλθα εις περιέργειαν διά να ιδώ τον βασιλέα, και απεφάσισα να έμβω εκεί που αυτός ωμιλούσε με τον Αλή. Εμβήκα λοιπόν ωσάν θυγατέρα του ζωγράφου, μην υποπτεύοντας κανένα εναντίον· μα εγελάσθηκα. Ο βασιλεύς ευθύς που με είδεν ετρώθη από τον έρωτα διά εμένα, το οποίον καταλαμβάνοντας το ετραβήχθηκα από εκεί.

Είχα αποτυφλωθή κυριολεκτικώς και αποσβολωθή από την μεγαλοπρέπειάν του. Ήξευρα ότι ο νέος μου φίλος ήτο πλούσιος. Η κοινή φήμη ωμιλούσε περί της περιουσίας του τόσον πομπωδώς, που και εγώ αυτός με ελαφρότητα διεμαρτυρόμην διά την υπερβολήν.

Του κάκου απλόνω με στοργή την ορφανή αγκαλιά μου τώρα όπου τανάθρεψα, πετούνε μακρυά μου. Εξεπλάγησαν αι καλαί θυγατέρες. Πρώτην φοράν ο πατήρ των με τόσην φαιδρότητα ωμιλούσε και ετραγουδούσε. — Άλλη φορά θα σε παίρνωμε πάντοτε μαζί, πατέρα. Σου κάμνει καλό η εξοχή· παρετήρησεν η δευτερότοκος η Μαργιώ.

Η Φαραζάνα ακουόντας αυτά τα λόγια του Αράπη εγέλασεν υπέρ το μέτρον. Αυτή εστοχάζονταν πως εκείνος θα της ωμιλούσε με αυτόν τον τρόπον, διά να την κάνη να στέκη χαρούμενη· εσύ έβαλες τέτοιους στοχασμούς επάνω εις εμένα, του είπεν· είμαι ευχαριστημένη που το έμαθα· Θέλω κυττάξει να φυλαχθώ εναντίον εις έναν άνθρωπον τόσον κακοποιόν καθώς είσαι εσύ.

Ευρίσκοντο εις μεγάλην αμηχανίαν, όταν εμβήκεν. Ο Καραγιάννης . . . — Έρχομαι από το σπίτι σου, είπε εις τον Αντωνέλλον. Το αίσθημ' αυτό ο Αντωνέλλος το έκρυψεν εις τα βάθη της καρδιάς του· δεν ωμιλούσε ποτέ δι' αυτό, εμονολόγει μόνον συχνά πυκνά, ευρίσκων ανακούφισιν του πόνου του εις το κρυφόν αυτό παραλήρημα . . .

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν