United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι εν τη Ακροπόλει ιδόντες τους αγώνας τούτους ενεθαρρύνθησαν, και την επομένην ημέραν αποστείλαντες πεζοδρόμον ανήγγειλαν εις τον Καραϊσκάκην, ότι δύνανται ακόμη και δέκα ημέρας περισσότερον ν' ανθέξωσιν· όθεν ας μη βιασθώσιν, αλλ' ας ενασχοληθώσι να κάμωσι καλόν σχέδιον διά να διαλυθή η πολιορκία του φρουρίου.

Απεφασίσθη δε ναποπεμφθώμεν και ημείς εκ της νήσου πριν ή παρέλθη η προθεσμία μας και μόνον την επομένην ημέραν να μείνωμεν. Τότε εγώ κατελήφθην υπό απελπισίας και έκλαια σκεπτόμενος ποίαν ευτυχίαν έμελλα ναφήσω και ναρχίσω πάλιν να πλανώμαι.

Την δε επομένην ημέραν οι μεν τετρακόσιοι, αν και ανησυχούντες, συνηθροίσθησαν εις το βουλευτήριον· οι δε εις τον Πειραιά στρατιώται αφήσαντες τον Αλεξικλέα, τον οποίον είχαν συλλάβει, και κατεδαφίσαντες το τείχισμα ήλθαν εις το παρά την Μουνιχίαν θέατρον του Διονύσου, απέθεσαν τα όπλα και συνεκρότησαν συνέλευσιν.

Το μπακαλόπουλο, διηγείτο προς αυτόν ο γέρων την επομένην νύκτα, φιλοξενών πλέον τον Καπετάνιον εν τω κελλίω του, εν τοις προαυλίοις της αγίας Σοφίας, το μπακαλόπουλο, εμβήκεν από την πίσω πόρτα του αγίου Βήματος, η οποία ανοίγει μόνον το Μέγα Σάββατον το βράδυ και έπειτα μένει κλειστή όλον τον χρόνον.

Όλη η επιστολή απέπνεε χαράν και ελπίδα. Δεν περιείχεν ειμή μίαν μόνην επιθυμίαν, ίνα ο Βινίκιος αποκομίση το σώμα της από του αμφιθεάτρου και την θάψη ως γυναίκα του εις τον τάφον, όπου αυτός έμελλε μίαν ημέραν να αναπαυθή. Την επομένην, όταν ο Βινίκιος ήλθεν εις την φυλακήν, ο εκατόνταρχος του είπεν: — Ο Χριστός σου επεδαψίλευσε σήμερον την χαράν του.

Δεν το κατώρθωσαν την ημέραν εκείνην, αλλά το κατώρθωσαν όμως την επομένην, καθ' ην ο ορίζων των Αθηνών μετεβλήθη διά μιας εις ορίζοντα του Βερολίνου, και το θερμόμετρον κατέβη εις 6 βαθμούς υπό το μηδέν, και αι μύται μας εκοκκίνησαν ως μήκωνες ανθηραί.

Οι δε Έλληνες επεσκεύασαν τα οχυρώματά των και έστησαν και τέσσαρα μικρά κανόνια. Την επομένην ημέραν πριν της ανατολής του ηλίου αντιπαρετάχθησαν αμφότερα τα μέρη εις μάχην.

Κατά την επομένην εκκλησίαν ο Νικίας, με όλην την απάτην εις την οποίαν είχαν περιπέση οι Λακεδαιμόνιοι και αυτός ο ίδιος, αναγκάσας αυτούς να μη ομολογήσουν ότι ήλθαν με πάσαν πληρεξουσιότητα, παρέστησεν ότι ήτο προτιμότερον να γίνουν φίλοι των Λακεδαιμονίων, να αναβάλουν τας μετά των Αργείων διαπραγματεύσεις και να στείλουν ακόμη πρέσβεις εις τους Λακεδαιμονίους διά να μάθουν τι διανοούνται, λέγων ότι ο πόλεμος ανεβλήθη προς το συμφέρον των Αθηναίων και ταπείνωσιν των Λακεδαιμονίων, ότι την ευδαιμονίαν εκείνην την οποίαν είχαν έπρεπε να την διατηρήσουν όσον το δυνατόν περισσότερον χρόνον, ενώ οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι ευρίσκοντο εις δυστυχίαν, είχαν μέγιστον συμφέρον να αρχίσουν τον αγώνα όσον το δυνατόν ταχύτερον.

Επέστρεψαν λοιπόν εις την Σάμον, ενώ οι Πελοποννήσιοι, αποβάντες εις την Μυκάλην, εστρατοπέδευσαν καθώς και ο πεζός στρατός των Μιλησίων και των πλησιοχώρων. Την επομένην κατά την στιγμήν που οι Πελοποννήσιοι έμελλαν να πλεύσουν κατά της Σάμου, ανηγγέλθη εις αυτούς ότι ο Στρομβιχίδης έφθασεν εκ του Ελλησπόντου μετά του στόλου, και επέστρεψαν αμέσως εις την Μίλητον.

Την επομένην ο Νίγηρ, ο αγρονόμος του Βινικίου, παρουσιάσθη εις τον κύριόν του. Χάριν προφυλάξεως είχεν αφήσει εις έν πανδοχείον της Σιδούρρης, μετά των ημιόνων και του φορείου, τους τέσσαρας εμπίστους δούλους του, τους οποίους είχεν εκλέξει μεταξύ των Βρεττανών. Η Βινίκιος τον ωδήγησεν εις τον κοιτώνα του και εκεί του ενεπιστεύθη το μυστικόν.