United States or Lebanon ? Vote for the TOP Country of the Week !


38. » Προς δε τούτοις και πλείστα μέσα ανακουφίσεως πνευματικής επορίσθημεν, είτε αγώνας και εορτάς συνεχείς καθ' όλον το έτος τελούντες είτε κατασκευάζοντες και διακοσμούντες κτίρια, των οποίων η καθημερινή τέρψις αποδιώκει την σκυθρωπότητα.

Καθ' όλην την έκτασιν, την οποίαν σήμερον καλύπτει η πλουσία Ερμούπολις, δεν έβλεπες ή βράχους γυμνούς. Μόνον εκεί όπου σήμερον, επί λιθοστρώτου πλατείας, παιανίζει η μουσική και σύρουν αι κυρίαι τας μεταξωτάς ουράς των, κήποί τινες και ολίγα δένδρα εμαρτύρουν των πτωχών κατοίκων την φιλοπονίαν. Έν εκκλησίδιον δυτικόν και τρεις ή τέσσαρες αποθήκαι διά τους οίνους ήσαν τα μόνα επί της ακτής κτίρια.

Είδον τον λαβύρινθον τούτον και είναι ανώτερος πάσης περιγραφής· διότι εάν τις ήνωνεν όλα ομού τα τείχη και τα λαμπρά κτίρια της Ελλάδος, το σύνολον ήθελε φανή κατώτερον του λαβυρίνθου και ως προς την εργασίαν και ως προς την δαπάνην. Όσον θαυμαστοί και αν ήσαν οι ναοί της Εφέσου και της Σάμου, θαυμαστότεραι όμως ήσαν αι πυραμίδες, εκάστη των οποίων ήτο ανταξία πολλών και μεγάλων ελληνικών έργων.

Ακολουθούντες τον διάδρομον ο Βινίκιος και ο Κρότων έφθασαν εις στενήν αυλήν, περιβαλλομένην από κτίρια. Η αυλή, αύτη απετέλει είδος ατρίου κοινού εις όλην την οικίαν, έχοντος εις το κέντρον μίαν κρήνην, της οποίας το ύδωρ έπιπτεν εις μίαν χονδροκαμωμένην λεκάνην.

Μη ακυρώσετε την κατά της Σικελίας εκστρατείαν νομίζοντες ότι μέλλετε να πολεμήσετε εναντίον μεγάλης δυνάμεως· διότι αι πόλεις αύται είναι μεν πολυάνθρωποι, σύγκεινται δε από στοιχεία ετερογενή και διά τούτο ευκόλως μεταβάλλουσι πολιτεύματα και πολιτογραφούσι ξένους και φυγάδας, Διά τούτο ουδείς μεριμνά ως θα εμερίμνα περί της ιδίας του πατρίδος, είτε διά να προμηθευθή όπλα διά το σώμα του είτε διά να κατασκευάση δημόσια κτίρια, αλλ' έκαστος φροντίζει διά της πειθούς ή διά της στάσεως να ωφεληθή τι· εάν δε αποτύχη, μεταβαίνει εις άλλον τόπον.

Ευθύς που οι ναύται έρριψαν την άγκυραν και έδεσαν το πλοίον εγώ βλέποντας έξωθεν κτίρια μεγαλοπρεπή, δεν επρόσμενα τας αδελφάς μου διά να με συνοδεύσουν, αλλ' όντας ανδρικά ενδεδυμένη έζωσα το σπαθί μου και εκίνησα προς την θύραν της πόλεως.

Αυτόν τονέ μαρμαρόστρωσε κατόπι ο Ιουστινιανός, κι από κει ονομάστηκε «Μαρμαρωτόν» καθώς και «Πλακωτόν». Ανατολικά του «Αυγουσταίου» θώραες το Παλάτι, πέρα από τρία άλλα κτίρια που είχανε στημένα ανάμεσα, ενωμένα όμως και τα τρία με στοές. Το πρώτο απ' αυτά τα χτίρια, το πιο ανατολικώτερο, είταν τα λουτρά ο «Ζεύξιππος», χτισμένα κατά τα πρότυπα της Ρώμης.

Μια θύρα 'κεί θεόρατη Υψόνονταν, μεγάλη, Που Αγγελούδια φύλαγαν Τα φύλλα της τα μαύρα. Μπαίνομε μέσα. Κτίρια Είδαμε τότε γαύρα, Που μέσα τους βασίλευε Κρύα σιγή μεγάλη. Αφίνομε τα κτίρια, Και πάλι προχωρούμε. Αγνώριστοιτους φύλακας, Άγνωστοιτους Αγγέλους. Σε δυο δρόμους 'φθάσαμε Αγνώριστ' επί τέλους· Άξαφνα μ' αναλήφθηκε Η μάνα. Τη στερούμαι.

Προσκυνήσας δε τον βασιλέα ανεχώρησα εις τον οίκον μου χαρούμενος, και πολλά ευχαριστημένος διά την τιμήν και τα δώρα, που με εφιλοδώρησε διά τον κόπον μου και ούτως έμεινα εδώ εις την πατρίδα ευεργετώντας συγγενείς και φίλους, αποκτώντας υποστατικά και κτίζοντας διάφορα παλάτια, ως το βλέπετε, και άλλα παρόμοια κτίρια έως την σήμερον, συνευφραινόμενος με τους συγγενείς και φίλους μου.

Προς το βράδυ ο ουρανός ξεκαθάριζε, όλο το ασήμι των ορυχείων του κόσμου μαζευόταν σε μπλοκ και σε σωρούς στον ορίζοντα∙ αόρατοι εργάτες το δούλευαν, έχτιζαν σπίτια, κτίρια, ολόκληρες πολιτείες, κι αμέσως μετά τα χαλούσαν και ερείπια, ερείπια άσπριζαν τότε μες στο δειλινό, σκεπασμένα με χρυσή βλάστηση, με ροδόχρωμους θάμνους∙ περνούσαν κοπάδια από γκρίζα και μαύρα άλογα, ένα σημάδι κίτρινο έλαμπε πίσω από ένα διαλυμένο κάστρο και έμοιαζε να είναι η φωτιά κάποιου ερημίτη ή κάποιου ληστή που είχε καταφύγει εκεί πάνω: ήταν το φεγγάρι που έβγαινε.