United States or Sri Lanka ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΓΕΡΩΝ Θυμούμαι όσα έγειναν προ εβδομήντα χρόνων, κ' εις όλον το διάστημα της μακρινής μου πείρας είδα και ώραις φοβεραίς κι' αλλόκοτα συμβάντα· αλλ' η φρικτή αυτή νυκτιά 'ξεπέρασε τα πάντα! ΡΩΣ Καλέ μου γέρε κι' αγαθέ, ο Ουρανός, ιδέ τον, ωσάν να τον ετάραξαν τα έργα του ανθρώπου, το σκήνωμά του απειλεί το αιματοβαμμένον.

Αυτά 'πε κ' εγώ προς αυτόν απάντησα και είπα• Γνωρίζεις, γέρε, — τι ερωτάς τούτα, να με πλανέσης; — 465 'πουτο νησί τόσους καιρούς κρατιούμαι, και ουδέ τέλος δύναμαι ναύρω, και η καρδιά της συντροφιάς μου λυόνει. αλλά συ 'πέ μου,—και οι θεοί γνωρίζουσι τα πάνταποιος μ' εμποδίζει των θεών, και μ' έδεσε εις τον δρόμο, και πώς, το μέγα πέλαγος σχίζοντας, να γυρίσω. 470

ΕΔΓΑΡ Ανθρώπου νους δεν το χωρεί! ΓΛΟΣΤ. Ένας ζητιάνος δυστυχής. ΕΔΓΑΡ Κάτω εδώ που ήμουν, τα 'μάτια του τα έβλεπα 'σάν δύο πανσελήνους, και μύταις χίλιαις έβλεπα και κέρατα στραμμένα που 'σάν την φουσκοθάλασσα εδώ κ' εκεί 'κουνούσαν. Ήτο δαιμόνιον αυτός, καλότυχέ μου γέρε, και έχε χάριντους θεούς, οπού το έχουν δόξαν να κάμνουν όσα οι θνητοί αδύνατα τα έχουν. Εκείνοι σ' επροφύλαξαν!

Είπεν ο ήλιος κάθισε κ' έφθασε το σκοτάδι, και ωμίλησέ τους η θεά, η γλαυκομμάτ' Αθήνη• 330 «Ω γέρε, όσ' είπες είναι ορθά, και όπως τα θέλ' η τάξι. αλλά ταις γλώσσαις κόψετε και το κρασί νερώστε• και αφού του Ποσειδώνα και των άλλων αθανάτων σπονδίσουμεν, είναι καιρός να κοιμηθούμε, ότ' ήδητο σκότος κάτω εβύθισε το φως, και ουδέ ταιριάζει 335 εις των θεών την τράπεζα πολύ τινάς να μένη».

Τόσο εις το να αποστηθίζουν ορθώς τα γραμμένα, όσο και εις το να αυτοσχεδιάζουν ελεύθερα, δεν έχουν ταίρι. ΑΜΛΕΤΟΣ Ιεφθάε , 'ς τον λαόν του Ισραήλ κριτής, πόσο μεγάλον είχες πρώτα θησαυρόν· ΠΟΛΩΝΙΟΣ Ποίον θησαυρόν είχε, Κύριέ μου; ΑΜΛΕΤΟΣ Ωραίαν είχε μόνην θυγατέρα, και την αγάπα ο θλιβερός πολύ. ΑΜΛΕΤΟΣ Δεν έχω δίκαιον, γέρε Ιεφθάε;

ΑΜΛΕΤΟΣ Λοιπόν α π α ν τ α χ ο ύ παρών; Α! πρέπει τόπον ν' αλλάξωμεν · εδώ περάστε, Κύριοί μου. Τα χέρια θέστε πάλι επάνωτο σπαθί μου, και ορκισθήτε ποτέ να μην ειπήτε λόγον ως προς αυτό 'πού τώρ' ακούσετε . Ορκισθήτε ΑΜΛΕΤΟΣ Καλά τα λέγεις, γέρε χάμουργα! Και πόσο γλήγορα εργάζεσαιτην γην! Α! σκαπανέας είσαι καλός! — Και πάλι ας κινηθούμε, φίλοι.

