United States or Kiribati ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έβλεπε ο κόσμος και ηγωνία, ότε από το πλήθος αποσπάται ρωμαλέος άνδρας, ορμά επί της πέτρινης κλίμακος, την διασκελίζει, εισέρχεται εις την οικίαν και διά της ξυλίνης κλίμακος, ήτις έφερεν εις το άνω πάτωμα, αναβαίνει ταχύς, μέσα εις τας φλόγας και χωρίς διόλου ν' αναμετρήση τον κίνδυνον, εμβαίνει εις το δωμάτιον, αρπάζει την νέαν έξαλλον εκ φρίκης, εις τους στιβαρούς του βραχίονας και διά της ιδίας κλίμακος, καιομένης ήδη και απειλούσης να καταπέση, κατέρχεται τρέχων με το φορτίον του, το οποίον εναποθέτει ημιλιπόθυμον εις τας αγκάλας ομίλου γυναικών εν τω μέσω θρήνων και κραύγει και φεύγει τρέχων.

Και ο Ιησούς ώκτειρε την έξαλλον απόγνωσιν του ανθρώπου, τον οποίον η αμαρτία είχε μετατρέψει από άρχοντος εις δούλον, ελαφρύνων δε μάλλον το αμάρτημά του απήντησε, «Ουκ είχες εξουσίαν κατ’ Εμού ει μη ην σοι δεδομένον άνωθεν· διά τούτο ο παραδιδούς Με σοι μείζονα αμαρτίαν έχει». Ναι μεν, πράττεις μέγα έγκλημα, αλλ' ο Ιούδας, ο Άννας, ο Καϊάφας οι ιερείς ούτοι και οι Ιουδαίοι, είνε πλέον ένοχοι ή συ.

Εκ τούτου δ' επήλθε βραχεία της πάλης διακοπή. Κατά τας στιγμάς εκείνας είδεν η Δασκαλάκη τον Ηγούμενον έξαλλον, αγνώριστον εκ του καπνού της πυρίτιδος, με τα ράσα εις ράκη μεταβεβλημένα. Εκράτει γυμνόν γιαταγάνι. Και με φωνήν περίλυπον της είπε: — Εσκοτώθηκαν τόσοι κ' εγώ ζω ακόμη. Δεν έρχεται μια μπάλλα να με σώση; Αλλά δεν θα πέσω ζωντανός στα χέρια των Τούρκων.

Τις οίδε, ποίον πνεύμα, πνεύμα έξαλλον, αθηναϊκόν πνεύμα, συγγενές των επτά δαιμονίων, έπνευσε και μέχρι του γερω-πεύκου, υφ' ον κατεσκήνου ο χριστιανός, κ' εθεώρει, και αυτός, υποκρισίαν, να εκτελή, ουχί τα υπέρ άνθρωπον, δεν ήτο προς τοιαύτα ο ανθρωπάκος, αλλά τα νόμιμα κ' επιβεβλημένα εις τον αξιωθέντα του θείου βαπτίσματος.

Εν τω κόσμω υπήρξε πάντοτε ροπή τις εις το συγχέειν την ζέσιν του ενθουσιασμού με το έξαλλον ατάκτου μεγαλονοίας. «Παύλε, μέμηνας», υπήρξε το μόνον σχόλιον το οποίον το πάθος του Αποστόλου και η εξηρμένη αυτού ευγλωττία ενέπνευσεν εις τον Ρωμαίον προκουράτορα «Δαιμόνιον έχει», ετόλμων να συμπεραίνωσί τινες των παχυλών και σαρκικών ακροατών, ύστερον από μίαν των τρυφερωτάτων και θειοτάτων ομιλιών του Κυρίου.

Είν' ευτυχής, πλέων εις ωκεανόν εξουδενώσεως . . . — Θέλω! λέγει η Κίρκη. — Ό,τι θέλεις, απαντά εκείνος. Η Κίρκη έχει ορέξεις καταστρεπτικάς, ορέξεις λυκαίνης! έχει δίψαν διαρκή, ακόρεστον . . . Και υπό την μαγγανείαν των σατανικών της βλεμμάτων σύρετ' εκείνος άνευ θελήσεως ιδίας, ράκος ελεεινόν, ανεμώλιον . . . Και τρέχει τον κατήφορον με χαράν έξαλλον . . .