Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Θα σφαλήξω τα μάτια, να βλέπω μόνο τη Λέλα και να την ακούω. «Δεν έχω φίλο πουθενάΝαι! Αφτό μπορεί κανείς να το πιστέψη. Θα πη πως δεν αγαπούσε ή πως δεν αγάπησε κανέναν εκεί κάτω στον τόπο της.

Στο τέλος στη φυσική του σειρά το γούστο αυτό θα γίνη κριτικό και συνειδητό, αλλά στην αρχή θα υπάρχη απλώς σαν καλλιεργημένο ένστικτο· και «όποιος έλαβε την αληθινή τούτη τη μόρφωση του εσωτερικού ανθρώπου, με καθαρό και σίγουρο μάτι θ' αντιληφθή τις παραλείψεις και τα σφάλματα στην Τέχνη ή στη Φύση και μ' ένα γούστο, που δεν μπορεί να γελιέται, ενώ επαινεί ό,τι είναι καλό και βρίσκει ευχαρίστηση σ' αυτό και το δέχεται μες στην ψυχή του και γίνετ' έτσι καλός κ' ευγενικός, θα κατηγορή δίκαια και θα μισή το κακό τώρα στις ημέρες της νειότης του και προτού ακόμα να μπορή να ξέρη το γιατί». Έτσι, όταν αργότερα αναπτυχθή μέσα του το κριτικό και αυτοσυνείδητο πνεύμα, «θα το αναγνωρίση και θα το χαιρετίση σαν ένα φίλο, στον οποίον η μόρφωσή του προ πολλού τον είχε γνωρίσει». Είναι σχεδόν περιττό να σου το πω, Ερνέστε, πόσο εμείς στην Αγγλία μείναμε μακριά απ' αυτό το ιδανικό, και φαντάζομαι το χαμόγελο που θα φώτιζε το γυαλιστερό πρόσωπο του Φιλισταίου, αν τολμούσε κανένας να του υποβάλη ότι ο αληθινός σκοπός της αγωγής είναι η αγάπη του ωραίου και ότι τα μέσα, με τα οποία έπρεπε να εργάζεται η αγωγή, είναι η ανάπτυξη της ιδιοσυγκρασίας, η καλλιέργεια του γούστου και η δημιουργία του κριτικού πνεύματος.

Κι' αφτός με το κοντάρι εφτύς το Λιόκριτο σκοτώνει, τ' Αρίσβα γιο κι' αγαπητό του Λυκομήδη φίλο. 345 Και σαν τον είδε πούπεσε, πικράθη ο Λυκομήδης, και τρέχει στέκει ολόκοντα και ρήχνει το λαμπρό όπλο, και τ' όπλο του τον Απισά κάτου χτυπά απ' τη σκέπη στο σκώτι, και τον προβοδάει, ένα άντρα πολεμάρχο, που πέρα απ' τη χοντρόσβωλη την Παιονιά 'χε φτάσει 350 κι' είταν στερνά απ' τον Αστροπιό το πιο γερό κοντάρι.

Ακούς τι σου λέω ψιθυριστά, χαμηλά, ντροπαλά, αγάλια αγάλια σαν τα δέντρα που σου μιλούνε; Σε χαδέβει η φύση όλη κ' η φωνή μου σε χαδέβει. — Λέλα, μη σου φανή ξένο το ρώτημά μου. Λέλα, πες το, σε παρακαλώ. Τι σε πειράζει να μου το πης; Ίσως άφησες εκεί κάτω στην πατρίδα κανένα φίλοίσως κανέναν που αγαπάς; — Όχι, μου κάμνει σιγά, πουθενά δεν έχω φίλο.

Όποιος ποθεί να γλυκαθή, μ' εμέ ναρθή να κοιμηθή.— Η κάθε νηά δεν ξέρει πώς να τα καταφέρη, και ξέρει τα τερτίπια μόνο η γρηά η τρύπιαΟύτ' από μένα πειό καλά ξέρει καμμία να κολλά στο φίλο, που θα λαχταρά και θα τον σφίξη μια φορά. Η άλλες κάνουν και φτερά. Φείδι στην κλίνη θ' απαντήσης, κι' αν έχης όρεξι για τη δουλειά, πιάσ' το και σφίξε το στην αγκαλιά να το φιλήσης!

Και νομίζεις πως δε με τιμά να βλέπη ο κόσμος πως έρχεται στο σπίτι μου τόσο συχνά ένα πρόσωπο της τάξεως του που με λέει αγαπητό του φίλο και με μεταχειρίζεται σαν να ήμουν όμοιός του; Δεν μπορείς να φαντασθής πόσο καλός είνε για μένα! Μπροστά σ' όλο τον κόσμο μου κάνει τόσες περιποιήσεις που κι' εγώ ο ίδιος πάω να χάσω το μυαλό μου.

Ποίος δε θυμάται σπάσιμο παιχνιδιού, φταίξιμο που δεν κρύβεται, ποιος δεν έννοιωσε κοφτερό μαχαιράκι στην καρδιά του σαν έφευγε κανένας αγαπημένος από το σπίτι, ή κι από τη γειτονιά; Εγώ τονε θυμούμαι ακόμη το φίλο μου το Ζανούλη σαν ταξίδευε για την Ίμπρο με τον πατέρα του. Ράγιζε η καρδιά μου. Είτανε βράδυ όταν με πλάκωσε η θλίψη αυτή.

Α' ΓΡΑΥΣ Δεν είνε δα το γήρας μου που λύπη θα σου κάνη; Α' ΓΡΑΥΣ Τι μου μιλάς; ΝΕΑΝΙΣ γιατί και συ στο παραθύρι σκύφτεις; Α' ΓΡΑΥΣ Εγώ; μονάχη τραγουδώ στον Επιγένη τον καλόν, που περιμένω νάρθη εδώ. ΝΕΑΝΙΣ Ποιόν άλλο θάχης εραστή του λόγου σου και φίλο, που να σου πρέπη, παρ' αυτόν το Γέρο τον ψωρίλο; ΝΕΑΝΙΣ Δεν έρχετ' εδώ πέρα για σε, γρηά χολέρα! Α' ΓΡΑΥΣ Τώρα θα ιδής, χτικιάρα, συ!

Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πώς να μη σου κάνη τον καλό και να μη σε περιποιήται αφού διαρκώς τον δανείζεις χρήματα; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Και δεν είνε τιμή για μένα να δανείζω χρήματα σ' έναν άνθρωπο της τάξεώς του; Και τι λιγώτερο μπορώ να κάνω σ' έναν ευγενή, που με λέει αγαπητό του φίλο; Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Και αυτός ο ευγενής τι κάνει για σένα; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πράγματα που θα σηκωθή ο νους σου όταν τα μάθης.

Τότε ο Δυσσέας, βλέποντας το φίλο σκοτωμένο, ανάφτει, και τους μπροστινούς λαμπρά χαλκοπλισμένος 495 περνάει, και τρέχει στέκεται σιμά σιμά, και ρήχνει τηρώντας γύρω. Κώλωσαν οι Τρώες μόλις είδαν κάπιον που ρήχνει.

Λέξη Της Ημέρας

παρεμορφώθη

Άλλοι Ψάχνουν