United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Είναι στην παράταξη, αφού λειτούργησε, απάντησε ο λοχίας και δε μπορείτε να φιλήσετε τα σπιρούνια του παρά σε τρεις ώρες. —Αλλά, είπεν ο Κακαμπός, ο κύριος λοχαγός, που πεθαίνει της πείνας, όπως κ' εγώ, δεν είναι ισπανός, είναι Γερμανός. Δεν μπορούμε να γευματίσουμε περιμένοντας την αιδεσιμότητά του; Ο λοχίας έτρεξε αμέσως να μεταδώση αυτή την πληροφορία στο διοικητή.

Μα ό,τι κι αν πης, λιονταρήσια προβειά είναι. Στην ανάγκη, την πετούν κι' από πάνω τους. Μελετημένα και λογαριασμένα πράματα. Όχι τρέλλες. Ώρα μας είναι να σηκωθούμε και να πάμε να προσκυνήσουμε το μεγάλο τον άγιο της Ρωμιοσύνης, τον Άη Γρηγόρη. Μεγάλοι άγιοι κι ο Γερμανός, κι ο Διάκος, κι' ο Παπαφλέσας. Μα ο Άης Γρηγόρης είτανε στ' αλήθεια Παναγιώτατος.

Αλλ' εκτός των τοιούτων μεγάλων πολέμων προς τους βαρβάρους της Δύσεως και προς τους Πέρσας, η βασιλεία του Ιουστινιανού είχε να παλαίση και προς άλλους εντός του Κράτους βαρβάρους εχθρούς. Το κράτος του Ιουστινιανού ωμοίαζε, καθώς λέγει Γερμανός ιστορικός, προς μεγάλην ευτυχισμένην νήσον πολιτισμού περικυκλουμένην από Ωκεανόν βαρβαρότητος.

Προ μερικών μηνών μου έστειλεν ο αγιοχώματος μητροπολίτης Γερμανός μίαν επιτροπήν να μου ζητήση να συνεισφέρω, ως μεγάλος κτηματίας, διά να συστηθή εις κάθε τμήμα των Αθηνών ένα λαϊκόν μαγειρείον, όπου θα εύρισκαν οι πτωχοί άνθρωποι με μόνον δεκαπέντε λεπτά ένα φλυτζάνι ζουμί κ' ένα κομμάτι κρέας. Αν ήμουν άκαρδος καθώς οι άλλοι, θα έδιδα κ' εγώ τας είκοσι δραχμάς μου χωρίς δυσκολίαν.

Σοβαρός και δίκιος, κ' ίσως για δαύτο όχι μεγάλος φίλος της φιλόδοξης Θεοδώρας· γενναίος όμως, ευγενικός και συμπονετικός με τους κατώτερούς του. Αυτός λοιπό με τη στρατηγική του αξιωσύνη τους έσπασε θρούβαλα τους Άντηδες εκείνους στη Θράκη· κ' έτσι σύχασε το κράτος μερικούς χρόνους. Απέθανε ο Γερμανός στα 551, ό,τι τον έστελνε ο Ιουστινιανός να πολεμήση τον Τωτίλα στην Ιταλία.

Και μη νομίσετε ότι αι ατομικαί μου δοξασίαι είναι αύται. Ως ήδη σας είπον εν τη πρώτη μου επιστολή, έχων μικράν πεποίθησιν εις τας κριτικάς μου δυνάμεις ουδέποτε αποφασίζω περί οιουδήποτε πράγματος, χωρίς προηγουμένως να ερευνήσω τι εφρόνουν οι άλλοι. Πάντα δε τα ανωτέρω περί της χρησιμότητος της σατύρας ευρίσκονται διεσπαρμέναέννοια αν όχι αι φράσεις) εις πολύτομον σωρείαν κριτικών, προς τους οποίους ήπλονα την χείρα, ίνα ζητήσω τας αναγκαίας παροπομπάς, ότε κατά καλήν μου τύχην ενεθυμήθην την ακόλουθον φράσιν Γερμανού τινος φιλοσόφου, ήτις καθιστά περιττόν τον τοιούτον κόπον, επικυρούσα πληρέστατα όσα είπον. Ο Γερμανός ούτος είναι ο περιβόητος Shelling, την δε σάτυραν θεωρεί αναγκαίαν «ω ς α κ α τ α μ ά χ η τ ο ν ε χ θ ρ ά ν τ ο υ π α ρ ό ν τ ο ς» (των καταχρήσεων δηλ.) και σύμμαχον του μέλλοντος ήγουν της προόδου. Υπό των αυτών, φαίνεται άρχων εμπνεόμενος και ο κ. Flourens, όστις έχων την ιδιοτροπίαν να θεωρή ως ηθικόν βιβλίον την αθυρόστομον και σαρκαστικήν « I ω ά ν ν α ν», έλεγε περί αυτής (εν αριθ. ι'. της Indépendance) «

Διατί ήλθεν ο Γερμανός ενταύθα; Διατί παρήτησε την πατρίδα του; Μη ώθησε και τούτον η κακή τύχη να έλθη να ταφή ζων μεταξύ ξένων αγνώστων. Αυτός όμως εξασκεί το έργον του, ενώ εγώ απηρνήθην την επιστήμην. Αλλ' η δυστυχία έχει φάσεις ποικίλας και χείρας πολλάς. Του ενός η συμφορά δεν ομοιάζει προς την του άλλου. Τις οίδε πώς ούτος επλήρωσε τον φόρον του εις την Ειμαρμένην!

Σου ταράττει, γράφεις, τα νεύρα σου, η έστω και ανώδυνος και αθώα κακολογία· σ' εμποδίζει να χωνεύης τακτικά τα ωραία ελβετικά χαμοκέρασα, τα οποία σου παραθέτει ο προγάστωρ και φαιδρός σου ξενοδόχος, και τέλος πάντων, kurz und gut, ως λέγει πάλιν ο γερμανός σου υπηρέτης, θέλεις να σου γράφω τα ωραία πράγματα των Αθηνών, τα ευχάριστα μόνον και τα ιλαρά, διότι αυτό σε ωφελεί εις την υγείαν!

Βγήκαν παραβλάσταρα στον τόπο της, έγιναν κι απ' αυτά μερικά μεγάλα Κράτη, μα η καθαυτό Ρώμη δε ζούσε. Και δε ζούσε, γιατί μήτε πόρους δεν είχε στα γερατειά της, μήτ' έθνος εφτάψυχο περίγυρά της, μήτ' άλλα φυσικά προσόντα να τη θρέφουνε και να τη διαφεντεύουν, καθώς διαφέντευαν τη θετή της κόρη, την Κωσταντινούπολη. Γερμανός βασιλέας τη σαβάνωσε με την πορφύρα του στα 476, ο Οδοάκερος.

Ένας Γερμανός στάθηκε κοντά μου και είπε: «Οι Ρώσοι από πάνω την θέλουν, αν τους αφήσουν οι Άγγλοι από κάτω». Και, Έλληνες, επειδή είστε ελεεινοί και άκαρδοι, ντράπηκα να του πω πως θα την πάρουμε μεις. Μέσα μου μονάχα είπα: «Και όμως, είναι δική μας».