United States or Tunisia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν έχεις τίποτε, Αφέντρα μου· τώρα είσαι καλά . . . Και πού νάρθη, από την Αμέρικα ο Θανάσης μας! . . . να σου φέρη όλα τα καλούδια . . . και θα φέρη λίρες, λίρες με την ουρά . . . να σε στολίσω, να σε κάμω νύφη . . . Εκατό λίρες θα βάλω κολλαΐνα 'πάνω στα στήθεια σου, στο γάμο, που θα φορής το στεφάνι . . . να καμαρώνης, να σε ζηλεύουν όλοι!

ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όπως κι' αν έχη, γρήγορα θα φωτισθήτε· κι' αυτό που σας έγραψε χθες πως αποφάσισε να σας ζητήση σε γάμο, θα σας δώση να καταλάβετε αν λέη αλήθεια ή όχι. Θα είνε η καλύτερη απόδειξι. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Ε! Τουανέττα, αν μ' απατά αυτός, δε θα πιστέψω πλέον κανέναν άντρα, σ' όλη μου τη ζωή. ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Να, επιστρέφει ο πατέρας σας.

Όχι. Είχαμε τη μητέρα του Θεού, μια ώμορφη μεσαιωνική Παναγία, που με στέμμα Βυζαντινής αυτοκρατόρισσας, μας εγλυκοκύταζε μέσ' από το σκουργιασμένο κάδρο της. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Και ποιος σας πάντρεψε: Μ α ρ ί α. Ένας παπάς, που μόλις είξευρε να διαβάζη, ευλόγησε το γάμο μας. Τα στέφανά μας τάπλεξα εγώ από κισσούς και από ολόασπρα του κάμπου αγριολούλουδα. Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Τι ώμορφα που τα λέει.

Κ' ύστερ' από σκέψη εβρίσκανε σωστό να μη λένε τίποτε για το γάμο τους παρά νάχη κρυφά τη Χλόη και μονάχα στη μητέρα του να εξομολογηθή τον έρωτά τους· μα δεν το παραδεχότανε ο Δρύαντας παρά ήθελε να το ειπή του πατέρα του και τους εβεβαίονε πως αυτός θα τον καταφέρη.

Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν Μήνα σε γάμο ρίχνονται, μήνα σε χαροκόπι; Ουδέ σε γάμω ρίχνουνται, ουδέ σε χαροκόπι. Η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφαις και μ' αγγόνια.

Ειπέ της μάννας σου, είνε φόβος μην πεθάνη ο Θανάσης, κ' ύστερα το πένθος θα μας κάνη ν' αναβάλλουμε τα στέφανα. . . . Κ' εγώ θα πω του Θανάση, πως είνε φόβος μην πεθάνη η μητέρα σου, κι' από τη λύπη μας θ' αναγκαστούμε ν' αναβάλλουμε το γάμο για του χρόνου. — Έννοια σου! . . . είπε μετ' αληθούς θαυμασμού ο γαμβρός. Ο Θανάσης ενέδωκεν εις το επιχείρημα της αδελφής του.

Καθάρισε καλά για να μην έχουμε πολλή δουλειά στο γάμο». «Το δικό σου με τον Έφις;», είπε η Πατσάνα. «Όσο για τον ντον Πρέντου πρέπει να περιμένουμε πρώτα τη ντόνα Νοέμι να πει το ναι!» Η Στεφάνα όμως τη μούντζωσε, έτσι και αλλιώς τα λόγια αυτά της φαίνονταν παράλογα.

ΑΡΓΓΑΝ Έλα, κόρη μου, δώσε το χέρι σου στον κύριο και βεβαίωσέ τον ότι θα του είσαι πιστή σύζυγος. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Πατέρα μου! ΑΡΓΓΑΝ Ε! τι πατέρα μου! τι θα πη αυτό; ΑΓΓΕΛΙΚΗ Σε παρακαλώ, μη βιάζης τα πράγματα. Δώσε μας τουλάχιστο τον καιρό να γνωριστούμε και να γεννηθή μέσα μας η συμπάθεια εκείνη που είνε αναγκαία για κάθε τέλειο γάμο.

Ένα μονάχα τον ετρόμαζε: ότι ο Λάμωνας δεν ήταν πλούσιος. Αυτό μόνο του ξαδυνάτιζε την ελπίδα. Μολοντούτο έβρισκε καλό να τη ζητήση για γυναίκα κ' εσυμφωνούσε κ' η Χλόη. Στο Λάμωνα δεν τόλμησε να ειπή τίποτε, παρά στη Μυρτάλη και τον έρωτά του θαρρετά εφανέρωσε και για το γάμο της έκανε λόγο. Κι αυτή τα είπε τη νύχτα στο Λάμωνα.

Και ο Ευρύμαχος απάντησε, το τέκνο του Πολύβου• «Ω γέροντ', έλα πήγαινε σπίτι σου, των παιδιών σου να προμαντεύης, μη κακό τους εύρη αυτού κατόπι• κ' είμ' εγώ μάντις εις αυτά πολύ καλήτερός σου. 180 όρνεα πολλά 'ναι όπου πετούντον ήλιον αποκάτω, και όλα δεν είναι μαντικά• κ' εχάθ' ο Οδυσσέας πέρα, που να 'χες συντριφθή και συ μαζή μ' εκείνον. και τότ' εδώ δεν θα 'λεγες ταις τόσαις προμαντείαις, ουδ' έτσι τον Τηλέμαχο θα εκένταςτην οργή του, 185 για δώρα, οπούτο σπίτι σου να στείλη αυτός ελπίζεις. αλλά θα σ' είπω φανερά, και ό,τι θα 'πω θα γείνη• αν συ, 'που ηξεύρεις και πολλά και παλαιά, τον νέον παρακινήσηςτην οργή με λόγια αυτόν πλανώντας, κ' εκείνου τα παθήματα μάθε που θε ν' αυξήσουν, 190 και τίποτ' εξ αιτίας σου δεν θέλει κατορθώσει• και σένα πρόστιμο βαρύ θα βάλουμεν, ω γέρε, 'π' όταν πληρώσης, μέσα σου πολύ θ' αδημονήσης. και τον Τηλέμαχον, εμπρόςόλους, θα συμβουλεύσω• να υπάγη εις τον πατέρα της ας είπη της μητρός του• 195 τον γάμο αυτοί θα κάμουσι, και θα ετοιμάσουν δώρα πολλότατ', όσ' αρμόζουσιν αγαπημένης κόρης. και ως τότε θέλει ακολουθούν την βαρετή μνηστεία οι Αχαιοί, γιατί κανείς, θαρρώ, δεν μας φοβίζει, ούτε ο Τηλέμαχος αυτός, και ας είναι πολυλόγος. 200 ουδέ ψηφούμε, γέροντα, τα όσα προμαντεύεις εις τα χαμένα, και αποκτάς σφοδρότερο το μίσος. και τα καλά του ελεεινά και αγύριστα θα τρώγουν, όσον αυτήτους Αχαιούς τον γάμο αργοποράει. και ολοκαιρής προσμένοντας εμείς φιλονεικούμε 205 για τούτην 'που 'ναι ασύγκριτη, και δεν ζητούμεν άλλαις, όποιαν καθένας απ' εμάς να νυμφευθή ταιριάζει».