United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Να, ωραία φιλοδοξία, και να, στάδιο για να ωφελήση κανένας την κοινωνία, όχι του παρά και της επίδειξης, μα την κοινωνία της πείνας, που είναι και η πιο μεγάλη. ΦΙΝΤΗΣ Βλέπεις χαμηλά και ταπεινά. Τι με νοιάζει εμένα για την κοινωνία της πείνας. Ας βρη ψωμί να φάη, αλιώς ας πεθάνη. Εγώ κοιτάζω την οικογένειά μου, τόνομά μου, την περιουσία μου κι ακόμα τον τρόπο που να φτάσω ψηλά.

ΒΛΕΠΥΡΟΣ Όχι, για όνομα θεού! αυτό να μη το κάνετε, γιατί με δίχως ψέματα της πείνας θα πεθάνετε. ΧΟΡΟΣ Άφησε τη γυναίκα σου, ώ άνδρα, να μιλήση. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Ούτε κανείς το γείτονα στο μέλλον θα φθονήση, κι' ο ένας δεν Θάνε γυμνός, κι' ο άλλος δεν θα κλέβη, ούτε φτωχός θα βρίσκεται, ούτε θα κοροϊδεύη κανένας, κι' ούτ' ενέχυρα θα βάζουνε συνάμα. ΒΛΕΠΥΡΟΣ Εάν δεν είνε ψέμματα, είνε μεγάλο πράμα.

ΝΕΑΝΙΑΣ Ναι, όποιος θέλει δηλαδή να πάη με την τύχη, όπως στα ζάρια γίνεται, ας πάρη όποια τύχη. Α' ΓΡΑΥΣ Μα με τα ζάρια, όπως λες, δεν τρως κι' όταν πεινάς. ΝΕΑΝΙΑΣ Δεν ξέρω τι μου τσαμπουνάς. Την πόρτ' αυτή κτυπώ εγώ• έτσι θαρρώ καλήτερα. Α' ΓΡΑΥΣ Όταν κτυπήσης δηλαδή την πόρτα μου προτήτερα. ΝΕΑΝΙΑΣ Εγώ δεν θα κτυπήσω κρησάρες να ζητήσω.

Μωρή και δε μου λες, μορφούλα μου, πως είσαι θεόλωλη και μας έφερες έτσι δα άνω κάτω δίχως λόγο στα καλά καθούμενα; Μωρή, και δεν τρέχεις στις ελιές σου, κακόσυρτη, και δεν αφίνεις τις ρόκες και τα προικιά, μην πάτε και ψοφήστε της πείνας, κ' εσύ κ' η θεια σου;

Τω όντι δε τα μέλη του σώματος της εφαίνοντο απολέσαντα την αίσθησιν του καμάτου. — Αν είν' έτσι, πάμε, έλεγεν ο Γύφτος. Και η Αϊμά ηγείρετο και τον ηκολούθει. Ότε έφθασαν εις λόφον τινά, ου αντικρύ εφαίνετο κώμη τις, ο Πρωτόγυφτος τη είπε·Πεινάς; — Όχι, απήντησεν η Αϊμά. Ουδ' ησθάνετο δε την πείναν, αν και ουδέν είχε φάγει από δύο ημερών. — Δεν γίνεται, είπεν ο Γύφτος· κ' εγώ πεινώ.

Αλλά να πεινάς και να βλέπης τους περί σε ωχρούς εκ της ασιτίας, και να μη βλέπης πόθεν να προμηθευθής τεμάχιον άρτου, και να έχης ανάγκην δυνάμεων διά να τρέχης, διά να περιθάλπης άλλα αδύνατα και αγαπητά περί σε όντα..... Ω ! μόνος ο διελθών τοιαύτας στερήσεις δύναται να εννοήση την πικρίαν των !

Την διέτασσεν επιμόνως να 'πάγη εις την βοσκήν των γαλιών χωρίς να ηξεύρη ότι την εξέθετεν εις κίνδυνον φοβερόν, από τον οποίον πολύ δυσκόλως λυτρούται ο άνθρωπος, διότι κύριον εχθρόν έχει τον εαυτόν του. Δεν ηδύνατο όμως να κάμη και άλλως, η Σμάλτω. Αφού ο Στάθης δεν ήτο πλέον εκεί ώφειλεν αύτη να συνοδεύση τα γαλιά· δεν έπρεπε να τ' αφήση να ψωφήσουν της πείνας!

Δεν έχει αυτός δικαίωμα να βγάζη ψωμί από χριστιανούς. Να τονε μηνύσουμε, να τονε μάθη ο κόσμος, να πεθάνη της πείνας, να ζη χωρισμένος από τους ομόφυλούς του, ν' αφοριστή, να βουρκολακιάση! Τέτοια του έψαλλα του Θοδωράκη απάνω στον ηλιακό. Αθώο παιδί, δεκαφτά χρονώ! Όχι όμως κι ολότελα τυφλωμένος. Κατιτίς μούλεγε πως δεν είταν ο Θοδωράκης μονάχος. Πως εδώ τέτοια τραγουδάκια δεν έχει.

Ένας Ευμορφόπουλος ψοφάει της πείνας μα δε δουλεύει τους δούλους του· όχιδεν τους δουλεύει! Και σηκώνοντας το κεφάλι περήφανα, εβάδισε αργά και μεγαλόπρεπα και μπήκε στο γραφείο του, σκυλοβρίζοντας το Θεομίσητο και τη γενιά του.

Μα αφτός γιομάτος θάρρος πάντα πότε όρμαε στο σωρό, πότε έστεκε αλυχτώντας τρομαχτικά, μα πίσω πια δε σάλεβε ούτε βήμα. 160 Κι' όπως λιοντάρι που ψοφάει της πείνας δε μπορούνε βοσκοί λαγκαδοκοίμητοι από σφαχτό να διώξουν, έτσι κι' οι Αίιδες, οι διο χαλκόφραχτοι ασπιστάδες, τον Έχτορα απ' τον Πάτροκλο να σκιάξουν δε μπορούσαν.