United States or Caribbean Netherlands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Επειδή δε απέπλευσαν οι Αθηναίοι εις την Ναύπακτον, ευθύς οι Κορίνθιοι έστησαν τρόπαιον ως νικηταί, διότι περισσότερα πλοία εχθρικά κατέστησαν άχρηστα, και διότι δεν ενόμιζαν εαυτούς ως ητηθέντας διά μόνον τον λόγον ότι και οι Αθηναίοι δεν ηξίουν ότι ενίκησαν.

Αυτά 'πε και παράγγειλε ταις δούλαις η Αρήτη ευθύς να στήσουν τρίποδα μεγάλοντην φωτία• και αυταίς λουτρικόν τρίποδατην φλόγα μέσα εστήσαν, 435 έχυσαν μέσα το νερό και κάτω ξύλα εκαίαν• και ζών' η φλόγα την κοιλιά και το νερά θερμαίνει. η Αρήτη ωστόσο το λαμπρό κιβώτιο για τον ξένον έφερε από τον θάλαμο, τα δώρ' αυτού να θέση, τα ενδύματα και τον χρυσόν, 'που οι Φαίακες του δώσαν• 440 κ' έθεσε μέσα φόρεμα κ' έναν χιτώνα ωραίον• και προς αυτόν ωμίλησε με λόγια πτερωμένα• «Συ τώρα ιδέ το σκέπασμα, δέσε καλά τον κόμπο, μητο ταξείδι, οπού θα πας, κανένας σ' αδικήση, ενώ κοιμάσαι ύπνο γλυκότο ολόμαυρο καράβι». 445

Έκλεισε τα όμματα, και ήρχισε να ναναρίζεται μόνη της, υποψιθυρίζουσα ένα τραγούδι ωσάν μοιρολόγι, αλλά δεν είχεν ύπνον. Επανήλθαν πάλιν και της έστησαν πολιορκίαν οι φόβοι και τα φαντάσματα. Τον κλαυθμηρισμόν εκείνον του νηπίου τον ήκουε συχνά μέσα της, βαθειά στα σωθικά της.

Τα ψαράκια με τα γυαλιστά των πτερούγια ήλθαν γύρω της και την συνώδευσαν, έπειτα επροσκάλεσε εκείνα τα ελαφρά έντομα, όσα μοιάζουν ότι είνε καμωμένα από τούλι κεντητό, και διάφορα άλλα ζωύφια με ζωηρούς χρωματισμούς ήλθαν και έστησαν τους χορούς των επάνω από τα άνθη και επάνω από ήσυχα ποταμάκια· και πώς υπήκουον την Νεράιδα!

Κι' ο Έχτορας μιας κι' έπιασε τ' αδερφικό κεφάλι, δεν τ' άφινε· κι' ο Πάτροκλος αντίκρυ απ' το ποδάρι τραβούσε, κι' έστησαν σφαγή οι άλλοι πεισματάρα.

Οι δε Λακεδαιμόνιοι, παραταχθέντες έμπροσθεν των φονευθέντων εχθρών, έστησαν αμέσως τρόπαιον, απεγύμνωσαν τα πτώματα, εσύναξαν τους νεκρούς των, έφεραν αυτούς εις την Τεγέαν, όπου τους έθαψαν, και διά συνθήκης απέδωκαν τους των πολεμίων.

Οι αγύρται έστησαν δύο εργαλεία και ήρχισαν τάχα να υφαίνουν, χωρίς να έχουν πραγματικώς ούτε στημόνι ούτε υφάδι· εζήτησαν μετάξια και χρυσάφια πολυτελέστατα, αλλά αυτά όλα τα έκρυβαν, και εδούλευαν εις τα ψεύματα και χωρίς τίποτε τα εργαλεία, από την αυγήν έως τα μεσάνυκτα. — Ήθελα να εγνώριζα πως προχωρεί το ύφασμα, είπε μέσα του ο βασιλεύς.

Κι' ο Φοίβος τους ξαπόστειλε ένα αγεράκι πρύμο, κι' εφτύς οι νάφτες έστησαν απάνου το κατάρτι 480 και τ' άσπρο ανοίξανε πανί, και το πανί στη μέση απ' τον αγέρα φούσκωσε, και γύρω στην καρίνα αχούσε σαν αρμένιζαν τ' αφροντυμένο κύμα, κι' έτρεχε το καράβι ομπρός οργώνοντας το κύμα.

Αφού λοιπόν συνεφωνήθησαν τα πάντα από τα δύο μέρη και διά λόγων και δι' έργων, οι μεν Αθηναίοι απεβιβάσθησαν διά νυκτός εις την νήσον Μινώαν των Μεγαρέων μετά εξακοσίων οπλιτών οδηγουμένων υπό του Ιπποκράτους, και κρυβέντες εις κάποιον βαθούλωμα της γης, το οποίον δεν απείχε πολύ, έσυραν εξ αυτού πλίνθους διά την κατασκευήν των τειχών οι δε μετά του Δημοσθένους, του ετέρου στρατηγού, ψιλοί Πλαταιείς και άλλοι περίπολοι έστησαν ενέδραν εις το μέρος Ενυάλιον, το οποίον είναι πλησιέστερον εις την πόλιν.

Όταν ο γυιός ο πιο στερνός του Ατρέως, ο ξανθομάλλης Μενέλαος, με την ώμορφη κι αγαπημένη Ελένη, την κόρη του Τυνδάρεου, παντρεύτηκε στη Σπάρτη, δώδεκ' ανθοστεφάνωτα κι απάρθενα κοράσια, οι πρώτες και καλλίτερες στη χώρα αρχοντοπούλες, έστησαν όλες το χορό κ' εχόρευαν αντάμα απ' έξω από την κάμαρα τη μυριοστολισμένη.