United States or Guernsey ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διαμαντοστόλιστο στέμμα εφορούσε στο κεφάλι και τα πλούσια μαλλιά, γαλάζια χαίτη άπλωναν στις πλάτες ως κάτω στα κύματα. Το πλατύ μέτωπο, τ' αμυγδαλωτά μάτια, χείλη της τα κοραλλένια έχυναν περίγυρα κάποια λάμψι αθανασίας και κάποια υπερηφάνεια βασιλική.

Εφορούσε ράσο παλιό, πού και πού λαδωμένο και παπούτζια χονδρά, με καρφιά στους πάτους και ανοιχτά που εφαινόντανε η χοντρές, μάλλινές του κάλτζες.

Πίσω την αίθουσάν του ωσάν ένα μικρόν ναΐσκον είχε στολισμένην· και το καντηλάκι του έκαιεν ακοίμητον προ των αγίων Εικόνων. Ένας πονηρός μάγειρός του εβεβαίωσεν ότι, αφ' ότου απέθανεν η κυρά Καπετάνισσα, μία χαριτωμένη αρχόντισσα, κρυφά από το πλήρωμα εφορούσε καλογηρικόν σκούφον πίσω εις την πρύμνην κατά την ώραν της προσευχής του, τα μεσάνυκτα.

Και τότε σαν τα σκυλιά, καθώς λέει ο λόγος, άμα τα λύσουν, επηδούσαν, έπαιζαν το σουραύλι, τραγουδούσανε κ' επάλευαν με τους τράγους και τα πρόβατα. Κ' εκεί που διασκέδαζαν, τους έρχεται άξαφνα γέρος, που εφορούσε φλοκάτα και ποδίνες κ' είχε κρεμασμένο στο πλάι του ταγάρι· κ' ήτανε το ταγάρι του παλιό.

Σαστισμένος, καθώς ήτανε φυσικό, πλησιάζει και βρίσκει παιδί αρσενικό, μεγάλο κ' όμορφο και μέσα σε σπάργανα, που δεν ταίριαζαν με την τύχη του να είναι παραρριγμένο. Εφορούσε δηλαδή πανωφοράκι κόκκινο με θηλυκωτήρι χρυσό κ' ήταν κοντά του και σπαθάκι με χέρι φιλντισένιο. Στην αρχή στοχάστηκε, αφού πάρη μοναχά τα σημάδια, ν' αδιαφορήση για το μωρό.

Ήταν η ίδια κάμαρα πού με εδέχθηκε προ τρία χρόνια παίζοντας με το γάτο, με τη διαφορά πως αντίς κεντητό φεσάκι εφορούσε τώρα εις το κεφάλι μια φούσκα με πάγο και εις τα πόδια αντίς παντόφλες συναπισμούς. Με όλο του το χάλι του απέμεινεν ακέραιο το λογικό.

Προ δεκαοκτώ ετών, όταν εβαπτίσθη η Μπαμπέττα, είχεν έλθει αυτή η νονά της εις το Βεξ. Είχε δωρήσει εις την Μπαμπέτταν την πολύτιμον καρφίτσα, που εφορούσε εις το στήθος της. Είχε γράψει δύο φοράς η νονά, και το έτος τούτο θα συνηντώντο με αυτήν και τας θυγατέρας της εδώ εις το Ιντερλάκεν. Αι θυγατέρες ήσαν ανύπανδροι τριάκοντα περίπου χρόνων, ενώ αυτή ήτο μόλις δεκαοκτώ.

Αυτός, βλέποντας εις τα χέρια του όχι μόνον όλα τα εισοδήματά μου, αλλά και όσα άλλα μπορούσε να πάρη η εξουσία μου, — ωσάν ο άνθρωπος, που με το να ξαναλέη ένα ψέμμα έκαμε το θυμητικό του να φταίη τόσο της αλήθειας, όστε αυτός ο ίδιος να πιστεύη το ψέμμα του, — επίστεψε ότι τωόντι αυτός ήταν ο δούκας, ενώ ενεργούσε στο ποδάρι μου, κ' εφορούσε το πρόσωπο της βασιλικής αρχής με κάθε προτέρημά της·απ' αυτά μεγαλώνοντας η φιλαρχία του, — ακούς;

Τότε εγώ επήρα θάρρος και έσκυψα, αφού εκρατήθηκα από έν εκ των πλησίον δένδρων διά να μη ζαλισθώ και πέσω εις το χάσμα• και είδα όλο το εσωτερικόν του Άδου, τον Πυριφλεγέθοντα, την λίμνην, τον Κέρβερον και τους νεκρούς, ούτως ώστε ανεγνώρισα μερικούς εξ αυτών τον πατέρα μου τουλάχιστον είδα καθαρά και εφορούσε τα ίδια ενδύματα με τα οποία τον εθάψαμεν.