United States or Curaçao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είπε, και χάμου το ραβδί αγριόθυμος τινάζει 245 με χρυσοκάρφια κεντητό, κι' έπειτα πάει καθίζει. Κι' εκείθε ο άλλος φρένιαζε. Τότες πετιέται ολόρθος ο χρυσολάλος Νέστορας με τη γλυκιά τη γλώσσα, που κι' από μέλι τούχυνε φωνή πιο ζαχαρένια. Είχε ιδομένες διο γενιές ως τότες να περάσουν 250 στην Πύλο, που γεννήθηκαν πριν στα δικά του χρόνια και μεγαλώσαν, κι' όριζε τότες γενιά των τρίτων.

Ένα πρωί τέλος πάντων είδα στην εφημερίδα ότι εγύρισεν ο συνταγματάρχης από την Θεσσαλίαν κ' ετράβηξα ολόισια εις το σπήτι του. Ήταν δέκα η ώρα και τον ευρήκα ακόμη εις το στρώμα, μακάριο και ροδοκόκκινο, με κεντητό φεσάκι απάνω στη φαλάκρα του. Απόπινε τον καφέ του κ' έπαιζε μ' ένα γάτο. Εφάνηκε σαν να δυσκολεύεται να με γνωρίση, και δεν είχε και πολύ άδικο.

Αλλ' εκείνος ερρουφούσε μακάριος το τσιμπούκι με τον κεχριμπαρένιο λουλά, με τη φέσα ορθή στο κεφάλι, με την βράκα χυμένη λόξες περίγυρα στο κεντητό πεύκι, λέγεις και αναπαυόταν απάνω στα πλούτη του. Δεν έδινε πεντάρα για τις κουβέντες των φτωχών και των δυστυχισμένων αυτός. Ήθελε να είνε σκληρός και άπονος. Μόνον το εγώ του εγνώριζε.

Ήταν η ίδια κάμαρα πού με εδέχθηκε προ τρία χρόνια παίζοντας με το γάτο, με τη διαφορά πως αντίς κεντητό φεσάκι εφορούσε τώρα εις το κεφάλι μια φούσκα με πάγο και εις τα πόδια αντίς παντόφλες συναπισμούς. Με όλο του το χάλι του απέμεινεν ακέραιο το λογικό.

Πλένεται λιγάκι, βάνει τα γιορτινά ρούχα του, τη φουφουλοβράκα τσακιστή ανεμιστή, γαλάζες κάλτσες, μυτερά παπούτσια· ζώνη στη μέση κοκκινομέταξο ζωνάρι· περνά το κεντητό γιλέκο· λεβέντικα τσακίζει στο πλευρό το τουνεζίνικο φέσι και τρέχει στο σπίτι της Λενιώς.

Όλοι πήγαιναν να διασκεδάσουν εκεί πέρα. Σα να βλέπω τη μητέρα σας, τη ντόνα Μαρία Κριστίνα, καθισμένη στον πάγκο στη γωνιά της μεγάλης αυλής. Έμοιαζε βασίλισσα με την κίτρινη φούστα της και το μαύρο, κεντητό της σάλι.

Και τότε η φιλογέλαστη της απαντά Αφροδίτη «Χάρη σου εσένα ν' αρνηθώ δεν πρέπει ουδέ τεριάζει, γιατί στου πρώτου των θεών την αγκαλιά κοιμάσαιΕίπε, και λει απ' τα στήθια της το κεντητό ζουνάρι μυριόχρωμο, πούναι όλα της τα μάγια εκεί πλεγμένα. 215 Εκεί είναι ο Πόθος κι' Έρωτας, εκεί είναι η ξελογιάστρα Γλυκομιλιά που και το νου τον πιο γερό τρελαίνει.