United States or Czechia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εγώ ‘ς την Μάντουαν θα στείλω, εκεί όπου εξέφυγεν αυτός εξωρισμένος, να του κεράσουν κάτι τι που δεν το περιμένει, ώστε να 'πάγη, συντροφιάν να κάμη τον Τυβάλτην και την καρδιάν σου με αυτό θα την ευχαριστήσω. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Ω! την καρδιάν μου τίποτε δεν θα ευχαριστήση, αν τον Ρωμαίον δεν ιδώ... νεκρόν ... το παν νομίζω, αφού εκείνον π' αγαπώ δεν έχω... και μου λείπει.

Ν' αφήση εκείνο το ωραίον μέρος, όλες εκείνες της πεταλουδίτσες, που την διεσκέδαζαν και να πάγη, πού; Εις το σχολείον! Ω, όχι. Καλή Νεράιδα, της λέγει, εσύ που μου κάμνεις ό,τι θέλω, δεν πηγαίνω εις το σχολείον. Άφησέ με να μείνω πάντα εδώ, τι τα θέλω τα γράμματα! Εκείνην την στιγμήν ανάμεσα εις της πρασινάδες είδεν η Ανθούλα ένα μεγάλο λουλούδι απλωμένοτον ήλιον ολόχρυσο σαν φορεματάκι.

Ο Στάθης εγέλασε βεβιασμένως. Πολύ παράδοξος του εφαίνετο η απάντησις αύτη της γυναικός του. Και όχι τόρα διότι ήτο νεόνυμφος αλλά και γραία αν ήτο πάλιν δεν επετρέπετο εις την Σμάλτω να πάγη εις τον μύλον.

Έλα αύριον, σε παρακαλώ· ή, καλλίτερα, έλα πρωί πρωί εις το Νοσοκομείον. — Τα βλέπεις τώρα, κυρά; υπέλαβεν η μαγείρισσα, ενώ απέθετε τον βαρύν της δίσκον επί της τραπέζης. Και στρεφομένη προς τον κύριόν της, — Έβγαλα τον λάρυγγα μου, επρόσθεσε, να της λέγω να 'πάγητο Νοσοκομείον και δεν ήθελε να με ακούση.

ΙΟΥΛΙΕΤΑ Να τον αρέσω θα ιδώ, αφού εσύ το θέλεις, αν ήναι με το να ιδώ να έλθη το ν' αρέσω· αλλά δεν έχω τον σκοπόν ν' αφήσω την 'ματιάν μου να 'πάγη πλέον μακρυά από την άδειάν σου. ΥΠΗΡΕΤΗΣ, εισερχόμενος.

Φύγ' απ' εδώ Υπομονή, και γείνου οδηγός μου εσύ Μανία φοβερά, πώχεις φωτιάντα μάτια! Τυβάλτη, 'πίσω πάρε τον τον λόγον που μου είπες και ο αχρείος είσαι συ! Επάνω μας πλανάται του Μερκουτίου η ψυχή, και συντροφιάν προσμένει την ιδικήν σου την ψυχήν εκεί να του την στείλω. Κατόπιν του ο ένας μας θα 'πάγη, ή κ' οι δυο μας!

Χριστός και Παναγιά, παιδάκι μου! — Κ' έπεσε το πεπόνι από τα χέρια της, κ' έγεινε σαν πήττα! Κ' έσιαξε το φακιόλι στο κεφάλι της, κ' επήρε τον δρόμο. Δηλαδή τα σπαρμένα και τ' άσπαρτα χωράφια κατ' ευθείαν για να φθάση όσον το δυνατόν γρηγορώτερα. Εγώ που την ήξευρα, την αφήκα να πάγη.

Την διέτασσεν επιμόνως να 'πάγη εις την βοσκήν των γαλιών χωρίς να ηξεύρη ότι την εξέθετεν εις κίνδυνον φοβερόν, από τον οποίον πολύ δυσκόλως λυτρούται ο άνθρωπος, διότι κύριον εχθρόν έχει τον εαυτόν του. Δεν ηδύνατο όμως να κάμη και άλλως, η Σμάλτω. Αφού ο Στάθης δεν ήτο πλέον εκεί ώφειλεν αύτη να συνοδεύση τα γαλιά· δεν έπρεπε να τ' αφήση να ψωφήσουν της πείνας!

Εταίριαζε να έμενα έως εκεί που πρέπει, και όλ' αυτά να τ' αρνηθώ· αλλά, το καθώς πρέπει ας 'πάγη τώρατο καλόν. — Με αγαπάς; — Το ξεύρω θα μου ειπής πως μ' αγαπάς, κ' εγώ θα σε πιστεύσω αλλά και αν με τ' ορκισθής 'μπορείς να με γελάσης εις απιστίας εραστών ο Ζευς γελά, μας λέγουν. Αν μ' αγαπάς, ειπέ μου το αληθινά, Ρωμαίε.

Αν εζήτει να πάγη εις κανένα ανεμόμυλον των πέριξ χωρίων δεν ήτο και κακόν, διότι όλοι οι μυλωθροί ήσαν γνώριμοι, άνθρωποι έντιμοι και σοβαροί και ως επί το πλείστον αι γυναίκες επήγαινον τ' αλέσματα, των ανδρών ασχολουμένων εις άλλας βαρυτέρας εργασίας.