United States or Curaçao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήτο ο Φεβρουάριος, ο ελεεινός και δύστροπος Κ ο υ τ σ ο φ λέ β α ρ ο ς του λαού, όστις εμασκαρεύετο και αυτός προσωρινώς και υπεκρίνετο τον Μάιον, αλλ' έμενεν όμως πάντοτε κατά βάθος ο παροιμιακός μην του ψύχους και του βορρά. Την ιδίαν ευθύς εσπέραν μας έφερε βροχήν παγετώδη, και την επομένην πρωίαν ελαφραί χιόνος νιφάδες απεπειρώντο να στρώσωσι λευκάς των οικιών μας τας στέγας.

Κατηραμένον να είναι το Άντιον, το οποίον θα μας χωρίση προσωρινώς, κατηραμένα τα ταξείδια του Αενοβάρβου! Τρισμακάριστος διότι δεν είμαι τόσον πολυμαθής όσον ο Πετρώνιος, διότι τότε θα ήμην ίσως υποχρεωμένος να υπάγω εις την Ελλάδα. Αλλ' η ανάμνησίς σου θα γλυκάνη δι' εμέ τας ώρας του χωρισμού.

Οι Τούρκοι όμως τον επίεζαν λέγοντες ότι διά την ησυχίαν του χωριού έπρεπεν όχι να φυλακισθή προσωρινώς, αλλά να εξορισθή εις την Μπαρμπαριάν ο Πατούχας. Τόσον είχε χαροποίηση τον Σαϊτονικολήν το ανδραγάθημα του Μανώλη, ώστε τον εσυγχώρησεν. — Ας έχη την ευκή μου, έλεγε. Με μιας ήβγαλ' απού την καρδιά μου όλη τη βαροκάρδισι απού τούχα.

Εις την επιθυμίαν του συνήνεσεν ο Σαϊτονικολής, με την ελπίδα ότι η νέα ασχολία θα συνετένει εις τον σωφρονισμόν του και δεν θα του άφηνε καιρόν εις παρεκτροπάς. Το υπόγειον του σπιτιού του ήτο ήδη έτοιμον και αυτό διετέθη προσωρινώς διά την εμπορικήν επιχείρησιν.

Είς των επιβατών επρότεινε ν' αράξωσι προσωρινώς εις την Κεχρεάν, εωσότου κοπάση ο άνεμος. Ο Στεφανής και ο ιερεύς συνεννοούντο διά νευμάτων. Απείχον ακόμη από το Κάστρον υπέρ τα τρία μίλια.

Αμμ' σαν είχε πεθάνει, τάχα τι; είπε κυνικώς η γραία . . . Κ' εσηκώθης . . . κ' ήρθες να ιδής; Η οικία της Γιαννούς, όπου αυτή συνήθως εκατοίκει μετά των δύο αγάμων θυγατέρων τηςκαθότι προσωρινώς τώρα διενυκτέρευε πλησίον της λεχούςέκειτο ολίγας δεκάδας βημάτων βορεινότερα παρέκει.

Ωμιλούσε διά τα ρούχα της, διά τα έπιπλά της, τα οποία είχεν ακουμβημένα προσωρινώς εις ένα σπήτι, και θα πάη να τα πάρη, και πού να τα βάλη, και πού να τα κουβαλά... και θα φύγη αύριον διά ταξίδι... Τα ίδια επεβεβαίωνε και ο «εξάδελφος» της ο Βαγγέλης.

Ο Βασίλης έλαβε τα πτυάρια και τας αξίνας του, και απομακρυνθείς προσωρινώς ήρχισε να κατοπτεύη πού θα εύρισκε μονοπάτι όχι πολύ πατημένον από την χιόνα, ώστε να δύνανται οι άνθρωποι να βαδίσωσιν.

Διά του λόγου , έλεγεν, εκριζόνονται διά παντός, ενώ διά του τρόμου μόνον προσωρινώς καταθλίβονται τα σπέρματα της κακής διαγωγής. Όθεν, κεντών ευστόχως την φιλοτιμίαν μας προς την αρετήν, ποτέ δεν μας απεύθυνεν ύβρεις, κακολογίας, ή ραβδισμούς.

Ο Αγάλλος πρώτην φοράν τους έβλεπε, και διά τούτο του εφάνησαν ως παράδοξος οπτασία. Άμα φθάσαντες, είχον αρχίσει να κτίζωσι κελλίον τι προς διαμονήν των, στεγαζόμενοι προσωρινώς εις χωρικόν τι καλύβιον. Επειδή δεν υπήρχε ναός εις το μέρος εκείνο, είχον κατέλθει να εορτάσωσι τα Χριστούγεννα εις την Κεχρεάν, μιας ώρας δρόμου απέχουσαν.