United States or Russia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μια θύρα 'κεί θεόρατη Υψόνονταν, μεγάλη, Που Αγγελούδια φύλαγαν Τα φύλλα της τα μαύρα. Μπαίνομε μέσα. Κτίρια Είδαμε τότε γαύρα, Που μέσα τους βασίλευε Κρύα σιγή μεγάλη. Αφίνομε τα κτίρια, Και πάλι προχωρούμε. Αγνώριστοιτους φύλακας, Άγνωστοιτους Αγγέλους. Σε δυο δρόμους 'φθάσαμε Αγνώριστ' επί τέλους· Άξαφνα μ' αναλήφθηκε Η μάνα. Τη στερούμαι.

Δεν έπρεπε τω όντι, αν δεν ήσαν τυφλοί οι άνθρωποι, να βοηθούν την μάστιγα, την διά πτερών Αγγέλων πλήττουσαν, αντί να ζητούν να την εξορκίσουν; Αλλ' ιδού, τ' Αγγελούδια δεν μεροληπτούν ούτε χαρίζονται, και παίρνουν αδιακρίτως εις τον Παράδεισον αγόρια και κοράσια. Περισσότερα μάλιστα αγόριαπόσα χαδευμένα και μοναχογέννητα! — αποθνήσκουν άωρα. Τα κορίτσια είν' εφτάψυχα, εφρόνει η γραία.

Α θέλη ο Θεός, θα σας έρθουνε αγγελούδια κατόπι, και θα πλημμυρίση ο νους σας από έννοιες που τις φέρν' η αγάπη. Μην το θαρρής, Αρετούλα, πως θα το παραξηλώσω και γω. Θάχω και γω ταδερφάκια σου να με παρηγορούν, έχω και του Κωσταντή μας το τάξιμο, πως θα σε φέρη κοντά μου ανίσως και πάθουμε τίποτις. Είνε τώρα μεσάνυχτα περασμένα. Πήγαινε να συχάσης, παιδί μου, να μη φαίνεσαι κι αύριο αποσταμένη.

Ω! ο Παράδεισος, απ' αυτόν τον κόσμον ήδη, ήνοιγε τας πύλας διά να δεχθή το μικρόν άκακον πλάσμα, το οποίον ηυτύχησε να λυτρώση τους γονείς του από τόσα βάσανα. Χαρήτε, αγγελούδια που πετάτε γύρω-τριγύρω με τα φτερά σας, τα χρυσόλευκα, και σεις, ψυχαί των Αγίων, υποδεχθήτε το!

Κάθε βράδυ, σαν κοίμιζε τα δυο τα ορφανά της, άναβε το καντήλι στους Άγιους Ανάργυρους κ' έλεγε απομέσα της: «Άγιοι μου Ανάργυροι, χαρίστε μου τα δυο μου αγγελούδια και να ξεχάσω όλες μου τις συφορές, να ξεχάσω και τον καλό μου, πούφυγε και μ' άφησε δυο χρονώνε χήρα». Λες και παρακάλεσε τους αγίους όχι να της χαρίσουνε, μα να της χωρίσουνε το αγαπημένο ζευγαράκι.

Τώδειχνε η μάνα του συχνά συχνά τα κορφοβούνια Και των κλεφτών τ' αράδειαζε τα έργα. Καιτην κούνια Ακόμα που τον βύζανε μικρό 'σάν τ' Αγγελούδια Τον ύπνο του νανούριζε με κλέφτικα τραγούδια. Χαράτο τέτοιο το παιδί που έτσι μεγαλώνει! Αξίζει η πατρίδα του για να το καμαρώνη. Από μικρούθε 'ςτ' άρματα συνήθεισε το χέρι, Κι' όταν λεβέντης έγεινε ήταν αετός-ξεφτέρι.

Που είχαν σε κάθε βελονιά σπειρί μαργαριτάρι, Και γύρα γύρα στους σταυρούς των στεφανιών με χάρη Χίλια αγγελούδια φτερωτά, που βάσταε το καθένα Με το δεξί το χέρι του κι’ ένα χρυσό στεφάνι... Κι’ ανάμεσα στα χαρωπά του γάμου τα στεφάνια Δυο δαχτυλίδια ολόχρυσα με διαμαντένιες πέτρες Και μες στες πέτρες έλαμπαν αγκαλιαστά με χάρη Ο Ήλιος ο χρυσάχτιδος και το λαμπρό Φεγγάρι.