Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 3 Μαΐου 2025
Τα παιδιά που κρατούσαν τις τόρτσες, τα ξεφτέρια, τα μανουάλια, τα λάβαρα χύθηκαν με φωνές και κακό στο νάρθηκα σα να κυρίεψαν οχύρωμα. Γοργά τ' ακλούθησαν οι παπάδες, οι ψαλτάδες, ο δήμαρχος, η αρχοντιά. Σφούγγιζαν με τα μαντήλια τον ίδρωτα, αερίζονταν με τα καπέλλα τους, ξεκούμπωναν τα ρούχα τους και λαχάνιαζαν βαρειά κι αποσταμένα.
Μια και χωνεύτηκαν οι Βησιγότθοι του Αθαναρίχου μες στο στρατό, ποιος άλλος Γότθος να τολμήση και ναντισταθή στην Αυτοκρατορία! Όλοι τους οι Αρχηγοί κατέβαιναν ένας ένας και κάμνανε συνθήκες και προσκυνούσαν, κ' έτσι χύθηκαν όλοι στο χωνευτήρι.
Δεν έφτακε κι αυτό μοναχά· ο Κεχαγιάς τους κατηγόρησε στον Ιμίν πασά στα Μπιτώλια πως οι χριστιανοί των Γιαννίνων επαναστάτησαν και χύθηκαν σα λύκοι απάνω του.
Είπε, κι' εκείνοι χύθηκαν σα δρόλαπας όλοι ίσα μ' όρθια κοντάρια, κι' η καρδιά μια αποθυμιά τούς είχε, ν' αρπάξουνε ως στο μέρος τους τον Πάτροκλο απ' τον Αία... 235 λωλοί! τι απάνου του έσκάψε πολλών εκεί το λάκκο. Στερνά όμως είπε του άσκιαχτου Μενέλα τότε ο Αίας «Αδρέφι, θεογέννητε Μενέλα, δεν τ' ολπίζω κι' εμείς πως πια οχ τον πόλεμο τώρα θα πάμε πίσω.
Δεν έφτακε κι αυτό μοναχά· ο Κεχαγιάς τους κατηγόρησε στον Ιμίν πασά στα Μπιτώλια πως οι χριστιανοί των Γιαννίνων επαναστάτησαν και χύθηκαν σα λύκοι απάνω του.
Πρόσεξ' ένα πράμα όμως: Όλες φαίνουνται σα να χύθηκαν από το ίδιο καλούπι, όλες, σα να τις τόρνεψε ένας μάστορης. Όμορφες, γλυκόχαρες, μα τίποτις άλλο! Περιβόλια με τα ίδια τα δέντρα, τα ίδια βοτάνια, ρόδα και γιασουμιά. Στον έξω τον κόσμο, στην ολοφάνερη ρωμιωσύνη, αν είναι η μια περιβόλι, η άλλ' είναι κάμπος, λόγγος ή πύργος η άλλη.
Η Ευρύκλεια τον άκουσε η αγαπητή βυζάστρα, και θειάφη και πυρ έφερε· τότε το μέγαρ' όλο το δώμα ομού και την αυλήν εθειάφισ' ο Οδυσσέας. και κείνη από τα υπέρλαμπρα δώματα του Οδυσσέα 495 βγήκε να ειπή των γυναικών ογλήγορα να φθάσουν· και αυταίς από το μέγαρον πρόβαλαν φως βαστώντας· 'ς τον Οδυσσέα χύθηκαν, τον γλυκοχαιρετούσαν, και με χαραίς 'ς την κεφαλή, 'ς τους ώμους, τον εφίλουν, και όλαις τα χέρια του 'σφιγγαν πόθον γλυκό αισθάνθη 500 να κλαίη και ταις γνώρισεν εις την καρδιά του εκείνος.
'ς το μέγαρο σκορπίσθηκαν, ως τρέχουν αγελάδαις όταν με κέντημα συχνό ταις συνταράσσ' η μύγα, 300 εις τον καιρό της άνοιξης, 'που 'ναι μεγάλ' η 'μέρα· και, ως χύνονται κυρτώνυχοι, κυρτόμυτοι, πετρίταις από τα όρη 'ς τα πουλιά, κ', ενώ τούτ' αποφεύγουν τα νέφη, και όλα κρύβονται 'ς το σιάδι, τ' αφανίζουν άξαφνα εκείνοι, ώστε φυγή και αντίστασις δεν είναι· 305 και 'ς το κυνήγι οπού θωρούν οι άνδρες διασκεδάζουν· όμοια 'ς το δώμα χύθηκαν εκείνοι 'ς τους μνηστήραις κ' εδώ κ' εκεί τους έκρουαν και αυτοί φρικτά βογγούσαν, ως κρούονταν η κεφαλαίς, και ο πάτος έβραζ' αίμα.
Δυο τιναξιές τους έχει και τους ξεφεύγει. Χύνεται μέσα στο μύλο και πετρόνει γερά την πόρτα. Πετάει την αλευρωμένη σεγκούνα του, αδράχνει το καρυοφύλλι του, χύνει κάμποσο μολύβι και μπαρούτι στο σελάχι του, καβαλλάει ψηλά το δοκάρι της στέγης και τρυπόνει αποπίσω από τον φεγγίτη. Οι τούρκοι χύθηκαν να ρίξουν την πόρτα του μύλου. Βρήκαν στο περιβόλι ένα τσεκούρι και ρίχτηκαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν