United States or Bhutan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατά της νεαράς συζύγου του; Αλλά την τελευταίαν στιγμήν του απόπλουεις την βόλτανπροσήγγισε τόσον πολύ εις τον Βράχον, εν τη κορυφή του οποίου έκειτο το άσπρο-κάτασπρο σπιτάκι της συζύγου του και ιδικόν του πλέον, ώστε παρ' ολίγον να καθίση την σκούναν εις τα ριχά, εκεί εγγύς, επάνω εις τον Μόλον.

Τέλος ανεμνήσθη ότι μόνον εις τους γάμους ήτο ενιαχού συνήθεια να στολίζωσι με τον αρνητικόν τούτον στολισμόν τας νεαράς νύμφας, όσαι επεθύμουν να έχωσιν ασπίδα τινά κατά των βλεμμάτων του κόσμου και να κρύπτωσι την συγκίνησιν και την αιδώ υπό το ύφασμα.

Τι καλός που είσαι! είπεν εκείνη. Εκείνος επήρε βιβλίον και εκάθησεν απέναντί της. Βυθισμένος εις την ανάγνωσιν, δεν παρετήρησεν ότι η σύζυγος είχεν αποκοιμηθή. Αίφνης ήκουσε ψιθυρισμόν: — «Φύγε, φύγεΠαρετήρησε την σύζυγον, ης τα χείλη εκινούντο ηρέμα. Ανησύχησε και απέθεσε το βιβλίον. Αλλ' ο ύπνος της νεαράς γυναικός μετ' ολίγον εγένετο ησυχώτερος.

Ο Αγάλλος έστρεψε το βλέμμα, και είδεν ωραίαν όψιν νεαράς γυναικός, της οποίας το βλέμμα επί στιγμήν έπεσε τυχαίως επάνω του. Δεν την είδε πλέον, αν και πολλάκις επανέφερε προς τα εκεί το βλέμμα. Συγχρόνως μία γρηά κυρτή επέρασεν έμπροσθέν του, τον εγνώρισε, και του είπε: «Καλώς ώρσες». Ο Αγάλλος την ενθυμήθη. — Δεν είσαι η Μανιά; της είπε. Το Γηρακώ της Κατερίνας, που σε λένε κοινώς Μανιά;

Οι Θράκες ώρμησαν εντός της Μυκαλησσού, ελήστευσαν τας οικίας και τα ιερά και εφόνευσαν τους κατοίκους, μηδέ του γήρατος μηδέ της νεαράς ηλικίας φεισθέντες· έσφαξαν παν το προστυχόν, παίδας, γυναίκας, υποζύγια και παν ό,τι έβλεπαν έμψυχον, διότι το γένος των Θρακών, όμοιον με τους μάλλον βαρβάρους, άμα δεν έχη να φοβηθή τι, είναι φονικώτατον.

Τω 1599 εξεδόθη εκ δευτέρου μετά προσθηκών και διορθώσεων· επί ταύτης δε βασίζονται αι μεταγενέστεραι της τραγωδίας εκδόσεις. Όπως δήποτε αύτη είναι εκ των πρώτων του Σαικσπείρου έργων, ή μάλλον ειπείν, το αριστούργημα της νεαράς αυτού ηλικίας.

Μετ' ολίγον καιρόν το πάχος της κυρίας Π. ηύξησε πολύ. Ο φίλος μου ήτο ευχαριστημένος, όχι όμως και οι συγγενείς και οικείοι προς τους οποίους το πρόωρον εκείνο πάχος τοις εφαίνετο ύποπτον. Και δεν ήργησε να φανή ότι οι τελευταίοι είχον δίκαιον . . . .. Διότι πέντε μήνας μετά το φθάσιμον της νεαράς γυναικός, δεν ηδύνατο πλέον να μένη η ελαχίστη αμφιβολία ως προ την φύσιν του όγκου της.

Η ευκίνητος γραία επάτει επί χόρτων και χαμαιμήλων, κ' επί χλωρών ακανθών, ανήρχετο δε με βήμα κόρης, νεαράς βοσκοπούλας του βουνού, τον ανηφορικόν δρομίσκον.

Μεθ' ο έλαβε θερμόν ακόμη εκ της προσψαύσεως του χρωτός το πάλλευκον κολόβιον της νεαράς γυναικός, και το προσήρτησεν επί της δευτέρας κώπης, ως πανίον. Η Λιαλιώ έμεινε με το μεσοφούστανον, κοντόν έως τας κνήμας, λευκόν όσον και το κολόβιον, και με τας λευκάς περικνημίδας, υφ' ας εμάντευέ τις τας τορνευτάς και κομψάς κνήμας, λευκοτέρας ακόμη.

Την άλλη μέρα, μετά το δείπνο, καθώς βγαίνανε από την τραπεζαρία, η Κυνεγόνδη και ο Αγαθούλης βρεθήκανε πίσω από ένα παραβάν η Κυνεγόνδη άφησε να της πέση το μαντήλι, ο Αγαθούλης το σήκωσε· εκείνη τούπιασε το χέρι αθώα, ο νέος φίλησε αθώα το χέρι της νεαράς δεσποινίδος με μια ζωηρότητα, ένα αίσθημα, μια χάρη ολότελα ξεχωριστή· τα στόματά τους συναντήθηκαν, τα μάτια τους εφλογίστηκαν, τα πόδια τους τρεμουλιάσανε, τα χέρια τους παραστράτησαν.