United States or Macao ? Vote for the TOP Country of the Week !


Νοστιμιές που ξεπερνούν και του Προκόπιου τις ιστορίες. Η πείνα που πλάκωσε ύστερ' απ' όλα εκείνα τα δεινά δεν είναι και ναπορέση άνθρωπος. Μα κι αυτή τη μάστιγα την έφεραν απόδειξη όσοι πιστεύουν πως ξολοθρεύτηκε όλο το Ρωμαίικο στον έχτον αιώνα.

Και εν πρώτοις αυτός έπαιξεν αυλόν όπως ηδύνατο, δηλαδή αθλίως• έπειτα εδώκεν εις τον τρελλόν τους αυλούς και έλαβε παρ' αυτού την δερματίνην μάστιγα και το μαχαίρι, τα οποία έσπευσε και έρριψε διά του φεγγίτου έξω εις την αυλήν και ούτω χωρίς μεγάλον κίνδυνον πλέον ηδύνατο ν' αμύνεται εναντίον του παράφρονος και συγχρόνως να φωνάζη και να καλή εις βοήθειαν τους γείτονας, οι οποίοι εβίασαν την θύραν και τον εβοήθησαν να σωθή.

τον κύριον εδώ, μετανοώ· πλην ήταν θέλημα του Θεού να τιμωρήση εμένα μ' αυτό, και αυτό μ' εμέ, διά να του γίν', ως θέλει, των ορισμών του εκτελεστής και μάστιγά του. Θα τον τοποθετήσω, και θα δώσω λόγον δι' αυτόν τον θάνατόν του. — Πάλιν καλή νύκτα. 'Σ το να ήμαι σκληρός γνώμη αγαθή με φέρνει· άρχισε το κακό, χειρότερ' άλλα σέρνει. Μιαν λέξιν, δέσποινα μου, ακόμη. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τι θα κάμω;

Οι δε αστυνόμοι, αφού τον κρατήσουν και τον ανακρίνουν, τότε και αυτοί σεβόμενοι τον προστάτην θεόν των ξένων, εάν μεν φανή ότι αδίκως ο ξένος εκτύπησε τον εντόπιον, ας δώσουν με την μάστιγα εις τον ξένον τόσες ξυλιές, όσας έδωκε αυτός και ας καταπαύσουν την ξενοκρατίαν του. Εάν όμως δεν έχη άδικον, ας απειλήσουν και ας ονειδίσουν τον καταδότην και ας αφήσουν και τους δύο.

Να τον κάμης ψαρά! Είπεν ο διδάσκαλος, παρηγορών ημέραν τινά την γραίαν, ετοιμάζουσαν την μάστιγα με οργήν παράφορον. — Ταχειά θα πάγω, μάννα, ταχειά θα πάγωτο σκολειό! Εφώναζε μετά δακρύων ο Μανώλης, αποφεύγων ούτω την μαστίγωσιν. Αλλά «ταχειά» πάλιν ο παιδονόμος ο Τσιτσούκας με την σαλαμάστραν του, πάλιν τον Μανώλην κατεδίωκεν εις τας επικινδύνους εκείνας παραλίας. Ήλθαν αι εξετάσεις.

Οι φοβεροί λόγοι του αγγέλου αντήχουν απαισίως εις τας ακοάς της αθλίας, ήτις απολέσασα μετά την αγγελοφάνειαν εκείνην όλην αυτής την φιλοσοφίαν ανεπόλει μετά τρόμου τας πλάστιγγας, δι' ων ο αρχάγγελος Μιχαήλ εζύγιζε τας ψυχάς, την μάστιγα του Διαβόλου, τους λέβητας, τους άνθρακας, τας άρπαγας, τους όφεις, τας πυράγρας και τα άλλα σκεύη της μεσαιωνικής κολάσεως.

Όστις δε αποδειχθή ότι πωλεί κανέν τοιούτον, εκτός της στερήσεως του κιβδήλου, όσας δραχμάς ζητήση διά το πωλούμενον, τόσας φοράς ας ξυλισθή με την μάστιγα από τον κήρυκα εις την αγοράν, αφού αυτός διαλαλήση διά ποίον λόγον πρόκειται να ξυλισθή.

Σημείωσε δε, ότι όπως ο ανατολίτης υπό το πεπρωμένον, κύπτομεν και ημείς οι δυστυχείς την κεφαλήν υπό το παντοδύναμον κράτος της θεομηνίας, υποτασσόμεθα εις την μάστιγα του κονιορτού, και ουδ' επιχειρούμεν καν πλέον να τον πολεμήσωμεν.

Μετ' ου πολύ εφάνη ο τίμιος ούτος θαλασσινός ακολουθούμενος υπό οκτώ ναυτών, κρατούντων μάστιγα εν τη δεξιοί, διά δε της αριστεράς σχοινίον, εις του οποίου την άκραν ήσαν δεδεμένοι ανά ζεύγος ως τρυγόνες οι νεωστί αγορασθέντες δούλοι δεκαέξ τον αριθμόν, εννέα άνθρωποι και επτά γυναίκες.

Είπε και με την μάστιγα την φωτεινή ραβδίζει τα μουλάρια, και αυτ' άφησαν του ποταμού την άκρη, ευθύς, κ' ετρέχαν τακτικά, καλά τετραποδίζαν. κυβερνά η κόρη εύμορφα, πεζοί για να προφθάσουν η δούλαις με τον Οδυσσηά• με νου ραβδίζ' η κόρη. 320 κ' έκλιν' ο ήλιος, κ' έφθασαντης Αθηνάς το δάσος το ένδοξο, και αυτού κάθισεν ο θείος Οδυσσέας, και εις του μεγάλου του Διός την κόρη ευθύς ευχήθη•