United States or Bahrain ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έβαλαν εις την φυλακήν του όφεις, και τους εύρον νεκρούς. Αι ανωφελείς εκείναι επιβουλαί εξηγρίωνον την Ηρωδιάδα. Εξ άλλου διατί ο εναντίον της πόλεμος; Οι λόγοι του τους οποίους διελάλει εις τον όχλον εκυκλοφόρουν, διεδίδοντο τους ήκουε παντού, εγέμιζον τον αέρα. Εναντίον των λεγεώνων θα ήτο τολμηροτέρα.

Και ευθύς τα τύμπανα ήρχισαν να κροτούν και τα κύμβαλα εσήμαινον επίθεσιν, κάποιος δε εκ των Σατύρων λαβών κέρας εσάλπιζεν έγερσιν και ο όνος του Σειληνού εξέπεμψε πολεμικόν ογκηθμόν, αι δε μαινάδες, ζωσμέναι με όφεις και ουρλιάζουσαι, ώρμησαν κατά των εχθρών και απεκάλυψαν τας σιδηράς αιχμάς των θύρσων τους οποίους εκράτουν.

Ούτως οι όφεις και αι σαύραι και τα φολιδωτά είναι μεγάλα εις τους θερμούς τόπους, εν δε τη Ερυθρά θαλάσση τα οστρακόδερμα. 10. Διότι και της αυξήσεως και της ζωής αιτία είναι η υγρά θερμότης. Αλλ' εις τους ψυχρούς τόπους, το υγρόν, το οποίον έχουσι τα ζώα, γίνεται υδαρέστερον, και διά τούτο παγώνει ευκολώτερον.

ΧΑΡΜΙΟΝ. Ησύχασε, κυρία, ο άνθρωπος είναι αθώος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Υπάρχουν αθώοι οι οποίοι δεν διαφεύγουν τον κεραυνόν. — Ας καταποντισθή η Αίγυπτος εις τον Νείλον! και ας μεταβληθώσιν εις όφεις όλα τα αγαθοποιά πλάσματα! — Καλέσατε πάλιν αυτόν τον δούλον. Δεν θα τον δαγκάσω, μόλην την λύσσαν την οποίαν έχω. Φωνάξατέ τον. ΧΑΡΜΙΟΝ. Φοβείται να έλθη.

Ούτοι είναι οι όφεις οι εισβάλλοντες εις την Αίγυπτον. με κανέν δε άλλο μέσον δεν αποδιώκονται από τα δένδρα ειμή με τον καπνόν της στύρακος. Οι Άραβες λέγουσιν ότι όλη η γη θα επληρούτο τοιούτων όφεων εάν δεν συνέβαινε και εις αυτούς εκείνο το οποίον ως ηξεύρομεν συμβαίνει εις τας εχίδνας.

Με τάλλα τα παιδιά, διαβαίνοντες τ' απάτητα χαλάσματα των οικίσκων γεμάτα όφεις και σκορπίους, εφθάναμεν επάνω εις το όρυγμα, ν' ακούσωμεν τον πένθιμον αντίλαλον, με φρίκην. Ν' ακροασθώμεν τρέμοντες τον ύστατον της Ατανούς της χήρας βογγητόν, της χήρας όπου είχε τα πολλά παιδιά, διάλογον συνάπτοντες εν τρόμω προς τον γοερόν αντίλαλον: — Αλτανοουουουουού! . . . — Ουουουουουουου! . . .

Η γόνιμος, η χλοερά, η καλλίβοτρυς άμπελος, την οποίαν εζήλευον όλοι οι διαβάται, ήδη ακλάδευτος, άσκαφος, χορταριασμένη, ήπλωνε τα κλήματά της, έρποντα επί της χέρσου, ως πλατυφύλλους κισσούς, με σταφυλάς πολλάς μεν πλην ανόστους και υδαρείς, έρμαιον των πτηνών και των μυών, υπό τας πυκνάς των αγριολαχάνων λόχμας, υφ' ας ως όφεις ετανύοντο αι μακραί και λεπταί κληματίδες.

Και τον μεν λιβανωτόν συνάζουσιν εκ του καπνού της στύρακος την οποίαν κομίζουσιν εις αυτούς οι Έλληνες και οι Φοίνικες. Καίουσι την στύρακα και λαμβάνουσι το θυμίαμα, διότι τα λιβανωτοφόρα ταύτα δένδρα φυλάττουσι πτερωτοί όφεις μικροί και πολυποίκιλοι· φυλάττουσι δε πολλοί εις έκαστον δένδρον.

Ουαί υμίν Φαρισαίοι και Σαδουχαίοι, όφεις γεννήματα εχιδνών, ασκοί πλήρεις αέρος, κύμβαλα αλαλλάζοντα! Από την φωνήν είχεν αναγνωρίσει τον Ιωχανάν. Το όνομά του εκυκλοφόρει, ήρχισαν να τρέχουν και άλλοι. — Ουαί εις σε λαέ! ουαί υμίν προδόται του Ιούδα και μέθυσοι του Εφραίμ.

Επειδή εις εκείνον τον λάκκον ευρίσκοντο όφεις τόσον μεγάλοι και φοβεροί ωσάν μεγαλώτατοι δράκοντες, που ένας μόνον εδύνατο να καταπιή ολόκληρον ελέφαντα· την ημέραν όμως αυτοί οι δράκοντες εκρύβοντο εις τα σπήλαια διά τον φόβον του ορνέου Ροκ, το οποίον ήτον εχθρός των θανάσιμος, και την νύκτα έβγαιναν και επεριπατούσαν εις εκείνον τον λάκκον.