United States or Jordan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ας προτείνη δε διά ανυψώσεως της χειρός πας πάντα. Όστις δε δεν θέλει, αφού καταγγελθή εις τους άρχοντας, ας τιμωρηθή με πενήντα δραχμάς και εκτός τούτου ας θεωρήται και κακός.

Όστις δε αποδειχθή ότι πωλεί κανέν τοιούτον, εκτός της στερήσεως του κιβδήλου, όσας δραχμάς ζητήση διά το πωλούμενον, τόσας φοράς ας ξυλισθή με την μάστιγα από τον κήρυκα εις την αγοράν, αφού αυτός διαλαλήση διά ποίον λόγον πρόκειται να ξυλισθή.

Όστις δε χάση την υπόθεσιν εκτός της απομακρύνσεώς του από τους ανδροπρεπείς κινδύνους, ας πληρώση αποζημιώσιν αναλόγως της καταστάσεώς του, δηλαδή χιλίας δραχμάς, αν ανήκη εις το πρώτον τίμημα, πέντε δε μνας, αν ανήκη εις το δεύτερον, τρεις, αν ανήκη εις το τρίτον, και μίαν καθώς οι προηγούμενοι, αν ανήκη εις το τέταρτον.

Προ μερικών μηνών μου έστειλεν ο αγιοχώματος μητροπολίτης Γερμανός μίαν επιτροπήν να μου ζητήση να συνεισφέρω, ως μεγάλος κτηματίας, διά να συστηθή εις κάθε τμήμα των Αθηνών ένα λαϊκόν μαγειρείον, όπου θα εύρισκαν οι πτωχοί άνθρωποι με μόνον δεκαπέντε λεπτά ένα φλυτζάνι ζουμί κ' ένα κομμάτι κρέας. Αν ήμουν άκαρδος καθώς οι άλλοι, θα έδιδα κ' εγώ τας είκοσι δραχμάς μου χωρίς δυσκολίαν.

ΕΡΜ. Έλα να λογαριάσωμεν, αν θέλης, ω πορθμεύ, πόσα μου χρεωστείς έως τώρα, διά να μη έχωμεν πάλιν φιλονεικίας δι' αυτά. ΧΑΡ. Ας λογαριασθούμεν, ω Ερμή. Αυτό είνε το καλλίτερον και διά την ησυχίαν μας. ΕΡΜ. Μου παρήγγειλες και σου έφερα μίαν άγκυραν πέντε δραχμών. ΧΑΡ. Πολλά λες. ΕΡΜ. Μα τον Πλούτωνα, πέντε δραχμάς την ηγόρασα, και ένα σπάγγον διά τους σκαρμούς δύο οβολών.

Μόνο που η κόρη θα σου άρεσε ολιγώτερο γιατί αυτή ήταν λιγόλογη και σεμνή σαν εικόνα. Την είχαμε βάλη σ' ένα εργοστάσιο γυναικήσιω καπέλλω και μας έφερνε είκοσι δραχμάς τον μήνα και κάτι περισσότερες ο μοναχογυιός μου ο Πέτρος, πού είχε γίνη στοιχειοθέτης. Μ' αυτά και τη νεκροθαπτική μου εκαταφέρναμε να ζούμε. Εφρόντιζα και σε κάθε λείψανον να γεμίζω τες τσέπες μου παξιμάδια.

Την πατρικήν μου οικίαν, τρεις χιλιάδας δραχμάς εισόδημα από δυο αποθήκας και μίαν θέσιν εκατόν εξήντα δραχμών. Πώς λοιπόν ήτο δυνατόν να ζήσωμεν με αυτά αφού η νέα, αν και χωρίς προίκα, ήτο μοναχακόρη καλομαθημένη και αγαπούσε τον καλόν κόσμον, τας διασκεδάσεις, τα στολίδια και τους χορούς; Όσα μου έλεγαν τα εύρισκα όλα σωστά!

Εις τα παράπονα της Αφέντρας και της μητρός, ο Θανασάκης επένευσε, και είπε να δώση ακόμη χιλίας δραχμάς του γαμβρού. Αλλ' ο Στάθης είχε το λύειν και το δεσμείν, και δεν επείθετο να τας δώση. Ο Στάθης και ο γαμβρός ήλλαξαν δριμείας φράσεις·Σε ξένο βιο κάνεις κουμάντο εσύ; . . . Άλλος τα καζάντισε αυτά τα γρόσια . . .

Δυο δραχμάς θα πάη! Και παρώτρυνε τον κόσμον να επιμελήται σφοδρότερον την συλλογήν.

Οι δε Κορίνθιοι, άμα ήλθον προς αυτούς εκ της Επιδάμνου αγγελίαι ότι πολιορκείται η πόλις, παρεσκεύαζον στρατόν και συγχρόνως ανεκοίνουν διά κηρύκων ότι ο βουλόμενος ηδύνατο να μεταβή προς αποικίαν εις την Επίδαμνον απολαύων ίσα και όμοια με τους Επιδαμνίους δικαιώματα· εάν δε τις δεν θέλη μεν να αναχωρήση αμέσως, θέλη όμως να μετάσχη της αποικίας, δύναται να μένη εις Κόρινθον καταβάλλων πεντήκοντα Κορινθιακάς δραχμάς.