United States or Algeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Διότι όστις κληρωθή άρχων βασιλεύς, λέγουν ότι εις αυτόν ανήκουν αι σεμνοπρεπέστεραι και αι περισσότερον πατροπαράδοτοι από τας αρχαίας θυσίας. Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος. Αυτούς λοιπόν τους κληρωτούς βασιλείς και ιερείς συγχρόνως πρέπει να εξετάσωμεν, και τους υπηρέτας αυτών και κάποιαν άλλην πολυπληθή ακολουθίαν, η οποία τόρα πάλιν εφανερώθη εις ημάς, αφού απεχωρίσθησαν οι προηγούμενοι.

Σωκράτης Εφαίνετο λοιπόν ότι πολύ καλά είχεν ομιλήσει ο Κριτίας και τόσον ώστε ο Ερυξίας, αν δεν εντρέπετο τους παρόντας, δεν θα ημποδίζετο να σηκωθή και τον κτυπήση, διότι εφανερώθη εις αυτόν ότι όχι ορθάς σκέψεις περί του πλουτείν είχε πριν.

Τι είπες; μήπως μας εκατάλαβαν που είχαμε συμφωνήση για του παιδιού το σκοτωμό κρυφά; ΘΕΡΑΠΩΝ Το έχεις νοιώση και τώρα θα τιμωρηθής και συ από της πρώτες. ΧΟΡΟΣ Το σχέδιό μας το κρυφό πως τάχα εφανερώθη; ΘΕΡΑΠΩΝ Γιατί ο θεός δεν θέλησε να μολυνθή το δίκηο, και τόκανε πειο δυνατό από την αδικία.

Τέλος πάντων από την απελπισίαν του έπεσεν εις αρρώστιαν, και ήτον κοντά διά να αποθάνη, οπόταν η Κεριστάνη έξαφνα εφανερώθη εις τον οντά του, του οποίου είπε τούτα τα λόγια. Βασιλέα, εγώ ήλθα διά να τελειώσω τα βάσανά σου, και να σε μεταστρέψω εις την ζωήν που έχεις σχεδόν να την χάσης.

Ένας αδελφός του πατρός μου, ονομαζόμενος Μωβαβάκ, ο οποίος από πολύν καιρόν επιστεύετο ότι ήτον αποθαμμένος, καθώς έλεγαν πώς είχε σκοτωθεί εις ένα πόλεμον με τους Μογγολίτας, εφανερώθη έξαφνα εις τον τόπον των Ναϊμάνων.

Αυτά όλα τα έμαθα από τον Χασάν που ευθύς εφανερώθη έμπροσθά μου, και μου τα εδιηγήθη όλα και μου εφανέρωσε περιπλέον τες μεγάλες ετοιμασίες, που έκανε ο Σουλτάνος της Καρίσμου ομού με εκείνον της Γάζνας, διά να έλθουν καταπάνω μου, να αφανίσουν το βασίλειόν μου κατά κράτος. Ήτο παρών και ο Αβικένας οπόταν ο Χασάν μου εδιηγούνταν αυτά, διά τα οποία εγέλασε μεγάλως.

Αλλ' η διδασκάλισσα του χωρίου, φλύαρος γεροντοκόρη, το είπεν εις τα μικρά κοριτσάκια αργολογούσα την επαύριον, και το δυστύχημα εφανερώθη μίαν εβδομάδα προ του αγίου Νικολάου.

Εφανερώθη ευθύς εις τους οφθαλμούς μου ένα λιβάδι γεμάτον από διαφόρων λογιών λουλούδια και άνθη, που δεν είχα μεταϊδεί, και δένδρα φορτωμένα από ωραίους καρπούς· επλησίασα εις ένα από αυτά τα δένδρα, και έφαγα από τον καρπούς τους, έπειτα εκάθησα εις τα χόρτα διά να αναπαυθώ ολίγον, και απεκοιμήθηκα εις ένα βαθύτατον ύπνον.

Δεν μας εγέλασες όμως, και όλον σου αυτό το δράμα το σατυρικόν και σειληνικόν εφανερώθη τι σκοπόν είχε. Αλλ' ας μην του γείνη αυτή η χάρις, φίλτατε Αγάθων, και έχε τον νουν σου ώστε κανείς να μην ημπορή να βάλη σκάνδαλα μεταξύ εμού και σου. Και ο Αγάθων: — Πραγματικώς, ω Σώκρατες, είπε, μου φαίνεται πως έχεις δίκαιον.

Γιατί, αν γίνεται συ να ’σαι κείνος που τούτος λέγει, βέβαια δύστυχος είσαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονον! Αλλοίμονον! Αλλοίμονό μου! Διάφανα πλέον όλα! Τελευταία, ω φως, θα σ’ ατενίσω τώρα πιά, που εφανερώθη πως εγεννήθηκ’ απ’ αυτούς που να με κάμουν δεν άξιζε° κοιμήθηκα με τη μητέρα μου και τον πατέρα σκότωσα, που μ’ έχει σπείρει. Στροφή α΄