United States or Monaco ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και 'κεί προς τα μεσάνυχτα, δυο δράκοντες, δυο φίδια, μαύροι, κυματοκούνητοι, σταλμένοι από την Ήρα με προσταγή τρομαχτική τον Ηρακλή να φάνε, ωρμήσανε κ' εδιάβηκαν της θύρας το κατώφλι. Εσέρνονταν κατάχαμα κ' οι δυο μ' άγρια λύσσα κι ανάλαμπαν τα μάτια των και φλόγες εσκορπούσαν και μέσ' από το στόμα των πικρό φαρμάκι εφτύναν.

Όταν ενύκτωσεν, άρχισαν να βγαίνουν έξω και να περιπατούν εκείνοι οι φοβεροί δράκοντες και τα συρίσματά τους και η φοβερά βοή με έβαλον εις μεγάλον φόβον και τρόμον όλην εκείνην την νύκτα, τόσον που έμεινα ημιθανής και απηλπισμένος από την ζωήν μου χωρίς να αποκοιμηθώ παντελώς.

Και μες από κάθε άνοιγμα αριό της τάπιας επρόβαναν περήφανα, βαρύκορμα και σοβαρά τα απόμαχα κανόνια, δοξοπεριχυμένα κάτω από βροχές ολόχρυσες που έχυνε άφτονες απάνω τους ο ήλιος. Άστραφταν λουσμένα μες τις φλογερές αχτίδες του. Εφάνταζαν δράκοντες σιδερόφραχτοι σωστοί, που έδειχναν ολάνοιχτα τα φοβερά τους στόματα προς τον εχτρό, με όρεξη να τον βυθίσουν, να τον καταπιούν.

Γράφω λοιπόν όσα είδα, όχι όσα ήκουσα» . Και με τόσην ακρίβειαν είδε τα πάντα, ώστε λέγει ότι αι δράκοντες των Πάρθωνείνε δε οι δράκοντες σήματα στρατιωτικών μονάδων και έκαστος δράκων, νομίζω, ευρίσκεται επί κεφαλής μιας χιλιάδοςείνε πραγματικοί δράκοντες υπερμεγέθεις, οίτινες ζουν εις την Περσίαν ολίγον υψηλοτέρα της Ιβηρίας , Τους όφεις τούτους έχουν δεμένους εις μεγάλα κοντάρια και κρατούν υψηλά, ούτως ώστε, όταν εφορμούν, και εκ μακράς αποστάσεως προξενούν φόβον• όταν δε συμπλέκωνται με τους αντιπάλους, τους εξαπολύουν κατά των εχθρών• πάρα πολλοί δε εκ των ημετέρων κατεπόθησαν ούτω υπ' αυτών και άλλοι περισφιχθέντες υπ' αυτών απεπνίγησαν και συνετρίβησαν τα κόκκαλά των.

Επειδή εις εκείνον τον λάκκον ευρίσκοντο όφεις τόσον μεγάλοι και φοβεροί ωσάν μεγαλώτατοι δράκοντες, που ένας μόνον εδύνατο να καταπιή ολόκληρον ελέφαντα· την ημέραν όμως αυτοί οι δράκοντες εκρύβοντο εις τα σπήλαια διά τον φόβον του ορνέου Ροκ, το οποίον ήτον εχθρός των θανάσιμος, και την νύκτα έβγαιναν και επεριπατούσαν εις εκείνον τον λάκκον.

Και το μεν κάτω μέρος αυτής ωμοίαζε με φίδι, εις δε το άνω ήμισυ ωμοίαζε με Γοργόνα, εννοώ κατά το βλέμμα και την φρικτήν μορφήν. Αντί δε μαλλιών από την κεφαλήν της εκρέμοντο δράκοντες, ως βόστρυχοι, και περιετυλίσσοντο εις τον λαιμόν της και συνεστρέφοντο επάνω εις τους ώμους της.

Τότε κ' η κόρη του Διός έβαλ' εκεί κοντά του δυο δράκοντες για φύλακα, κ' ύστερα στης παρθένες της Αγλαυρίδες το 'δωκε για φύλαξι και πάλι• γιατί το έχουν έθιμο στου Ερεχθέως τη γενιά, σε κούνιες με χρυσόφιδα πλεγμένες τα παιδιά τους να τρέφουν πάντα• και γι αυτό είχε περάσ' η κόρη εις του παιδιού της το λαιμό ένα στολίδι τέτοιο, — μα για να δώση θάνατο.

Δεν εναντιώθη εκείνη εις το κτύπημα του βολιού, μα ευθύς άνοιξε, και εφανερώθη εις τους οφθαλμούς μου ένα φοβερόν σπήλαιον πολλά ευρύχωρον· ένας ποταμός με νερόν μαύρον έτρεχε με μεγάλην ορμήν εις την μέσην του, και επάνω εις τα χείλη του ήτον δύο δράκοντες μεγάλοι και φοβεροί· ετούτα τα θηρία βλέποντάς μας άνοιξαν τας πτέρυγάς των, και ήρχισαν να ξερνούν από το στόμα τους άπειρες φοβερές φλόγες πυρός.