United States or Taiwan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ούτε ανθρώπινον ον ήτο πού, ούτε συνέβη τι, ούτε ψόφος τις ηκούετο. Ενόησεν ότι είχε καταστή παίγνιον των ονείρων. Επανήλθεν εις την καλύβην λίαν κατηφής. Ήναψε λύχνον και πλησιάσας σιγά εις την κλίνην, όπου εκοιμάτο αόρατος η Αϊμά, διότι το σανίδωμα την απέκρυπτεν από των βλεμμάτων, έτεινε το ους. Ήκουσε την ομαλήν και ηρεμαίαν αναπνοήν της νέας, ήτις εκοιμάτο ως αρνίον.

Μάτην αναζητούσι γνώριμον μορφήν μεταξύ του πλήθους εκείνου του ποικίλου. Οι πλείστοι περί αυτούς είνε νέοι, οι δε γέροντες, όσοι αγνοούσιν έτι το ύδωρ της Allen, παρήλλαξαν τόσον! Ουδ' αναβολή τις καν εκ των παλαιών ευφραίνει πλέον το βλεμμάτων.

Αι αξιώσεις των εραστών εκείνων ήσαν μετριώταται, η δε λατρεία, ην δύο και τρεις πολλάκις νεανίαι προσέφερον από κοινού εις τον βωμόν μιας και της αυτής θεότητος, απετελείτο συνήθως εκ φλογερών βλεμμάτων και βαθέων στεναγμών, και εμακάριζεν εαυτήν, οσάκις ημείβετο δι' ενός αορίστου ή και διφορουμένου μειδιάματος.

Ουδενός τα χείλη εις το εξής μη την ψαύσουν και ουδεμία χειρ ας μη την μεταχειρισθή προς τιμήν άλλης θεότητος! Και η κύλιξ εθραύσθη επί του λιθοστρώτου του σκεπασμένου με ελαφρόν στρώμα σαφρά. Αλλά, βλέπων την έκπληξιν των βλεμμάτων: — Φίλοι, υπέλαβεν ο Πετρώνιος, χαρείτε. Το γήρας και η αδυναμία είνε θλιβεροί σύντροφοι των τελευταίων ετών μας.

Διατί τον απέσπασαν από την ευτυχίαν του και τον κατεδίκασαν να κάθεται επί ώρας ακίνητος, υπό την απειλήν των βλοσυρών βλεμμάτων ενός κακού ανθρώπου, μεταξύ τεσσάρων τοίχων; Διά να μάθη γράμματα; Τι να τα κάμη τα γράμματα; Αυτός πάντοτε θα εγίνετο βοσκός και κανείς από τους βοσκούς που εγνώριζε δεν ήτο γραμματισμένος. Είχεν άλλως σχηματίσει πεποίθησιν ότι ήτο αδύνατον να μάθη γράμματα.

Έτρεξε κατόπιν της Αϊμάς. — Πάμε, Βούγκο! γρήγορα! είπεν ασθμαίνων ο Πρωτόγυφτος. Μας έφυγεν αυτή η δαιμονισμένη. — Πού, πατέρα; Ο Γύφτος, χωρίς ν' απαντήση, έσπευσε να εξέλθη. Ο Βούγκος τον ηκολούθησε μηχανικώς. Ο Μάχτος είχεν οδηγηθή εκ των βλεμμάτων και της στάσεως των ξένων, ων δύο είχον τρέξει κατόπιν της Αϊμάς, οι δε λοιποί έμενον.

Η Μάρω θα παρεκάλει επιμόνως την μητέρα της να της δώση τον Γιάννο να παίξη ολίγον, εκεί δε εις την αυλήν, θα της ήρπαζε κάτι ο Γιάννος κ' επιτηδείως μικρόν κατά μικρόν, θ' απεμακρύνοντο των βλεμμάτων της μητρός των. — Τόρα να σε ιδώ, να σε ιδώ πολύ, είπεν η Μάρω περιπαθώς. — Κ' εγώ.

Τέλος ανεμνήσθη ότι μόνον εις τους γάμους ήτο ενιαχού συνήθεια να στολίζωσι με τον αρνητικόν τούτον στολισμόν τας νεαράς νύμφας, όσαι επεθύμουν να έχωσιν ασπίδα τινά κατά των βλεμμάτων του κόσμου και να κρύπτωσι την συγκίνησιν και την αιδώ υπό το ύφασμα.

Όμως τ' ωμολόγουν ήδη οι χωρικοί, το εξέφραζον διά των εκπλήκτων βλεμμάτων των, ότι ουδέποτε ήλπιζον αυτό τόσον τέλειον όπως το έβλεπον, όπως ήκουον παρ' αυτού του ενωμοτάρχου: — Να, έβαλες το φυσίγγιο κ' ετέλειωσε το παστόψαρο. . . ένας χρόνος εις δύο κινήσεις. . . ένα πατατράκ κ' εχάθηκε το λεφούσι!

Είχεν άλλως τε και σπουδαίαν ιδέαν περί της πειθούς των λόγων του, διότι ενόμιζεν ότι μετέδιδεν εις τα σκαιά ερωτολογήματά του όλην την ζέσιν, η οποία εκόχλαζεν εντός του. Και επίστευεν ότι εις την θερμότητα των βλεμμάτων και των λόγων του δεν θα ηδύνατο να αντιστή επί πολύ η αντιπάθεια της Μαργής. Ίσως όμως θα απηλπίζετο αν εμάνθανεν όσα συνέβησαν εις την οικίαν της χήρας μετ' ολίγον.