United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς έτσι θα φουρτουνιάση μια μέρα κ' η Ρωμιωσύνη, και θα τους καταπιή όλους τους. Και περίμενα την προφητεία να βγη! Μα σα γέρασα, κ' είδα πως η Ρωμιωσύνη από τέτοιες φουρτούνες δεν παίρνει, είπα, Κρίμα στον καημένο τον Καπετάν Μουσταφά! Δεν ήτανε σημάδι του Άη Βασίλη, είταν η κακή του η τύχη και πνίγηκε. Ένας Τούρκος παραπάνω, ένας παρακάτω, τι σημαίνει! Κρίμα στον Καπετάν Μουσταφά!

Πρόσεξ' ένα πράμα όμως: Όλες φαίνουνται σα να χύθηκαν από το ίδιο καλούπι, όλες, σα να τις τόρνεψε ένας μάστορης. Όμορφες, γλυκόχαρες, μα τίποτις άλλο! Περιβόλια με τα ίδια τα δέντρα, τα ίδια βοτάνια, ρόδα και γιασουμιά. Στον έξω τον κόσμο, στην ολοφάνερη ρωμιωσύνη, αν είναι η μια περιβόλι, η άλλ' είναι κάμπος, λόγγος ή πύργος η άλλη.

Η πατρίδα τον Βιζυηνού, καθώς και αλλού το παρατήρησα, δεν είναι η τετράπλατη Ελληνική Πολιτεία του Ρήγα, δεν είναι του Σολωμού η «Μητέρα μεγαλόψυχη στον πόνο και στη δόξα». Είναι η σκλάβα η μητέρα, η δόλια η ρωμιωσύνη, του ραγιά η γεννήτρα. Το πατριωτικό τραγούδι τον Βιζυηνού δεν πινδαρίζει, δε ρωμαντίζει. Ξεφωνίζει και ξεσπά, και σκίζει τα ρούχα του, καθώς λέμε, και ρίχνει ανάθεμα.

Ως κ' η άγια εκείνη η πέτρα στον τόπο της μένει. Και το χωριό; Και το σπίτι; Θα τα ξαναδούμε και κείνα, σαν αρχίσουμε τα παραμύθια μας, τα ταξίδια μας. Κάθε βράδυ τώρα κι εμπρός, αγνώριστε πατριώτη και κληρονόμε, θα την έχω την καλή σου τη συντροφιά. Θα ταξιδεύουμε κάθε βράδυ. Ταξίδια της φαντασίας ήσυχα και κρυφά. Θα βλέπουμε και θακούμε. Αχ, τι θα δούμε, και τι θακούσουμε! Μια ρωμιωσύνη αλάκερη!

Πάμε, πάμε μαζί στο χωριό· εκεί που γεννιέται και μεγαλώνει η ρωμιωσύνη. Και κατόπι ξεκινούμε κατά τις μεγαλονόματες χώρες, εκεί που η ρωμιωσύνη περνάει ταντρίκια της χρόνια, ή τα σακάτικα γερατειά της. Θα σε φέρω από σοκάκι ακόντευτο κ' έρημο, κι ας είναι μέρα μεσημέρι· από την πλευρά του Κάστρου του Γενοβέζικου. Δέρνει ο ήλιος τους τοίχους του, και πολεμάει να στεγνώση τις λάσπες του.

Μα δύναμη πια δεν έχεις τέτοιες ψώρες να ξετινάζης από τα στήθια σου· και μήτε σε πειράζουν πια τώρα, αναίσθητη ρωμιωσύνη! Τίποτε, τίποτε πια δε νοιώθεις, μήτε την ομορφιά σου δεν τηνε νοιώθεις! Άψυχο μάρμαρο έγεινες, άγαλμα κουτσουρεμένο, δίχως ψυχή! Πάμε παρέκει. Να τηνε η Ακρόπολη· όχι η Γενοβέζικη. Εκείνη είναι από την άλλη τη μεριά, κατά την τούρκικη τη γειτονιά.

Ώρα που ο νους του ξυπνάει από ύπνο βαθύ, βλέπει τι βαρετό και τι μάταιο πράμα είναι η ζωή, και ξανανυστάζει. Να περάσουμε πρώτα από την απάνω την Αγορά. Βλέποντας και πηγαίνοντας θα βρεθούμε στην κάτω. Απάνω Αγορά, κάτω Αγορά: Τουρκιά, Ρωμιωσύνη. Βλέπε τους άφοβα, κατάματα βλέπε τους. Δε θα μας βλέπουν αυτοί. Εμείς ταξιδεύουμε με το νου, κι από νου δεν παίρνουν τα χαδεμένα παιδιά του Προφήτη.