United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τι είνε αυτός ο νέος Θεός; — Έχει είδωλα και τα προσκυνεί, είπεν ο ξένος. — Και τι πράγμα είνε αυτά τα είδωλα; — Τα είδωλα είνε αγάλματα οπού τα προσκυνούσαν οι αρχαίοι. — Ποίοι αρχαίοι; — Οι Έλληνες. — Και πώς τα επροσκυνούσαν; — Όπως οι χριστιανοί προσκυνούν τας εικόνας, μοι φαίνεται. — Και σαν τι πράγμα είνε αυτά τα αγάλματα; Πες μου καλά να καταλάβω, διατί εγώ αργώ να μπω μέσα.

Ω γέρον, υιέ του Αιακού, το πιστεύω ότι έλαμψες εις τον πόλεμον των Λαπιθών και των Κενταύρων, και με το πλοίον την Αργώ επέρασες την αφιλόξενον θάλασσαν και τας αγρίας Συμπληγάδας, και όταν εις το Ίλιον πρώτην φοράν ο ένδοξος υιός του Διός, ο Ηρακλής, έσπειρε την σφαγήν, συ συνεμερίσθης τους άθλους του και έφθασες ένδοξος εις την Ευρώπην.

Τον Έδγαρ ο πατέρας μου γυρεύει να τον πιάση κ' εμένα κάτι δύσκολον μου μένει να του παίξω. Εμπρός, λοιπόν. Ας μην αργώ. Βοήθησέ με, Τύχη! — Δυο λόγια έχω να σου 'πω. Καταίβα, αδελφέ μου. Εισέρχεται ο ΕΔΓΑΡ. Ω Έδγαρ, ο πατέρας μου σε κυνηγά. Να φύγης| Πού κρύπτεσαι το έμαθε. Θα σ' εύρη.

Άνοιξε, άνοιξε την θύρα• γρήγορα να μην αργώ. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ω Ηρακλή! τι ειν' αυτά τα ζώα; Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Σου φαντάζουνε παράξενα; Έλα λοιπόν! σαν τι θαρρείς πως μοιάζουνε; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Σαν Λάκωνες αιχμάλωτοι της Πύλου. Ε, κι' αυτοί γιατί κυττάν' όλο τη γη και στέκονται σκυφτοί; Ο ΜΑΘΗΤΗΣ Ψάχνουν τη γη. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Γυρεύουνε βουρβιά;

Τα είπαμε. Έχει σίγουρη αρρώστεια. Λοιπόν εμείς θα τα πούμε εδώ ένα χεράκι με την κυρία και σε περιμένομε να κάνω με το αποβέγγερο. ΒΕΡΑΑλήθεια, κύριε Φλέρη. Σε λίγο θα βγη και το φεγγάρι και θα μας απαλλάξη απ' αυτή τη γυάλινη φούσκα. Θα είναι ωραία. ΦΛΕΡΗΣΔεν αργώ. Έφθασα. Φεύγει προς το ξενοδοχείο. Ο Μιστράς την ακολουθεί.

Άλλες φορές πάλι είμαι τυλιγμένος από ένα σωρό φίδια, πού με σχισμένες γλώσσες με βουρλίζουν σφουριξιές. Γεια, τώρα, γεια! Μπαίνει ο ΤΡΙΝΚΟΥΛΟΣ. Εδώ έρχεται ένα πνεύμ' από τα δικά του, κ' έρχεται να με βασανίση, γιατί αργώ να φέρω μέσα τα ξύλα. Ας πέσω πίστομα, ίσως να μη με καταλάβη.

Τώρα, το παιδί αυτό, κινδυνεύει, δεν είναι καλά . . . Τους είπα, εγώ θα τρέξω κάτω στη χώρα, να πω του παπά, αν θέλη νάρθη, και σεις σαν ιδήτε πως δεν πάει το παιδί καλά, κι' αργώ εγώ να γυρίσω, τότε να το βουτήξετε σε μια λεκάνη με χλιο νερό τρεις φορές, και να πήτε «στ' όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνέγματος» . . . Είπα μια να πάρω το παιδί, να το τυλίξω καλά, και να σου το φέρω να το βαφτίσης, παπά μου . . . μόνε φοβήθηκα μην τελειώση στο δρόμο το παιδί, και πάη αβάφτιστο, και τότε θα το είχα στο λαιμό μου . . . Έτσι, απεφάσισα να 'ρθώ να σου πω, κι' όπως πης η Αγιωσύνη σου, έτσι να γείνη . . . Έφερα και το γαϊδουράκι μαζί, μην τυχόν θέλης για τα ιερά σου, και για καβάλλα.