United States or Martinique ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και ταύτην λοιπόν σπεύδει ν’ αποβάλη ή μάλλον να σχίση, τρέχουσα ως μαινομένη και σκορπίζουσα περί αυτήν τα τεμάχια του υφάσματος, μέχρις ου καταβληθείσα υπό του τρόμου και του καμάτου καταπέση ημιθανής και ημίγυμνος επί της χλόης.

ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ας διαλυθή η Ρώμη εις τον Τίβεριν, και ας καταπέση η αψίς του συμπαγούς κράτους! Εδώ είνε ο ιδικός μου κόσμος. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Λαμπρόν ψεύδος! Διατί ενυμφεύθη την Φουλβίαν αφού δεν την ηγάπα; — Εγώ μεν θα προσποιηθώ την μωράν, αλλ' ο Αντώνιος θα είνε πάντοτε ο αυτός. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Εφόσον τον επηρεάζει η Κλεοπάτρα.

Άφες, ω Άνθρωπε, να κοιμηθώ. Σου επιστρέφω τον κόσμον σου. Όπως τον εύρον τον αφήκα· διότι αι πτέρυγες, τας οποίας μου αφήρεσε, κατέστησαν αιτία όπως πλειότερον καταπέση. Διότι τας έκλεψε. Και δεινότερον δι' αυτών τον αγώνα κατέστησε, διότι έκαστος έκλεψε μόνον δι' εαυτόν, ουχί δε, ως ο Προμηθεύς, διά τον κόσμον.

Και τότε; τι εκέρδισα; Διά να καταπέση ανάγκη εκ παραλλήλου και ταυτοχρόνως να προβή και των δύο πασσάλων η φθορά. Και τότε; Τότε υπό το βάρος μου θα συντριβή και θα πέση μίαν νύκτα ο εξώστης, και λήγει το μαρτύριον! Θα μεταβάλω θέσιν επί του εξώστου. Θα τοποθετήσω το προσκέφαλον εκεί όπου μέχρι τούδε ήσαν οι πόδες μου. Παραβαίνω μήπως την δοθείσαν υπόσχεσιν; Όχι.

Εν πρώτοις συλλαβών από του ωτίου παιδία τινά ξεσκούφωτα, άτινα βαστάζοντα παμμεγίστους ήλουςτζαβέταιςυποκλαπέντας από του ναυπηγείου, είχον παραταχθή κατά γραμμήν ως στρατιώται προ των μαρμαρίνων βαθμίδων της Αγίας Πύλης και ήσαν έτοιμα, όταν ακούσωσι το Χριστός-Ανέστη , να κροτήσωσι τα καψύλια των, θέτοντα αυτά επί της λειανθείσης και στρογγυλευθείσης αιχμής του ήλου, ον θ' άφινον να καταπέση καθέτως επί των πλακών.

Ύψωσε καταπόρφυρος εξ οργής την βαρείαν του χείρα, σφιγμένην εις γρόνθον, κατά κεφαλής του Αλεξάνδρου και την κατέφερεν επ' αυτής απανθρώπως, γρυλλίζων·Χαρτιά, αι; χαρτοφόρος! . . . από τώρα! Δεν σε φθάνει η άλλη σου προκοπή! Και ανυψώθη η χειρ του, διά να καταπέση και πάλιν επί το θύμα.

Δεν θα καταπέση ίσως επί των βράχων διά μιας, αλλά θα μείνη κρεμάμενος εκ της μιας των πλευρών του, τα δ' επ' αυτού θα πέσουν εξ ανάγκης επί του κρημνού. Αι κιγκλίδες δεν θα εμποδίσουν την πτώσιν του εξώστου. Εξήτασα καλώς τα ξύλα, τα οποία συνδέουν άνωθεν τας κιγκλίδας.

Αλλ' ενώ έλεγε ταύτα εσταμάτησεν αιφνιδίως, αφήκε την κεφαλήν του να καταπέση και εφάνη ως να ήθελε ν' ακούση ένα κρότον τον οποίον δεν ηδυνάμην εγώ ν' ακούσω. Είτα ανετινάχθη, παρετήρησε δεξιά και αριστερά και εψιθύρισε τους στίχους του Επισκόπου του Τσιστέστερ: «Εκεί κάτω θα με περιμένης! Θα σπεύσω να σε ανεύρω εις την βαθείαν αυτήν κοιλάδα».

Αλλά και οι δύο πάσσαλοι θα είναι εξ άπαντος της αυτής προελεύσεως και της αυτής στερεότητος. Διατί δεν έτριξεν επίσης και δεν σαλεύει και ο υπό τους πόδας μου; Διότι το βάρος εκεί ολιγώτερον, η δε φθορά κατά συνέπειαν βραδυτέρα. Αλλ' εάν ο είς μόνος πάσσαλος θραυσθή, ενώ ο άλλος αντέχει εισέτι, ο εξώστης θα κρεμασθή χωρίς διά μιας να καταπέση.

Αλλά πριν η ράβδος καταπέση συνηντήθησαν του καλού ιερέως και του καλού σκύλου οι οφθαλμοί και αποτέλεσμα της συναντήσεως εκείνης, ήσαν η απόθεσις της ράβδου και η προσθήκη πενταλέπτου εις τον έρανον των μαθητών. Ούτοι διεσκέδαζον ενίοτε υποβάλλοντες την ακεραιότητα του Πλούτωνος εις δεινήν αληθώς δοκιμασίαν.