United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και όπως εκαθόταν συμμαζωμένη, με τα μάτια στυλωμένα πέρα, δεν έκανε τη μισητή εντύπωσι που ταιριάζει στο είδος της. Έμοιαζε καλονοικοκυρά βγαλμένη στην πόρτα να προσμείνη τον άντρα της. Μου ήρθε όρεξις να παίξω με το πουλί και άρχισα να το προγγάω, κινώντας χέρια και πόδια: — Ξιξιξί!... ξιξιξί!... — Τι κάνεις αυτού, μωρέ! μου φωνάζει ο καπετάνιος. — Μια κουκουβάγια κάθεται στην κόφα.

Πλάθει ένα δύσκολο ταίριασμα μιας ομόζυγης, μιας μητέρας, μιας τεχνίτρας, μιας συντρόφισσας οδηγήτρας του άντρα και στο σπίτι και πέρ' από το σπίτι και παντού.

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όπως κι' αν έχη, γρήγορα θα φωτισθήτε· κι' αυτό που σας έγραψε χθες πως αποφάσισε να σας ζητήση σε γάμο, θα σας δώση να καταλάβετε αν λέη αλήθεια ή όχι. Θα είνε η καλύτερη απόδειξι. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ε! Τουανέττα, αν μ' απατά αυτός, δε θα πιστέψω πλέον κανέναν άντρα, σ' όλη μου τη ζωή. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Να, επιστρέφει ο πατέρας σας.

Μα αφού σε πάει και στ' αρχηγού σε μπάσει την καλύβα, έννια σου, δε σε σφάζει πια μηδ' άλλους δε θ' αφίσει· 185 τυφλός δεν είναι ή άμιαλος μηδ' άσεβος ν' αγγίξει άντρα που χάρη του ζητάει γονατιστός μπροστά τουΈτσι είπε η ανεμόποδη θεά και φέβγει πίσω.

Αλησμονεί τον άντρα της με μιας και το παιδί της Και παίρνει δίπλα τα βουνά, ταις λαγκαδιαίς, τα πλάγια. Πάλι Νεράιδα γίνεται, πάλι τη νηότη παίρνει Και με ταις άλλαις σμίγεταιταις τρίσβαθαις σπηλιαίς τους. Ο λόγος βγαίνειτο χωριό κι' απλώνεταιτον κόσμο. Τάκουσε μέσ' 'ς την ξενητειά ο δόλιος ο Γιαννούλας Κι' από την πολλή τη πίκρα του πέθανε εκεί, 'ς τα ξένα!

Μωρή, έλα στο νου σου, και στοχάσου πως όποια θα τόνε 'πάρη το Μανώλη της κλώθει η μοίρα της με το χρυσό σφεντύλι. Καλλίτερο δεν θα βρης σ' ό,τι κι' άνε πης. Η καλή γνώμη στον άντρα είνε το καλλίτερο πράμμα. Ποτέ δε θα σου χαλάση το χατήρι σου. Και θάχης άντρα να τόνε χαίρεσαι, να γεμίζη το σπίτι όντε θα μπαίνη και να τρέμη η γης στο πάτημά του.

Ου, πράμα που ήθελα λιμπιστώ! Πως με γέλασες μοναχά και μπερδεύτηκα μαζί σου χωρίς να το καταλάβω. — Σε γέλασα ή με γέλασες ; Εσύ, μωρέ, φαρομανούσες από μικρή. Δεν είσουνα δέκα χρονών και γύρευες άντρα. — Καλάκαμα! έτσ' ήθελα! είπε πεισμωμένη η γριά. Μην ήθελες να είμουνα σαν εσένα τον αχμάκη; — Αχμάκηςξαχμάκης, δούλεψα όσο μπόρεσα.

Κι' ενώ τ' ανάδεβε, να! εκεί προβάλλει ομπρός του ο Φοίβος, 715 μιασμένος μ' άντρα δυνατό, τον Άση τον ξεστήθια, πούτανε θιός του, αφτάδερφος της σεβαστής Εκάβης, και τ' αρχηγού του Δύμα γιος που στης Φρυγιάς τα μέρη βασίλεβε, τριγύρω εκεί στου Σαγγαριού το ρέμα· έτσι μιασμένος τότε ο γιος τούπε του Δία, ο Φοίβος 720 «Κρίμας τη φήμη σου, Έχτορα!

Ταναφυλλητά του στήθους της γεμίσανε τον αέρα. — Αλλοίμονο! στέναξε βαθιά. Αλλοίμονο, είπε μέσα της, σ' εμένα! Αυτό το σπίτι δεν είναι το δικό μου. Αυτό το σπίτι είναι της ξελογιάστρας που ξελόγιασε τον άντρα μου. Και τώρα σηκώνεται απ' το χώμα και πάει και τηνέ βρίσκει. Αλλοίμονο σ' εμένα!... Το καλό πουλί δεν άκουσε τα παράπονα της χαροκαμένης.

Παρέκει τον Τληπόλεμο, άντρα τρανό λεβέντη, και γιο του Ηρακλή, η σκληρή τον στέλνει μοίρα απάνου στο Σαρπηδό που με θεούς να μετρηθεί μπορούσε.