Αν επιστρέψω ζωντανός, θα σε παρηγορήσω. ΓΛΟΣΤ. Να σ' ευλογήσουν οι θεοί! Καλέ μου γέρε, φύγε! Δος μου το χέρι σου! Ο Ληρ κατεστραμμένος είναι! Κ' εκείνος και η κόρη του αιχμάλωτοι κ' οι δύο.! Ω! σήκω, δος το χέρι σου! ΓΛΟΣΤ. Όχι. Εδώ θα μείνω. Μήπως κ' εδώ δεν ημπορεί κανένας να σαπίση; ΕΔΓ. Ο νους σου πάλιν ς' το κακόν!

Και ο Ευρύμαχος απάντησε, το τέκνο του Πολύβου• «Ω γέροντ', έλα πήγαινε σπίτι σου, των παιδιών σου να προμαντεύης, μη κακό τους εύρη αυτού κατόπι• κ' είμ' εγώ μάντις εις αυτά πολύ καλήτερός σου. 180 όρνεα πολλά 'ναι όπου πετούντον ήλιον αποκάτω, και όλα δεν είναι μαντικά• κ' εχάθ' ο Οδυσσέας πέρα, που να 'χες συντριφθή και συ μαζή μ' εκείνον. και τότ' εδώ δεν θα 'λεγες ταις τόσαις προμαντείαις, ουδ' έτσι τον Τηλέμαχο θα εκένταςτην οργή του, 185 για δώρα, οπούτο σπίτι σου να στείλη αυτός ελπίζεις. αλλά θα σ' είπω φανερά, και ό,τι θα 'πω θα γείνη• αν συ, 'που ηξεύρεις και πολλά και παλαιά, τον νέον παρακινήσηςτην οργή με λόγια αυτόν πλανώντας, κ' εκείνου τα παθήματα μάθε που θε ν' αυξήσουν, 190 και τίποτ' εξ αιτίας σου δεν θέλει κατορθώσει• και σένα πρόστιμο βαρύ θα βάλουμεν, ω γέρε, 'π' όταν πληρώσης, μέσα σου πολύ θ' αδημονήσης. και τον Τηλέμαχον, εμπρόςόλους, θα συμβουλεύσω• να υπάγη εις τον πατέρα της ας είπη της μητρός του• 195 τον γάμο αυτοί θα κάμουσι, και θα ετοιμάσουν δώρα πολλότατ', όσ' αρμόζουσιν αγαπημένης κόρης. και ως τότε θέλει ακολουθούν την βαρετή μνηστεία οι Αχαιοί, γιατί κανείς, θαρρώ, δεν μας φοβίζει, ούτε ο Τηλέμαχος αυτός, και ας είναι πολυλόγος. 200 ουδέ ψηφούμε, γέροντα, τα όσα προμαντεύεις εις τα χαμένα, και αποκτάς σφοδρότερο το μίσος. και τα καλά του ελεεινά και αγύριστα θα τρώγουν, όσον αυτήτους Αχαιούς τον γάμο αργοποράει. και ολοκαιρής προσμένοντας εμείς φιλονεικούμε 205 για τούτην 'που 'ναι ασύγκριτη, και δεν ζητούμεν άλλαις, όποιαν καθένας απ' εμάς να νυμφευθή ταιριάζει».

Τι θέλεις, γέρε; Τι ζητείς; Θαρρείς ότι το χρέος θα φοβηθή να ομιλή, ενώ η κολακεία εξαπατά την δύναμιν; Να ομιλή με τόλμην είναι το χρέος της τιμής, εάν η εξουσία γυρνάτην τρέλλαν. — Πρόσμεινε· μη την καταδικάζης· σκέψου καλά· χαλίνωσε την βίαν την φρικτήν σου. Η κεφαλή να μου κοπή, αν η μικρή σου κόρη σε αγαπά 'λιγώτερον εκείνη απ' ταις άλλαις.