United States or Sudan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε σαν τα σκυλιά, καθώς λέει ο λόγος, άμα τα λύσουν, επηδούσαν, έπαιζαν το σουραύλι, τραγουδούσανε κ' επάλευαν με τους τράγους και τα πρόβατα. Κ' εκεί που διασκέδαζαν, τους έρχεται άξαφνα γέρος, που εφορούσε φλοκάτα και ποδίνες κ' είχε κρεμασμένο στο πλάι του ταγάρι· κ' ήτανε το ταγάρι του παλιό.

Επηδοϋσαν όξω στο προάβλιο κατάχλωμα ξεσαρκωμένα σκέλεθρα, που εφάνταζαν ισκιώματα στεγνά, θαμένα ολοζώντανα στης πείνας και της γύμνιας τα πεντασκότεινα κατάβαθα. Όλοι αρρωστημένοι και χλωμοί, και όλοι κιτρινισμένοι, χαλκοπρόσωποι. Όλοι καμπουριασμένοι, αναιμικοί, και όλοι χτικιασμένοι, θειαφοχρώματοι.

Τα παιδιά δεν τον άφιναν πολύ σε ησυχία, τον ακολουθούσαν, επηδούσαν επάνω του, και του διηγούντο ότι, όταν περάση η αυριανή ημέρα και έπειτα η μεθαυριανή και ακόμη μια μέρα, θα έπαιρναν από την Καρολίνα τα δώρα των Χριστουγέννων, και του διηγούντο τα θαύματα που έπλαττε η μικρά τους φαντασία. «Αύριο! εφώναξε, και έπειτα μεθαύριο και έπειτα μια ημέρα ακόμη» και τα αγκάλιασε όλα τρυφερά.

Έκαμαν λοιπόν από μίαν παλαιάν εφημερίδα έν μικρόν πλοιάριον, και έστησαν εις την μέσην τον στρατιώτην, και τον έβαλαν εις το αυλάκι. Αι! πως έτρεχε το νερόν, και πως εκατρακυλούσε· διότι είχε βρέξει πολύ. Έτρεχε και το πλοιάριον με τον στρατιώτην, τα δε παιδία εφώναζαν και εχαίροντο και επηδούσαν.

Οι καλεσμένοιτο νησί ολόκληρογέροντες, παιδιά, γυναίκες και γριές γιορτινοντυμένοι εγύριζαν ανάμεσα στα σκαριά, επηδούσαν μέσα τα παιδιά, τα εψηλαφούσαν οι άντρες, τα εκαμάρωναν, τους εμιλούσαν πολλές φορές· έλεγαν την αξία τους, εχτιμούσαν τη γοργάδα τους, εσυμβούλευαν οι απόμαχοι τον πρωτομάστορα για το καθετί, εμετρούσαν τη χωρητικότητά τους, ελογάριαζαν τα κέρδη τους.

Του Ένα ! του Τρία ! του Πέντ'! του Ιφτά ! ούλοι όξου! Να βγάν'τε και τα πιάτσ'κα σας ουρέ! Να διούμε πάλι τι χαλιέβτε στα σκουτάδια! Άνοιγαν τις πόρτες διάπλατες μέσαθε αφτοί κ' επηδούσαν μες από τις βρώμες τους, διψώντες καθαρόν αέρα και πού να τόνε βρουν.

Όταν τα επρόσταζεν, απλώνοντο ως μία πελωρία ανθοδέσμη, έπειτα πάλιν, εάν μόνον την βέργα της εκινούσεν η Νεράιδα, εχωρίζοντο εις πολλά συμπλέγματα. Άλλα επηδούσαν, άλλα με ανοικτά τα πτερά των έκαμναν ήσυχα κινήσεις τόσον τεχνικάς, ώστε η Ανθούλα δεν εχόρταινε να βλέπη. Αλλά μία μέλισσα εβόμβιζε γύρω της αδιάκοπα.