United States or Nicaragua ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσες βολές η σκύλλα Ξενητιά με κερνάει τα πικρά της κρατηροπότηρα, αχ! δεν ηξέρω πώς μώρχεται τότε και λησμονώντας κι' απαριάζοντας όλον τον περίγυρά μου κόσμο, χύνονται σαν λυσσαγμένος μέσα μου, και με τα σιδερένια νύχια του λογισμού, σαν κακούργος σκάφτω την έρμη μου καρδιά κι' από των χρόνων τα λιθοσώρια ξεθάφτω τες παλιές μου Ενθύμησες. — Η πρώτες συγκίνησες, που κέντισαν την παιδική μας ψυχή, αφίνουν μέσα μας Ενθύμησες άσβεστες· κ' είνε το νήμα το μυστικό, οπού μας δένει και μας κολλάει με τους τόπους που πέρασε η νιότη μας.

Ο Βύρων κείται ως κρίνος Υπό το βαρύ κάλυμμα Αθλίας νυκτός· η αιώνιος, Ω λύπη, τον εσκέπασε Μοίρα θανάτου· Ανήρ κατά τον φύσεως Νόμον τον άνδρα κλαίω· Δεν χύνονται τα δάκρυα Ματαίως επί τον τάφον Των ευδοκίμων. Ότι αν φθαρτόν το σώμα Πέση, και τ' άυλον πνεύμα Των αγαθών και η φήμη Νικήσουν ως η αλήθεια Το αένναον μέλλον·

Τι βασανίζεται ο λαός όλην την νύκτα άγρυπνος να φρουρή με προσοχήν μεγάλην; Τι κανόνια ολημέρα χύνονται ορειχάλκου και απ' έξω φέρνουν τόσα εφόδια του πολέμου; Τι τόσους παίρνουν ναυπηγούς και τους βιάζουν, ώστ' η εβδομάδα κυριακήν δι' αυτούς δεν έχει; Τι μας προσμένει, οπού με τόσην αγωνίαν η νύκτα εδόθη συνεργός εις την ημέραν; Ποιος με πληροφορεί; ΟΡΑΤΙΟΣ Εγώ, καθώς ο λόγος τρέχει κρυφά.

Υπάρχουν δε και μερικά, τα οποία, αφ' ού κάμουν ολόκληρον τον γύρον, περιτυλιχθούν δηλαδή ολόγυρα εις την γην ή μίαν ή και πολλάς φοράς καθώς οι όφεις, αφ' ού καταβούν όσον είναι δυνατόν κάτω, χύνονται πάλιν μέσα εις τον Τάρταρον· είναι δε δυνατόν να καταβούν από το έν μέρος ή από το άλλο έως εις το μέσον, παρά πέραν όμως όχι. Διότι, από το έν μέρος και από το άλλο, το μέρος γίνεται ανηφορικόν.

Τότε φωνάζω εγώ: — Το κρεββάτι, παιδιά! το κρεββάτι! Και αμέσως σβύνω το κερί του Φαφάνα. Και με της δύο χούφταις μου χουφτόνω όλα σχεδόν τα ασημένια και το τάλλαρο, και τα χόνωτον κόρφον μου· με το χέρι μου τινάζω μιατο βιβλίον από κάτω, και χύνονται τα άλλα και η δεκάραις χάμω 'στης πλάκαις, και κτυπά το βιβλίον 'ςτο πρόσωπον του Φαφάνα με κρότον. — Το κρεββάτι, παιδιά, ξαναφωνάζω πάλι.

ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Έχω το παράδειγμα της Φουλβίας.... Στρέψε, σε παρακαλώ, το πρόσωπον, και κλαύσε δι' αυτήν· αποχαιρέτησέ με έπειτα, και ειπέ ότι τα δάκρυα ταύτα χύνονται χάριν της βασιλίσσης της Αιγύπτου. Έλα, σε παρακαλώ, παίξε πρόσωπον δεξιού υποκριτού και κατόρθωσε να φανής αισθανόμενος λύπην ακραιφνή. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αρκεί· θα μου ανάψης το αίμα.

Παιδιά, τα πήρε η τύφλα Και χύνονται μεςτη φωτιά... Του Διάκου τα λιθάρια Με τα λεπίδια πελεκούν να τα ξεθεμελιώσουν. Αρπάζουνε για ν' αναιβούν την πέτρα με τα νύχια Κι' ότι φανούν τα δάχτυλα, το σίδερο θερίζει.

Ανωτέρω της ερήμου ταύτης οικούσιν οι Θυσσαγέται, και εκ του τύπου τούτου ρέουσι τέσσαρες μεγάλοι ποταμοί οίτινες, διερχόμενοι διά των Μαιωτών, χύνονται εις την λίμνην την καλουμένων Μαιώτιδα, και των οποίων τα ονόματα είναι Λύκος, Όαρος, Τάναϊς και Σύργις. Όταν ο Δαρείος ήλθεν εις την έρημον διέκοψε την πορείαν του και παρέταξε τον στρατόν του εις τας όχθας του ποταμού Οάρου.

Έτρεξαν όλα τα έθνη Ν' αντισταθούν με βίαν, Μα εκείνος με ανδρείαν Κατακόπτει τους εχθρούς· Βοναπάρτης δεν φοβείται Δεν γνωρίζει την δειλίαν, Να χαρίση Ελευθερίαν Προσπαθεί· εις τους λαούς. Στο βουνόν σταις άγριαις ράχαις Αναβαίνει, δεν τρομάζει, Η καρδιά του δεν σπαράζει Στους αγώνας τους πολλούς· Χύνονται ωσάν μελίσσια Οι εχθροί αρματωμένοι Γύρωθεν αγριωμένοι Με πολέμους φοβερούς.

το μέγαρο σκορπίσθηκαν, ως τρέχουν αγελάδαις όταν με κέντημα συχνό ταις συνταράσσ' η μύγα, 300 εις τον καιρό της άνοιξης, 'που 'ναι μεγάλ' η 'μέρα· και, ως χύνονται κυρτώνυχοι, κυρτόμυτοι, πετρίταις από τα όρητα πουλιά, κ', ενώ τούτ' αποφεύγουν τα νέφη, και όλα κρύβονταιτο σιάδι, τ' αφανίζουν άξαφνα εκείνοι, ώστε φυγή και αντίστασις δεν είναι· 305 καιτο κυνήγι οπού θωρούν οι άνδρες διασκεδάζουν· όμοιατο δώμα χύθηκαν εκείνοιτους μνηστήραις κ' εδώ κ' εκεί τους έκρουαν και αυτοί φρικτά βογγούσαν, ως κρούονταν η κεφαλαίς, και ο πάτος έβραζ' αίμα.