United States or Singapore ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βασιλέα μου, εγώ ελόγιαζα ότι εκαταδάμασα την εναντίαν μου τύχην, και επίστευα ότι με την αντάμωσίν σου θα έλαβαν τέλος οι δυστυχίες μου· μα αλλοίμονον εις εμένα, κάποιον δαιμόνιον φθονερόν της ευτυχίας μου ήλθε να μου την συγχίση.

Ω! είναι μια 'μιση οργυιά, μια και μισή! ΓΕΛΩΤ. Παππού μου, έχει δαιμόνια εκεί, μη τύχη κ' έμβης μέσα! βοήθεια! ΚΕΝΤ Δος το χέρι σου. — Μέσα εκεί ποιος είναι; ΓΕΛΩΤ. Δαιμόνιον! Δαιμόνιον! Εσύ τι πράγμα είσαι, που μέσα 'ς τ' άχυρα βογκάς; Ποιος είσαι; Έβγα έξω! ΕΔΓΑΡ Φευγιό! φευγιό! Ο Σατανάς μ' επήρε το κατόπιν. »Μέσ' 'ς τα κλαδιά της μυρσινιάς ο άνεμος σφυρίζει

ΕΔΓΑΡ Ανθρώπου νους δεν το χωρεί! ΓΛΟΣΤ. Ένας ζητιάνος δυστυχής. ΕΔΓΑΡ Κάτω εδώ που ήμουν, τα 'μάτια του τα έβλεπα 'σάν δύο πανσελήνους, και μύταις χίλιαις έβλεπα και κέρατα στραμμένα που 'σάν την φουσκοθάλασσα εδώ κ' εκεί 'κουνούσαν. Ήτο δαιμόνιον αυτός, καλότυχέ μου γέρε, και έχε χάριντους θεούς, οπού το έχουν δόξαν να κάμνουν όσα οι θνητοί αδύνατα τα έχουν. Εκείνοι σ' επροφύλαξαν!

Ο Σωκράτης αρνείται κ' επιχειρεί να φύγη, αλλ' έξαφνα το δαιμόνιον, το σοφόν αυτό ασυνείδητον ελατήριον της ψυχής του, τον σταματά. Διότι εκφράσεις όχι καλάς θα είχον εκστομίσει. Οι λόγοι των, του Λυσίου και ο ιδικός του, ασφαλώς ύβρισαν τον έρωτα, διότι ο έρως δεν είναι μόνος εκείνος ο οποίος απαντάται μεταξύ των ναυτών, αλλ' είναι αυτό τούτο θεός.

Αυτός λέγει ότι κατασκευάζεις καινούργιους θεούς, διότι διακηρύττεις δημοσία ότι συνήθως εμφανίζεται εντός σου το γνωστόν δαιμόνιον . Δι' αυτό λοιπόν σε κατήγγειλεν ότι δήθεν νεωτερίζεις εις τα θρησκευτικά δόγματα της πόλεως και ακριβώς δι' αυτό έρχεται να σε συκοφαντήση εις το δικαστήριον, επειδή γνωρίζει καλά ότι ο λαός πολύ εύκολα πιστεύει τας συκοφαντίας αυτού του είδους.

Ουδέ είχον αποτύχη πρότερον. Φυσικόν άρα ήτο να Τον ερωτήσωσι το αίτιον της παρούσης αδυναμίας των. Είπε δε αυτοίς παρρησία ότι, διά την απιστίαν αυτών δεν ηδυνήθησαν να εκβάλωσι το δαιμόνιον. Δυνατόν η αίσθησις της απουσίας Του να τους εξησθένισε. Τους εδίδαξε προσέτι δύο μεγάλα μαθήματα.

Εν τω κόσμω υπήρξε πάντοτε ροπή τις εις το συγχέειν την ζέσιν του ενθουσιασμού με το έξαλλον ατάκτου μεγαλονοίας. «Παύλε, μέμηνας», υπήρξε το μόνον σχόλιον το οποίον το πάθος του Αποστόλου και η εξηρμένη αυτού ευγλωττία ενέπνευσεν εις τον Ρωμαίον προκουράτορα «Δαιμόνιον έχει», ετόλμων να συμπεραίνωσί τινες των παχυλών και σαρκικών ακροατών, ύστερον από μίαν των τρυφερωτάτων και θειοτάτων ομιλιών του Κυρίου.

Και το Δαιμόνιόν μου απαντά μετά χλεύης: — Ναι· και ιδού ο λόγος, διά τον οποίον έν άχυρον ευτελές, δύναται να θεωρήται δικαίως ως πορφύρα, κατά λάθος άβαφος και ιδού ακόμη ο λόγος, δι' ον μία πορφύρα χωρίς αξίαν, δύναται να θεωρείται ως άχυρον, ερυθριών από εντροπήν!

Αυτοί μας επαράστησαν έμπροσθεν του βασιλέως, ο οποίος είχε τον θρόνον του καμωμένον από τσόφλια στρειδιών και αχιβαδιών, και εφαίνονταν πως ήτον ωσάν μέσα εις ένα σπήλαιον. Αυτός ο βασιλεύς ήτον ένας Αράπης πολλά άσχημος, μέγας ωσάν ένας γίγαντας, και εφαίνετο καθολικά ωσάν ένα δαιμόνιον.

Ο Ιωάννης είχεν έλθη μη εσθίων μήτε πίνων, και έλεγον; Δαιμόνιον έχει. Ο Υιός του Ανθρώπου είχεν έλθη εσθίων και πίνων, και έλεγον: Ίδε άνθρωπος φάγος και οινοπότης τελωνών φίλος και αμαρτωλών. Πλην εις το τέλος πληρούνται πάντοτε οι λόγοι της Σοφίας: «Ούτος ην ον έσχομέν ποτε εις γέλωτα και εις παραβολήν ονειδισμού, οι άφρονες; Τον βίον αυτού ελογισάμεθα μανίαν και την τελευτήν αυτού άτιμον.