United States or Aruba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πηγαίνανε με την τάξη τους όλοι οι πρώτοι αξιωματικοί, πρόσπεφταν, το προσκυνούσαν, κ' ύστερα τασπάζουνταν. Κι ακατάπαβα μπαινοβγαίνανε δούλοι κ' επιστάτες του Παλατιού, ζητώντας του προσταγές, σα να ζούσε ακόμα· ώσπου ήρθε ο γιός του ο Κωστάντιος, ο Αυτοκράτορας της Ανατολής, κ' έγινε ο ενταφιασμός.

Μια και χωνεύτηκαν οι Βησιγότθοι του Αθαναρίχου μες στο στρατό, ποιος άλλος Γότθος να τολμήση και ναντισταθή στην Αυτοκρατορία! Όλοι τους οι Αρχηγοί κατέβαιναν ένας ένας και κάμνανε συνθήκες και προσκυνούσαν, κ' έτσι χύθηκαν όλοι στο χωνευτήρι.

Τον ίδρωτα σπογγίζει, Και πάλι ορθός τα θλιβερά τα λόγια του αρχίζει: — Τη μέρα εκείνη, ο άμοιρος, πώς την θυμούμαι ακόμα! Σε πόσους τη μολόγησε το γέρικό μου στόμα!.. Τον άγριον τότε Αλή πασά τα Γιάννινα βαστούσαν, Πουτη βαρειά φοβέρα του κ' οι κλέφταις προσκυνούσαν. Ήμουν μικρός, πολύ μικρός. Αγνάντιατην Καστρίτσα Ο κόμος 'πανηγύριζε. Η μάνα μου η Ζωίτσα Πήρε κ' εμένανε μαζύ.

Και τι είνε αυτός ο νέος Θεός; — Έχει είδωλα και τα προσκυνεί, είπεν ο ξένος. — Και τι πράγμα είνε αυτά τα είδωλα; — Τα είδωλα είνε αγάλματα οπού τα προσκυνούσαν οι αρχαίοι. — Ποίοι αρχαίοι; — Οι Έλληνες. — Και πώς τα επροσκυνούσαν; — Όπως οι χριστιανοί προσκυνούν τας εικόνας, μοι φαίνεται. — Και σαν τι πράγμα είνε αυτά τα αγάλματα; Πες μου καλά να καταλάβω, διατί εγώ αργώ να μπω μέσα.