United States or Gambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χάρη σε σας, για δέφτερη φορά ξαναγεννήθηκε ο αθρώπινος νους και φωτίστηκε η επιστήμη. Μα δε σας έφταξε μόνο αφτό· την αρχαία τη γλώσσα δεν τη φυλάξετε μόνο στο χαρτί· έμεινε στα χείλια σας απάνω. Εκεί, ακόμη και σήμερα, βασιλέβει. Όταν κανείς συλλογιέται τέτοιο πράμα, μόλις του φαίνεται δυνατό, κι όταν το λέει, μόλις μπορεί ο ίδιος να πιστέψη τα λόγια του.

Η Ιζόλδη τον κυττάζει, αναστενάζει, δεν ξέρει τι να πη και τι να πιστέψη, βλέπει ότι τα ξέρει όλα, μα θάτανε τρέλλα να ομολογήση πώς είναι ο Τριστάνος. Κι' ο Τριστάνος της λέει: «Βασίλισσα κι' Αρχόντισσα, γνωρίζω δα με ξεχάσατε, και σας κατηγορώ για προδοσία. Γνώρισα μολαταύτα, ωραία, ημέρες που μ' αγαπούσατε με έρωτα: Ήτανε τότε στο δάσος, στην καλυβίτσα με τα φύλλα.

Άλλες πάλε έλεγαν άλλα, σε τρόπο, που μπορούσε κανένας να πιστέψηαν πίστευε τα γυναικίσια λόγιαότι το ίσκιωμα εκείνο είταν χίλιων λογιών, και ότι είταν ο ίδιος ο Ζερζεβούλης.

Τη λεπτή, την χαριτωμένη αυτή ομιλία έκαναν ανάμεσό τουςποιος ήθελε το πιστέψη ποτέένας γυιός και μια μάννα, στον αυλόγυρο ενός μοναστηριού, μια πρωινή απολείτουργα. Το παράξενο δε είνε πως αυτό δεν ήταν εχθρικό πετροβόλημα, όπως λογικά θα υπόθετε καθένας· ήταν, όλο το εναντίο, ένα παιχνίδι μαλακό, αθόρυβο, όλως διόλου ακίνδυνο, σαν να έπαιζαν το τόπι τα δυο υποκείμενα.

Αφίνουμε τα εγκώμια και τις ποιητικές περιγραφές των συγκαιρινών, που ένας τους είπε πως φαινότανε σα να το κρατούσε χρυσή αλυσίδα από τα ουράνια κρεμασμένη, κι άλλος πως έπρεπε να δη άνθρωπος για να πιστέψη πως υπάρχει τέτοιο μεγαλούργημα στον κόσμο.

Φταίει κι' ο πατέρας της, ξαναείπε σε λίγο. Του κοριτσιού του ήρθε φρένα. Σημαδιακά λόγια τους έλεγε. «Εγώ θα πάω να τονέ βρω, δεν μπορώ να κάνω μοναχή μου. Θα πάω να τονέ βρω». Έλεγε και καλά πως ο Γιαννιός πνίγηκε. Δεν ήθελε να πιστέψη πως παντρεύτηκε.

Θα σφαλήξω τα μάτια, να βλέπω μόνο τη Λέλα και να την ακούω. «Δεν έχω φίλο πουθενάΝαι! Αφτό μπορεί κανείς να το πιστέψη. Θα πη πως δεν αγαπούσε ή πως δεν αγάπησε κανέναν εκεί κάτω στον τόπο της.

Αλλά, με κλάμματα εκείνη κουνούσε το κεφάλι και δεν ήθελε να τον πιστέψη. — Αλλοίμονο, είπε ο Ογκρίν, πώς να παρηγορήση κανείς πεθαμένους; Μετανόησε, Τριστάνε· γιατί, όποιος ζη στην αμαρτία χωρίς να μετανοή, είναι πεθαμένος. — Όχι! είμαι ζωντανός, και ούτε μετανοώ. Θα γυρίσουμε στο δάσος που μας προστατεύει και μας φυλάει. Έλα, Ιζόλδη, φίληΣηκώθηκε η Ιζόλδη. Πιάσθηκαν από τα χέρια.

Το γεγονός είναι ότι κυττάζομε πίσω στους αιώνες απολύτως μέσον της Τέχνης και η Τέχνη ευτυχώς ούτε μια φορά δεν μας είπε την αλήθεια. ΚΥΡΙΛΛΟΣ. — Αλλά τι θα πης για τα νεωτεριστικά πορτραίτα των άγγλων ζωγράφων; Ασφαλώς μοιάζουν τους ανθρώπους που έχουν την αξίωση ότι αναπαριστάνουν. ΒΙΒΙΑΝ. — Ακριβώς. Τόσο πολύ τους μοιάζουν, ώστε ύστερ' από εκατό χρόνια κανένας δεν θα τα πιστέψη.

Ποιος θα πιστέψη όμως πως η επιφάνεια στη Ρωμιοσύνη παίρνει και δίνει όπως, λ. χ., η λέξη surface στη Γαλλία; Κανείς.