Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Εξέφεβγε, εκατέβαινε κάτω στα διάφανα τα πέλαγα· έσμιγε, αγκάλιαζε μέσα βαθιά της θάλασσας τις άκρες, αφάνταστες και μυστικές στα γαλανά και μαγικά τους χρώματα. Δριμύς ο ήλιος καφτερός, περίχυνε αρμονικά τις τάπιες τις περίψηλες ολόγυρα, που εκρέμονταν ολόχοντρες βαρύτατες απάνω.
Ας ακούσουμε πώς την περιγράφει ο ίδιος τη χαριτωμένη αυτή αϊτοφωλιά του, σ' ένα του γράμμα προς το Γρηγόριο. «Μούδειξε ο Θεός ένα μέρος», του λέει, «που μια χαρά ταιριάζει με τα συστήματά μου, ίσια ίσια καθώς το σκαρώναμε με τη φαντασία μας τότε που καθούμαστε μαζί και τα λέγαμε. Βουνό δεντροσκέπαστο και κατά τα βορεινά λουσμένο με διάφανα και με καθάρια νερά.
Τόσο φέγγουνε και τόσο είνε διάφανα. Μέσα από τα μανίκια τους χύνεται λαξευτό το ροδαλό χέρι. Το ίδιο σα να βγήκε τώρα από τον τόρνο. Φαίνεται όμως τόσο ζωντανό και μαλακό! Κάποτε αλλάζει θέση, ταράζεται, χαλά τις πτυχές της μουσελίνας και γίνεται άλλο χέρι, πιο καινούργιο ακόμα και πιο νέο. Στη δέση του ώμου, σκιασμένο λίγο, κλείνει το χέρι το μυστήριο της μασχάλης.
Εκεί θα πάμε, κι ο θεός καλό ταξίδι ας δώση, το φίλο το Νικία μου να 'δώ και να φιλήσω, που οι χάριτες γλυκόφωνες τον έχουν αναθρέψει, και σένα, καλοδούλευτο κ' ελεφαντένιο αδράχτι, εσένα στη γυναίκα του θε να σε κάνω δώρο, να κλώθης νήματ' απαλά για των αντρών τα ρούχα και νήματα για διάφανα φορέματα γυναικεία.
Την έσυρε όξω από τ' αμπέλι σ' έναν όχτο πρασινοντυμένο. Περίγυρα τα βουνά ψήλωναν γαλάζια και διάφανα σαν αχνοκάμωτα. Απάνου σε μια κορφή τους το Ερωτόκαστρο, με τα χρυσά του τείχη και τους διαμαντένιους πύργους του έλαμπε, σα να πλουτίστηκε με δεύτερο ήλιο η πλάση.
Βάλατε την ψυχή τη νεοελληνική, που βαρέθηκε στους περασμένους πολιτισμούς, επειδή είδε διάφανα πως πέθαναν και πάνε, κ' επειδή έχει κάτι μέσα της, έχει κάτι καινούρια να δημιουργήσει, ― γιατί η ψυχή αυτή κουράστηκε μονάχα από τη θύμηση των περασμένων, αλλά δεν κουράστηκε από τη δημιουργία των ερχόμενων.
Κάτω μακριά γραμμή κάτασπρη σαν κιμωλίας χάραγμα, μόλις επρόβαινε η αμμουδιά της Αφρικής αχνοσκέπαστη και ακόμη μακρίτερα το Χαψίνι, έδειχνε την πυρωμένη χαίτη του κραταιός δεσπότης και φύλακας της ερήμου. Απέραντο εδώθε, μαυριδερό εχώνευε στα διάφανα ουρανοθέμελα το πέλαγο με κάποιο τρέμουλο, λέγεις και ανάσαινε δύσκολα.
Γιατί, αν γίνεται συ να ’σαι κείνος που τούτος λέγει, βέβαια δύστυχος είσαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονον! Αλλοίμονον! Αλλοίμονό μου! Διάφανα πλέον όλα! Τελευταία, ω φως, θα σ’ ατενίσω τώρα πιά, που εφανερώθη πως εγεννήθηκ’ απ’ αυτούς που να με κάμουν δεν άξιζε° κοιμήθηκα με τη μητέρα μου και τον πατέρα σκότωσα, που μ’ έχει σπείρει. Στροφή α΄
Ψηλότερ' απάνω οι βουνοκορφές του Ταΰγετου, μισοφωτισμένες, θαμπές ακόμα, βυθισμένες κι αφτές μες ταβγινό πούσι, μόλις εχαράκωναν ανάλαφρα τον ουράνιο θόλο ψηλά, ωχρογάλαζο μες της αβγής τα διάφανα χρώματα, απαλοφωτισμένον, σαν την αλήθεια κατακάθαρον. Εξέσερναν απάνουθε ψηλά, εχαμήλωναν λίγο κατακάτω. Εξετύλιγαν φειδωτές, παιγνιδιάρικες, αρμονικές τις γραμές τους πάνω στον ουρανό.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν