Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025
Τα είπαμε. Έχει σίγουρη αρρώστεια. Λοιπόν εμείς θα τα πούμε εδώ ένα χεράκι με την κυρία και σε περιμένομε να κάνω με το αποβέγγερο. ΒΕΡΑ — Αλήθεια, κύριε Φλέρη. Σε λίγο θα βγη και το φεγγάρι και θα μας απαλλάξη απ' αυτή τη γυάλινη φούσκα. Θα είναι ωραία. ΦΛΕΡΗΣ — Δεν αργώ. Έφθασα. Φεύγει προς το ξενοδοχείο. Ο Μιστράς την ακολουθεί.
Ο καπετάνιος βλαστημώντας τους Ρούσους και τον έμπορο και τα γλυκά, ετοιμάστηκε να παλαίψη παληκαρίσια. — Άλα, παιδιά· εφώναξε, κυτάζοντας περίγυρα σαν αγριόγατος· μάινα πανιά! ούτε φούσκα να μείνη στις σταύρωσες, ούτε σχοινί στα ξάρτια, ούτε χαραμάδα στο κατάστρωμα!... Σε μισή ώρα ούτε φούσκα έμεινε στις σταύρωσες, ούτε σχοινί λυτό στα ξάρτια, ούτε χαραμάδα εύκαιρη στο κατάστρωμα.
ΣΩΚΡΑΤΗΣ Όταν αγέρας σηκωθή ξερός, και μέσα τους χωθή, τότε σαν φούσκα της φυσά, όπου με βια της σπάει κι' απ' την πυκνότητα βαρύς έξω ευθύς πηδάει, και τούτο γίνετ' αφορμή, απ' τη μεγάλη την ορμή κι' από τον κρότο τον δικό του, να καίη αυτός τον εαυτό του. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω, μα τον Δία! να γιατί στων Διασίων τη γιορτή το ίδιο πράμα έπαθα χωρίς να το νοήσω.
Στον μυτερόν εκείνο λόφο σιμά στη Φλωρεντία, όπου ξαπλωμένοι είναι οι ερωτευμένοι του Giorgione, πάντα είναι ηλιοστάσιο μεσημεριού, μεσημεριού που κάτω από τους καλοκαιρινούς ήλιους δίνει τόσην ατονία, που το ισχνό γυμνό κορίτσι δύσκολα να μπορή να βουτήξη στη μαρμαρένια γούρνα τη στρογγυλή φούσκα του κατακάθαρου ποτηριού και τα μακριά δάκτυλα του κιθαριστή κάθονται ήσυχα 'πάνω στις χορδές.
Τότε ο Μηριόνης τρέχοντας κατόπι τον προφταίνει, 65 και μια του δίνει κονταριά δεξά στο κωλομέρι, π' αντίκρυ ο στόκος πρόβαλε, στο κόκκαλα από κάτου, κατά τη φούσκα. Κι' έπεσε στο γόνα ξεφωνώντας, και χάρος κατασκότεινος του σφάλησε τα μάτια.
Ήταν η ίδια κάμαρα πού με εδέχθηκε προ τρία χρόνια παίζοντας με το γάτο, με τη διαφορά πως αντίς κεντητό φεσάκι εφορούσε τώρα εις το κεφάλι μια φούσκα με πάγο και εις τα πόδια αντίς παντόφλες συναπισμούς. Με όλο του το χάλι του απέμεινεν ακέραιο το λογικό.
Κατεβαίνει ο βουτηχτής κάτω στης θάλασσας τον πάτο· μέσα σ' ένα λάστιχο κατεβαίνει μαζί του κι ο γλυκός ο Παρειανός αέρας· κάποτες βλέπεις μια φούσκα, μιαν ασπράδα που ανεβαίνει· θα πη πως ο βουτηχτής πήρε την αναπνοή του, κ' έτσι μπορείς να καταλάβης σε τι μέρος βρίσκεται ο βουτηχτής.
Μην ελπίζεις, θα σ' το ειπώ. Πριν ακόμα αρχινήσης Ένα τι να ιστορήσης, Θα σ' ακούσουν πανταχού. Χα χα χα, και χα χα χου. Ομιλόντας θα γελάσεις, Τοσοπού, πως θέλα σκάσεις Σαν τη φούσκα, σε θαρρούν, Όσοι στέκουν και τηρούν. Και αν ως τέλος καταντήσης, Λόγο ν' αποξεστομήσης, Τότε πέφτεις καταγής Οχ τα γέλια να πνιγής.
Έτοιμος ήμουν να την παραιτήσω και να ξαπλωθώ, προσμένοντας ήσυχα τον θάνατο. Αλλά στην ώρα που έκανα τη σκέψι ακούω τον ναύκληρο να φωνάζη από την πλώρη: — Πανί, παιδιά! ένα πανί!... — Ένα πανί! φωνάζω κ' εγώ χωρίς να ιδώ τίποτα. Είδαμε τέλος όλοι μακριά ένα μικρό χαμηλό πανάκι που αρμένιζε τον μαΐστρο. Δεν ήταν μεγαλήτερο από φούσκα και όμως εφάνηκε θεόρατο. Με μιας εζωντάνεψα.
Και εις τον ίδιον καιρόν μου εδόθηκαν διάφορα όργανα, και τα ελάλησα, τραγουδώντας καλύτερα από την άλλην ημέραν· έπειτα με επρόσταξε διά να χορέψω· εγώ διά να δείξω την μάθησιν που είχα εις τους χορούς, ηθέλησα διά να κάμω ένα χορόν, ο οποίος είχε πολλά πηδήματα και κίνησιν σφοδράν και εκεί που ερριχνόμουν με σφοδρότητα, η φούσκα που είχα εις το κεφάλι, μη όντας καλά βαλμένη, μου επετάχθη από το κεφάλι και έπεσε κατά γης, και ευθύς τα μαλλιά μου εξαπλώθηκαν εις τες πλάτες μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν