United States or Cambodia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η εργατική γυνή ήτο ενδεδυμένη καθαράν μανδήλαν πολίτικην καινουργή και εκ πρασίνου εριούχου γουνάκι και φουστάνι μερινόν χρώματος καφέ, και επάτει μετά προσοχής επί των ολισθηρών πετρών του λιθοστρώτου. Αλλά και ο Μπάρμπα-δήμαρχος έφερε και αυτός καθαράν ενδυμασίαν.

Αλλά το παιδίον είχε γείνει άφαντον, όπισθεν της γωνίας του τοίχου, και μόνον τα βήματά του ηκούοντο δρομαία επί του λιθοστρώτου. — Ο μούτσος του διαβόλ' ο γυιος θα τώστρωσε πουθενά στο μεθύσι, άρχισε να μονολογή ο καπετάν Κυριάκος, κι' άφησε την βάρκα στην τύχη της.

Δύο «ταχτικοί», ήτοι χωροφύλακες, όπως εις τους χρόνους του υιού της, του Μώρουοπότε ούτος, προ δεκαπέντε ετών περίπου είχε σύρει εκ της κόμης επί του λιθοστρώτου της οδού την μητέρα του, και είχε μαχαιρώσει την αδελφήν τουίσταντο παραμονεύοντες, κυττάζοντες απλήστως προς την οικίαν. Η Φραγκογιαννού είδε και επείσθη ότι μέγας και επικείμενος κίνδυνος την ηπείλει.

Ράκη τινά διαλόγων και ομιλιών προσέβαλλον, καθαρώτερον εκ του ταράχου εκείνου τας ακοάς μου, και τα πλείστα εξ αυτών με επλήρουν υπερηφανείας, διότι ουδέν άλλο ήσαν ή πανηγυρισμοί της αξίας μου. — Και συ εδώ; ηρώτα ιατρός τις ιστάμενος επί του λιθοστρώτου άλλον συνάδελφον αυτού προσερχόμενον την στιγμήν εκείνην. — Τι να κάμης, αδελφέ; ήλθε ο καιρός να ειπούμε γεια της φτώχιας, καθώς φαίνεται.

Μίαν ώραν ύστερον κατήλθε διά του λιθοστρώτου η πρώτη συνορίς των αδόντων παιδίων, ο Νάσος και ο Αγγελής. Είδομεν πως ήλθαν βολικά τα πράγματα, και πως ο Παλούκας κατώρθωσε μάλιστα να περάση ως ειρηνευτής μεταξύ των παιδίων που εμάλλωναν. Αφού ο Νάσος και ο Αγγελής ετράπησαν εις φυγήν, αισθανόμενοι φεύγον το έδαφος υπό τους πόδας των, κατήλθον άλλα παιδία, είτα άλλα.

Ο Κ. Σπυράκης έστρεψε το βλέμμα προς τον Κ. Μελέτην προτού αποκριθή εις την ερώτησίν μου. — Τα Δύο Αδέλφια, είπεν. — Λοιπόν εις τας πέντε, επανέλαβεν ο Νίκος. Οι δύο οδοιπόροι μας απεχαιρέτησαν και μετ' ολίγον ηκούσθη ο κρότος των ποδών των ημιόνων των επί της στενής λιθοστρώτου οδού.

Καθ' όλην την έκτασιν, την οποίαν σήμερον καλύπτει η πλουσία Ερμούπολις, δεν έβλεπες ή βράχους γυμνούς. Μόνον εκεί όπου σήμερον, επί λιθοστρώτου πλατείας, παιανίζει η μουσική και σύρουν αι κυρίαι τας μεταξωτάς ουράς των, κήποί τινες και ολίγα δένδρα εμαρτύρουν των πτωχών κατοίκων την φιλοπονίαν. Έν εκκλησίδιον δυτικόν και τρεις ή τέσσαρες αποθήκαι διά τους οίνους ήσαν τα μόνα επί της ακτής κτίρια.

Αλλ' εν τη δασώδει ταύτη φαράγγι εσχηματίζετο ρεύμα αέρος συριστικώτατον, όπερ κατ' αρχάς μεν ως αόριστός τις ήχος ηκούετο, είτα όμως συνδυαζόμενον προς τους από των αιγών κυλιομένους βράχους και τα νυκτερινά της γραίας παραπατήματα επί του χαλασμένου λιθοστρώτου, ηκούετο ως βοή παμποικίλων φωνών εξ ασμάτων, βιολιών, τυμπάνων και γελώτων πολυπληθούς ομίλου μετά μυστηριώδους πατάγου κατερχομένου την φάραγγα.

Εν τη θέρμη της λογομαχίας των, είχον λησμονήσει ότι έφθασαν ήδη εις το στενόν του λιθοστρώτου, του άγοντος εις την επάνω συνοικίαν, και ευρίσκοντο υποκάτω εις το σπίτι της Κοκκώνας, όπου έβγαιναν φαντάσματα. Είχον σταματήσει εκεί και ο Νάσος ήρχισε να ψάχνη τον Αγγελήν.

Ουδενός τα χείλη εις το εξής μη την ψαύσουν και ουδεμία χειρ ας μη την μεταχειρισθή προς τιμήν άλλης θεότητος! Και η κύλιξ εθραύσθη επί του λιθοστρώτου του σκεπασμένου με ελαφρόν στρώμα σαφρά. Αλλά, βλέπων την έκπληξιν των βλεμμάτων: — Φίλοι, υπέλαβεν ο Πετρώνιος, χαρείτε. Το γήρας και η αδυναμία είνε θλιβεροί σύντροφοι των τελευταίων ετών μας.