United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αγαπώμεν όμως δε γράφουμε, γιατί αφτό δε λέγεται πουθενά, γιατί αφτό πουθενά δεν είναι γλώσσα, γιατί, όπως κι ο Ίπσεν, όπως κ' οι τραγικοί, όπως κι άλλοι σ' άλλους τόπους, θα μιμηθούμε τη ζωή, όχι το θάνατο, σαν την καθαρέβουσα. Κ' έτσι γίνεται θρούβαλα το υστερνό επιχείρημα του δασκαλισμού. Κ' έτσι έχουμε το δικαίωμα, τη ζωή να μιμηθούμε, γράφοντας τεχνητή, μα ζωντανή γλώσσα.

Του κάκου, όλη η ιστορία σας κατατρέχει, καλοί μου σοφοί. Όλος ο κόσμος θρούβαλα τις κάνει τις θεωρίες σας. Εμείς μόνο τα ρωμιόπουλα σας αφήσαμε και μας πήρετε στο λαιμό σας, και μας τραβήξετε από τη γελαστή μας ακρογιαλιά σε βάθια μαύρα και σκοτεινά, και πάτε να μας πνίξετε τώρα μαζί σας. ΣΗΜ. Εδώ δηγάται ο Γεροδήμος μερικές περιπέτειες του Σκολειού του, και τις αντάμωσές του με τη Λενιώ.

Και σα ζωντανώτερο πράμα που είναι η γλώσσα από το μάρμαρο, βάσταξε καλλίτερα μέσα στις μύριες φουρτούνες που τον απάντεχαν τον Ελληνισμό. Όλη εκείνη την καλλιτεχνία την κάμανε θρούβαλα οι φουρτούνες, εξόν από μερικά χαλάσματα, που ακόμα τα λατρεύει ο κόσμος. Το χάρισμα της πολιτικής νοικοκυροσύνης, καθώς είπαμε, δεν το είχαμε. Αν το είχαμε, ίσως θάπαιρνε άλλο δρόμο η Ιστορία.

Ζήτησε πρώτα νάμπη ο Βελισάριος από την πόρτα του «έλικα», της σκάλας δηλαδή του καθισμάτου, μα τη βρήκε μανταλωμένη μέσαθε. Τραβάει τότες κατά τη μεγάλη θύρα δυτικά στο κάθισμα, στη βενέτεια τη στοά, και χώνεται μέσα στο ιπποδρόμιο. Ο Μούνδος πάλε με τους δικούς του μπήκε από τη Νεκρή πύλη του ιπποδρομίου. Θρούβαλα έπεσε αμέσως όλη η στάση.

Και ρήχνοντάς την σπα του το κράνο το χαλκόσκαρο, και θρούβαλα του κάνει της κεφαλής τα κόκκαλα χωρίς μισό ν' αφίσει. 385 Και χάμου εκείνος έπεσε απ' τον ολόρθο πύργο σα βουτηχτής, κι' οχ το κορμί φτερούγιασε η ψυχή του. Κι' ο Τέφκρος τον Ατρόμητο γιο τ' Απολόχου Γλάφκο με τη σαΐτα, ενώτρεχε στ' αψηλοπύργι απάνου, τον κάρφωσε εκεί πούδε τον μ' αφύλαχτο βραχιόνι, και τούκοψε την προθυμιά.

Σαν όρνιο στα σπλάχνα του νυχωμένο τον κρυφότρωγε ο στοχασμός πως του την κλέψανε μια για πάντα την τιμή της περήφανης φαμελιάς του, την τιμή που με το αίμα της καρδιάς τους την είχανε θεμελιωμένη γονιοί και προπάπποι, και να βρεθή τώρα, λέει, ένας άνομος και να γίνη αφορμή να πέση ολόσωμη θρούβαλα!

Κι' αφτοί, όπως διπλοκέρατο αλάφι ή αγριογίδι παίρνουν κυνήγι οι χωριανοί κι' ασπροτριχάτοι σκύλοι, μα φέβγει αφτό σε σγουμπουλά βουνά και δασωμένες λογγιές, μηδέ γραφτό μαθές δεν είταν ναν το πιάσουν, τι απ' τις φωνές τους λέοντας αρχοντικός στο δρόμο 275 προβάλνει κι' όλους θεν δε θεν σε μια άχνα τους κωλώνει· έτσι οι Αργίτες σωρεφτοί πριν κυνηγούσαν πάντα όλο χτυπώντας με σπαθιά και δίστομα κοντάρια, μα άμα τον Έχτορα είδανε π' ορμούσε απάς στους λόχους, δείλιασαν κι' όλων θρούβαλα τους έγινε το θάρρος. 280

Να μην το βλέπη πια κανένας το γιγαντένιο αυτό το ψέμα, τον ουρανόν αυτόν, που την είδε ξάστερη την αγάπη μου, που τον είδε τον μεγάλο καημό μου, κι ως τόσο έμεινε λαμπερός κι ασάλευτος, σα να μην έσβυσ' ένα αστέρι, σα να μη ράγισε μια καρδιά. Είνε, λέει, καμωμένες οι καρδιές για να σκάνουνε! Να σκάση λοιπόν κι ο ουρανός και να γίνη θρούβαλα! Να πλαντάξη ο κόσμος και να ξολοθρευτή.

Κι ανίσως κ' είτανε γραφτό μας να φανή και να λάμψη τέτοιο αθάνατο χάρισμα μερικά χρόνια πρι να στήση ο Ουρβανός το κανόνι του έξω από τους τοίχους της Πόλης, δε θα πρόφταινε μήτε να ραγίση το κανόνι εκείνο, μόνο θα γινότανε μια και καλή θρούβαλα μαζί με το κεφάλι του Μωχαμέτη. Μας ήρθε όμως αργά το μεγάλο το χάρισμα.